Οι κρίσεις πανικού χαρακτηρίζονται από επεισόδια έντονου άγχους, συνοδευόμενα από συμπτώματα όπως πόνος στο στήθος, ταχυπαλμία, αίσθημα πνιγμού, ζάλη, αίσθημα λιποθυμίας, τρόμο, εφίδρωση, εξάψεις ή ρίγη, ναυτία και γαστρεντερικές ενοχλήσεις. Επίσης, οι κρίσεις πανικού μπορεί να προκαλέσουν έντονο φόβο ότι το άτομο παθαίνει καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο, ή αντίθετα φόβο ότι τρελαίνεται ή χάνει τον έλεγχο.
Είναι πιθανό να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια του ύπνου (μεταξύ του 2ου και 3ου σταδίου ύπνου) ή όταν ο ασθενής προσπαθεί να χαλαρώσει. Συνήθως, μετά την πρώτη κρίση πανικού, οι ασθενείς επισκέπτονται εφημερεύοντα νοσοκομεία και υποβάλλονται σε εξετάσεις για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο καρδιακού ή εγκεφαλικού επεισοδίου.
Όταν οι διαγνωστικές εξετάσεις είναι αρνητικές για σωματικό νόσημα προωθούνται από τους εφημερεύοντες σε ειδικούς ψυχικής υγείας. Κάποιες φορές βέβαια οι κρίσεις πανικού μπορεί να υπάρχουν και σε ασθενείς με σωματικά νοσήματα. Μετά την πρώτη κρίση πανικού, και λόγω της αγωνίας που βιώνουν κατά τη διάρκεια του επεισοδίου, οι ασθενείς εισέρχονται σε μία κατάσταση αγχώδους αναμονής επομένου επεισοδίου κρίσης πανικού και για αυτό το λόγο αποφεύγουν καταστάσεις που πιστεύουν πως σχετίζονται με την πρώτη κρίση πανικού. Οι αποφυγές αυτές έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκουν οι ασθενείς, μιας και επιδεινώνεται το άγχος τους.
Για να τεθεί η διάγνωση της Διαταραχής Πανικού απαιτείται η ύπαρξη επαναλαμβανομένων κρίσεων πανικού στη διάρκεια ενός μήνα, που να ακολουθούνται από επίμονο φόβο πως μπορεί να επαναληφθούν. Επιπλέον, οι κρίσεις δεν θα πρέπει να οφείλονται στη λήψη ουσιών (π.χ. ναρκωτικών, αλκοόλ) ή να αποτελούν μέρος άλλης ψυχιατρικής διαταραχής (π.χ. ψύχωσης ή κατάθλιψης).
Πάνω από 60% των ασθενών με διαταραχή πανικού κάποια στιγμή εμφανίζουν κατάθλιψη και αντίστροφα 30-60% των ασθενών με κατάθλιψη εμφανίζουν δευτερογενή διαταραχή πανικού.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται διαφορική διάγνωση της διαταραχής πανικού από σωματικές και ψυχικές παθήσεις. Ακολουθεί κατάλογος σωματικών και ψυχικών παθήσεων που μπορεί να σχετίζονται με την εκδήλωση κρίσεων πανικού:
Σωματικές παθήσεις
Καρδιαγγειακές διαταραχές: Αναιμία, πρόπτωση μιτροειδούς βαλβίδας, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, έμφραγμα μυοκαρδίου, φλοβοκομβική ταχυκαρδία, κλπ.
Νευρολογικές παθήσεις: Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο, επιληψία, παροδική ισχαιμική προσβολή, λοίμωξη Κεντρικού Νευρικού Συστήματος κλπ.
Ενδοκρινικές παθήσεις: Νόσος Addison, υπερθυρεοειδισμός, σύνδρομο Cushing, σύνδρομο καρκινοειδούς, φαιοχρωμοκύττωμα, διαβήτης, υπογλυκαιμία, προ-εμμηνορυσιακή συνδρομή, εμμηνοπαυσιακό σύνδρομο.
Πνευμονολογικές παθήσεις: Άσθμα, σύνδρομο υπεραερισμού, πνευμονική εμβολή.
