Η δυσπαρευνία, δηλαδή ο πόνος κατά τη διάρκεια ή μετά τη σεξουαλική επαφή, αποτελεί ένα συχνό αλλά συχνά αποσιωπημένο πρόβλημα που επηρεάζει σημαντικό ποσοστό γυναικών όλων των ηλικιών. Παρότι πολλές γυναίκες διστάζουν να το συζητήσουν, ο πόνος στη σεξουαλική επαφή δεν είναι «φυσιολογικός» και συχνά αποτελεί ένδειξη υποκείμενων σωματικών ή ψυχολογικών παραγόντων.
Τα αίτια της δυσπαρευνίας ποικίλλουν. Από σωματικής πλευράς, συχνή αιτία είναι η κολπική ξηρότητα, η οποία μπορεί να οφείλεται σε ορμονικές αλλαγές, όπως κατά την εμμηνόπαυση, τον θηλασμό ή τη λήψη ορισμένων φαρμάκων. Λοιμώξεις του κόλπου ή του ουροποιητικού, φλεγμονές, κύστεις ωοθηκών, ενδομητρίωση, ινομυώματα ή ακόμη και τραυματισμοί μετά τον τοκετό μπορούν επίσης να προκαλέσουν πόνο.
Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί ο κολεόσπασμος, μια κατάσταση κατά την οποία οι μύες του κόλπου συσπώνται ακούσια, καθιστώντας τη διείσδυση επώδυνη ή και αδύνατη. Ο πόνος μπορεί να είναι επιφανειακός, στην είσοδο του κόλπου, ή βαθύτερος, χαμηλά στην κοιλιά, ανάλογα με την αιτία.
Ωστόσο, η δυσπαρευνία δεν σχετίζεται μόνο με οργανικά αίτια. Ψυχολογικοί παράγοντες, όπως το άγχος, το στρες, η κατάθλιψη, οι προηγούμενες τραυματικές εμπειρίες ή η αρνητική στάση απέναντι στη σεξουαλικότητα, μπορούν να επηρεάσουν τη σεξουαλική απόκριση και να εντείνουν τον πόνο. Συχνά, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος φόβου και προσμονής του πόνου, που επιδεινώνει την κατάσταση.
Η αντιμετώπιση της δυσπαρευνίας απαιτεί εξατομικευμένη προσέγγιση. Η επίσκεψη σε γυναικολόγο είναι το πρώτο και καθοριστικό βήμα για τη διάγνωση της αιτίας. Ανάλογα με το πρόβλημα, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, ορμονική θεραπεία, φυσικοθεραπεία πυελικού εδάφους, χρήση λιπαντικών ή και ψυχοσεξουαλική υποστήριξη.
Η ανοιχτή επικοινωνία με τον σύντροφο και τον ειδικό υγείας είναι καθοριστικής σημασίας. Με την κατάλληλη φροντίδα, οι περισσότερες γυναίκες μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα της σεξουαλικής τους ζωής και να απαλλαγούν από τον πόνο, αποκαθιστώντας τη σωματική και ψυχική τους ευεξία.



