Η μελλοντική γονιμότητα των υπέρβαρων και παχύσαρκων αγοριών στην εφηβεία βρίσκεται σε κίνδυνο, σύμφωνα με μια νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο European Journal of Endocrinology. Η μελέτη δείχνει ότι οι έφηβοι με αυξημένο σωματικό βάρος τείνουν να έχουν μικρότερο όγκο όρχεων, κάτι που υπογραμμίζει τη σημασία της διατήρησης ενός φυσιολογικού βάρους σε αυτήν την ηλικία. Επιπλέον, η έρευνα αποκάλυψε ότι η υπερινσουλιναιμία και η αντίσταση στην ινσουλίνη, που συνδέονται με την παχυσαρκία, έχουν παρόμοια επίδραση στον όγκο των όρχεων τόσο πριν όσο και μετά την εφηβεία.
«Περίπου ένα στα επτά ζευγάρια δεν μπορεί να αποκτήσει παιδί, παρά τις τακτικές σεξουαλικές επαφές για τουλάχιστον ένα χρόνο. Στις μισές περίπου περιπτώσεις υπογονιμότητας, η αιτία εντοπίζεται στον άνδρα. Ωστόσο, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η αιτία παραμένει άγνωστη, όπως έδειξε και μια μελέτη που περιλάμβανε 20.000 άνδρες, όπου στο 70% των περιπτώσεων δεν υπήρξε διάγνωση. Οι πιο συχνές αιτίες ανδρικής υπογονιμότητας περιλαμβάνουν τραυματισμούς στους όρχεις, τον προστάτη ή την ουρήθρα, στυτική δυσλειτουργία, κιρσοκήλη, λοιμώξεις από σεξουαλικά ή μη μεταδιδόμενα παθογόνα, γενετικές ή ορμονικές διαταραχές, αυτοάνοσα νοσήματα, απόφραξη του σπερματικού συστήματος και ανατομικές ανωμαλίες. Οι περισσότερες από αυτές τις καταστάσεις είναι θεραπεύσιμες», αναφέρει ο Χειρουργός Ανδρολόγος Ουρολόγος, δρ. Αναστάσιος Λιβάνιος.
«Τις τελευταίες 4 δεκαετίες παρατηρείται μείωση της συγκέντρωσης σπέρματος και του συνολικού αριθμού σπερματοζωαρίων. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα έχει συντελεστεί και κάποια άλλη, σημαντική, αλλαγή: έχει αυξηθεί η παχυσαρκία, φαινόμενο που θα ενταθεί στα προσεχή χρόνια. Κατακόρυφη είναι η άνοδος και της παιδικής παχυσαρκίας. Εκτιμάται δε, ότι περίπου το 60% των σημερινών παιδιών θα είναι παχύσαρκα μέχρι την ηλικία των 35 ετών. Γνωρίζουμε ότι η παχυσαρκία και οι συννοσηρότητες που προκαλεί αποτελούν εν γένει αιτία ολιγοσπερμίας. Για παράδειγμα, η μη αλκοολική λιπώδης ηπατική νόσος, χαρακτηριστικό του μεταβολικού συνδρόμου, σχετίζεται με μείωση του αριθμού των σπερματοζωαρίων. Επιπλέον, η αντίσταση στην ινσουλίνη έχει σχετιστεί με μείωση των όγκου των όρχεων στα 20χρονα αγόρια κατά 20%, σε σύγκριση με τα 17χρονα», προσθέτει.
Ερευνητές, θέλοντας να μάθουν εάν η παχυσαρκία και τα νοσήματα που οφείλονται σε αυτήν σχετίζονται και με την ανάπτυξη των όρχεων στην προεφηβική (<9 ετών), περιεφηβική (9-14 ετών) και μετεφηβική (14-16 ετών) περίοδο, διεξήγαγαν μια μελέτη σε παιδιά και εφήβους ηλικίας 2 έως 18 ετών, που παραπέμφθηκαν στη Μονάδα Παιδιατρικής Ενδοκρινολογίας του Πανεπιστημίου της Κατάνια, στη Σικελία, για έλεγχο του σωματικού βάρους.
Συνέλεξαν δεδομένα σχετικά με τον όγκο των όρχεων, την ηλικία, τον δείκτη μάζας σώματος και την αντίσταση στην ινσουλίνη από 268 παιδιά και εφήβους. Διαπίστωσαν ότι τα αγόρια με φυσιολογικό βάρος είχαν 1,5 φορά μεγαλύτερο όγκο όρχεων, σε σύγκριση με εκείνα που ήταν υπέρβαρα ή παχύσαρκα.