Ουσιοεξαρτήσεις: Αμφεταμίνες, αντιχολινεργικά, κοκαΐνη, ψευδαισθησιογόνα, ινδική κάνναβη, νικοτίνη, θεοφυλλίνη.
Απόσυρση από ουσίες: Αλκοόλ, αντιυπερτασικά, οπιοειδή, κατασταλτικά-υπνωτικά.
Διάφορες παθολογικές διαταραχές: Αναφυλαξία, έλλειψη B12, ηλεκτρολυτικές διαταραχές, ουραιμία, συστηματικές λοιμώξεις, ερυθηματώδης λύκος, δηλητηρίαση με βαρέα μέταλλα.
Ψυχικές παθήσεις
Υπόκριση, υποχονδρίαση, αποπροσωποποιητική διαταραχή, κοινωνική ή άλλου τύπου φοβία, διαταραχή stress μετά από ψυχοτραυματική εμπειρία, κατάθλιψη, σχιζοφρένεια.
Επιδημιολογία
Η Διαταραχή Πανικού έχει επιπολασμό στη διάρκεια της ζωής 1-2%. Το κάπνισμα, η υπέρταση, το άσθμα, το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, και οι ημικρανίες σχετίζονται συχνά με τη διαταραχή πανικού. Οι συγγενείς ασθενών με διαταραχή πανικού έχουν 20πλάσιο κίνδυνο σε σχέση με το γενικό πληθυσμό να εμφανίσουν την διαταραχή. Κρίσεις πανικού εμφανίζονται ιδιαίτερα συχνά στην εφηβεία αλλά όχι πιο πριν. Η διαταραχή πανικού με αγοραφοβία φαίνεται να είναι πιο συχνή στις γυναίκες, ενώ η διαταραχή πανικού χωρίς αγοραφοβία είναι πιο συχνή στους άντρες.
Πρόγνωση
Η πρόγνωση της Διαταραχής Πανικού είναι καλή, εφόσον υπάρχει παρακολούθηση και σωστή αντιμετώπιση των ασθενών. Βέβαια οι υποτροπές σε κάποιες περιπτώσεις είναι συχνές, ειδικά στις γυναίκες.
Θεραπεία
Μόνο με τη γνωσιακή-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις κρίσεις πανικού, γιατί μαθαίνουμε να κατανοούμε με ποιο τρόπο το παρατεταμένο stress οδηγεί στην ανάδυση των σωματικών συμπτωμάτων που απαρτίζουν μία κρίση πανικού. Έτσι μαθαίνουμε να αναγνωρίζουμε αυτά τα συμπτώματα και να μη φοβόμαστε πως μπορεί να τρελαθούμε ή να πάθουμε καρδιακό/ εγκεφαλικό επεισόδιο γιατί κατανοούμε πως το παρατεταμένο stress και μόνο ευθύνεται για την κρίση πανικού.
Αρκετοί ασθενείς δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν την Διαταραχή Πανικού χωρίς φαρμακευτική αγωγή. Συνήθως χρησιμοποιείται ένας συνδυασμός αντικαταθλιπτικών και αγχολυτικών σκευασμάτων και παρουσιάζεται ύφεση των συμπτωμάτων μετά από περίπου 3-4 βδομάδες. Όσοι παίρνουν μόνο φαρμακευτική θεραπεία για κάποια περίοδο απαλλάσσονται από τα συμπτώματα αλλά αυτά συνήθως επιστρέφουν αφού διακόψουν τη φαρμακευτική θεραπεία. Για αυτό καλό είναι η φαρμακευτική θεραπεία να συνδυάζεται με τη γνωσιακή-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία. Ουσιαστικά ο ασθενής διδάσκεται μέσω της γνωσιακής-συμπεριφορικής ψυχοθεραπείας να αναγνωρίζει πως δεν κινδυνεύει να τρελαθεί ή να πεθάνει από μία κρίση πανικού, μαθαίνει να μην αποφεύγει καταστάσεις που πίστευε πως μπορεί να προκαλέσουν κρίσεις, καταλαβαίνει πως σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στον τρόπο που εκείνος σκέφτεται και συμπεριφέρεται (μιας και έχοντας το φόβο της επόμενης κρίσης, έχει αυξημένα επίπεδα stress, και ουσιαστικά γίνεται επιρρεπής και σε άλλες κρίσεις πανικού).