Το να προσπαθείς να χάσεις κιλά δεν είναι εύκολη υπόθεση. Μάλιστα μπορεί να σχετίζεται άμεσα με συμπτώματα κατάθλιψης, αφού σύμφωνα με έρευνα οι άνθρωποι που παρουσίασαν αύξηση των συμπτωμάτων που σχετίζονται με την κατάθλιψη, είχαν αυξήσει το βάρος τους ένα μήνα αργότερα, αναφέρουν οι ερευνητές.
«Συνολικά, αυτό υποδηλώνει ότι τα υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα είναι πιο ευάλωτα στην αύξηση του σωματικού βάρους λόγω του αυξημένου βαθμού κατάθλιψης», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Julia Mueller από το Συμβούλιο Ιατρικών Ερευνών του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ.
Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν προηγούμενες έρευνες που υποδεικνύουν μια σχέση μεταξύ του βάρους και της ψυχικής υγείας, με το ένα να επηρεάζει ενδεχομένως το άλλο.
Οι ερευνητές εξέτασαν στοιχεία από περισσότερους από 2.000 ενήλικες στο Ηνωμένο Βασίλειο που συμμετείχαν στη μελέτη COVID-19.
Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν μηνιαία ψηφιακά ερωτηματολόγια σχετικά με την ψυχική τους ευεξία και το σωματικό τους βάρος, χρησιμοποιώντας μια εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα. Οι ερωτήσεις αξιολογούσαν τα συμπτώματα κατάθλιψης, άγχους και αντιλαμβανόμενου στρες του κάθε ατόμου.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, για κάθε βαθμιαία αύξηση της συνήθους βαθμολογίας κατάθλιψης ενός ατόμου, το βάρος του αυξανόταν κατά κάποια γραμμάρια ένα μήνα αργότερα.
Μπορεί η αύξηση να φαίνεται μικρή, αλλά οι ερευνητές σημείωσαν ότι αν η κατάθλιψη ενός ατόμου ανέβαινε από το 5 στο 10 στην κλίμακα που χρησιμοποίησαν, αυτό θα σχετιζόταν με μια μέση αύξηση του βάρους κατά μισό κιλό.
«Παρόλο που η αύξηση του βάρους ήταν σχετικά μικρή, ακόμη και μικρές αλλαγές στο βάρος που συμβαίνουν σε σύντομο χρονικό διάστημα, μπορούν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερες αλλαγές στο βάρος μακροπρόθεσμα, ιδίως μεταξύ των υπέρβαρων και παχύσαρκων ατόμων», δήλωσε η Mueller.
Η επίδραση αυτή παρατηρήθηκε μόνο σε άτομα που είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα, δήλωσαν οι ερευνητές. Τα άτομα με υγιές βάρος δεν φάνηκε να παίρνουν βάρος λόγω των μεταπτώσεων της διάθεσης.
Οι ερευνητές δεν βρήκαν επίσης καμία ένδειξη ότι το στρες ή το άγχος προκαλούσαν αύξηση του σωματικού βάρους ή ότι το βάρος ενός ατόμου προέβλεπε οποιαδήποτε αύξηση της κατάθλιψης.
«Τα άτομα με υψηλό ΔΜΣ διατρέχουν ήδη μεγαλύτερο κίνδυνο για άλλες παθήσεις, οπότε αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε περαιτέρω επιδείνωση της υγείας τους», δήλωσε η Mueller.
«Η παρακολούθηση και η αντιμετώπιση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων σε άτομα με υπερβολικό βάρος ή παχυσαρκία θα μπορούσε να βοηθήσει στην πρόληψη της περαιτέρω αύξησης του βάρους και να είναι επωφελής τόσο για την ψυχική όσο και για τη σωματική τους υγεία», πρόσθεσε.