Τα παιδιά και οι έφηβοι με φυσιολογικά επίπεδα ινσουλίνης είχαν 1,5-2 φορές μεγαλύτερο όγκο όρχεων, σε σύγκριση με εκείνα με υπερινσουλιναιμία, μια κατάσταση που συχνά συνδέεται με τον διαβήτη τύπου 2.
Όπως τονίζει ο δρ Λιβάνιος, «εάν τα ευρήματα της μελέτης αυτής επιβεβαιωθούν, η πρόληψη της παχυσαρκίας κατά την παιδική και εφηβική ηλικία θα αποτελούσε μια καλή τακτική για τη μείωση των πιθανοτήτων υπογονιμότητας, δεδομένου ότι ο μικρός όγκος των όρχεων οδηγεί σε μειωμένη παραγωγή σπέρματος στην ενήλικη ζωή.
Ωστόσο, δεν είναι το μοναδικό μέτρο που θα πρέπει να λαμβάνεται.
Υπάρχουν πολλές συνθήκες του τρόπου ζωής που αποτελούν επιβαρυντικούς παράγοντες και αυξάνουν τον κίνδυνο υπογονιμότητας.
Μεταξύ αυτών είναι η παρατεταμένη έκθεση σε χημικές ουσίες, φυτοφάρμακα, ζιζανιοκτόνα και υλικά βαφής, αφού διαταράζουν τις ορμόνες και οδηγούν σε χαμηλό αριθμό σπερματοζωαρίων, καθώς επίσης και η έκθεση σε βαρέα μέταλλα και σε ακτινοβολία.
Σύμφωνα με κάποιες έρευνες, αρνητικά επιδρά η υπερθέρμανση των όρχεων, η οποία μπορεί να προκύψει από πολλές αιτίες, όπως π.χ. από λάθος επιλογή ρούχων και εσωρούχων κατά τους μήνες με υψηλή θερμοκρασία και από παρατεταμένη χρήση φορητού υπολογιστή ψηλά στους μηρούς.
Υπάρχουν δε και ορισμένες καθημερινές συνήθειες που είναι επιβλαβείς για την παραγωγή του σπέρματος, όπως η χρήση ναρκωτικών, αναβολικών φαρμάκων, προϊόντων καπνού και αλκοόλ.
Η αποφυγή όλων αυτών και η υιοθέτηση μιας υγιεινής ζωής, με καλή διατροφή και άθληση μειώνει τις πιθανότητες υπογονιμότητας και των επιπλοκών της, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται ο καρκίνος των όρχεων και του προστάτη».
Ο έλεγχος της γονιμότητας γίνεται με την εκτέλεση διαγνωστικών εξετάσεων, όπως σπερμοδιάγραμμα και υπερηχογράφημα, καθώς και με εξετάσεις αίματος και ούρων. Η δε θεραπεία της υπογονιμότητας εξαρτάται από την αιτία που την προκαλεί. Σε κάποιες περιπτώσεις αρκεί η αλλαγή του τρόπου ζωής, η χορήγηση φυλλικού οξέος και ψευδαργύρου ή η ορμονική θεραπεία, ενώ σε άλλες απαιτείται χειρουργική επέμβαση, π.χ. εάν η αιτία της υπογονιμότητας είναι η ύπαρξη κιρσοκήλης ή η απόφραξη του σπερματικού πόρου.
«Εάν το πρόβλημα ξεκινά από κάποια σεξουαλική διαταραχή, όπως στυτική δυσλειτουργία, υπάρχουν επίσης αποτελεσματικοί τρόποι θεραπείας. Η συγκεκριμένη αντιμετωπίζεται με μεγάλη επιτυχία με μια επαναστατική μέθοδο θεραπείας, τα κρουστικά κύματα, όταν είναι αγγειογενούς αιτιολογίας.
Για όσους έχουν ήπια υπογονιμότητα, υπάρχει η επιλογή της τεχνητής γονιμοποίησης ή άλλες τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όπως η μέθοδος GIFT (Gamete IntraFαllopian Transfer και η ZIFT (intrafallopian transfer of fertilized eggs), καθώς και της μικρο-γονιμοποίησης (intra-cytoplasmic sperm injection, ICSI).
Τέλος, για τους άνδρες που η υπογονιμότητα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί και επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί, μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο χρήσης σπέρματος από δότη», καταλήγει ο δρ. Λιβάνιος.