Η έκθεση των εμβρύων στην ατμοσφαιρική ρύπανση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχει αποδειχθεί ότι επηρεάζει τις κυτταρικές διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα στα βρέφη μετά τη γέννηση, οδηγώντας σε μείωση πρωτεϊνών που προστατεύουν από φλεγμονές, στρες και γήρανση.
Σύμφωνα με έρευνα που παρουσίασε η Όλγα Γκορλάνοβα, γιατρός και ερευνήτρια στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Παίδων του Πανεπιστημίου της Βασιλείας, στο διεθνές συνέδριο της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας στο Μιλάνο, η έκθεση των εγκύων σε υψηλότερα επίπεδα διοξειδίου του αζώτου (NO2), που προέρχεται κυρίως από τις εκπομπές οχημάτων, συνδέεται με αυξημένα επίπεδα της πρωτεΐνης Beclin-1, η οποία είναι σημαντική για την έναρξη της αυτοφαγίας, δηλαδή της ανανέωσης των κυττάρων. Παράλληλα, σχετίζεται με μειωμένα επίπεδα της πρωτεΐνης SIRT1, η οποία παίζει προστατευτικό ρόλο στην αντίσταση στο στρες, στη φλεγμονή και στη γήρανση, καθώς και της πρωτεΐνης IL-8, η οποία ενεργοποιεί ορισμένα φλεγμονώδη κύτταρα. Στην έρευνα, η επιστημονική ομάδα ανέλυσε 11 πρωτεΐνες που εντοπίστηκαν στο ομφαλοπλακουντιακό αίμα 449 υγιών νεογέννητων βρεφών.
Σε προηγούμενες μελέτες, η κυρία Γκορλάνοβα και οι συνεργάτες της είχαν διαπιστώσει ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη λειτουργία των πνευμόνων και το ανοσοποιητικό σύστημα των νεογέννητων.
Η Μαριέλ Πίγνενμπουργκ, αναπληρώτρια καθηγήτρια Παιδιατρικής Πνευμονολογίας στο Πανεπιστήμιο Erasmus του Ρότερνταμ στην Ολλανδία και επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας για την Παιδιατρική, η οποία δεν συμμετείχε στην έρευνα, σχολιάζει ότι «έχουμε ήδη αρκετά στοιχεία από αυτή και άλλες μελέτες, ώστε να στείλουμε ένα μήνυμα δυνατά και ξεκάθαρα στις κυβερνήσεις και τους φορείς χάραξης πολιτικής ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση βλάπτει την υγεία των ανθρώπων και οι επιπτώσεις φαίνονται πριν από τη γέννηση. Θα πρέπει όλοι μας να διπλασιάσουμε εκ νέου τις προσπάθειές μας για τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης όσο το δυνατόν γρηγορότερα και περισσότερο. Αυτό όχι μόνο θα βελτιώσει την υγεία των πληθυσμών και θα μειώσει το κόστος που συνδέεται με τη θεραπεία ασθενειών που προκαλούνται από την ατμοσφαιρική ρύπανση, αλλά θα βοηθήσει και το περιβάλλον σε μια εποχή που η κλιματική κρίση γίνεται όλο και πιο εμφανής κάθε μέρα που περνάει».