Νέα ερευνητικά ευρήματα υποδεικνύουν ότι υπάρχουν ιδανικές ώρες κατά τη διάρκεια της ημέρας για φαγητό και νηστεία. Η κατανάλωση τροφής νωρίς μέσα στην ημέρα μπορεί να συμβάλλει στην απώλεια βάρους, ενώ η κατανάλωση γευμάτων μέσα σε ένα χρονικό περιθώριο 10 ωρών μπορεί να βελτιώσει τα επίπεδα γλυκόζης και χοληστερόλης στο αίμα, σύμφωνα με δύο πρόσφατες μελέτες που δημοσιεύτηκαν στο διεθνούς κύρους επιστημονικό περιοδικό Cell Metabolism.
Σύνοψη κύριων σημείων των μελετών αυτών:
Η πρώτη είναι μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη, διασταυρούμενη δοκιμή με 16 συμμετέχοντες που ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι (ηλικία 37,3 ± 2,8 έτη, 5 γυναίκες, ΔΜΣ 28,7 ± 0,6 kg/m2). Μελετήθηκαν σε διαφορετικές ημέρες στα ίδια άτομα οι επιπτώσεις της καθυστερημένης (12:00 με 22:00) συγκριτικά με την ενωρίς κατανάλωση φαγητού (08:00 με 16:00), ενώ ελεγχόταν αυστηρά η πρόσληψη θρεπτικών συστατικών, η σωματική δραστηριότητα, ο ύπνος και η έκθεση στο φως, ώστε να μην διαφέρουν σε άλλα στοιχεία μεταξύ τους. Βρέθηκε ότι η καθυστερημένη κατανάλωση φαγητού μέσα στην ημέρα αύξησε την πείνα και άλλαξε τις ορμόνες που ρυθμίζουν την όρεξη, αυξάνοντας την αναλογία γκρελίνης προς λεπτίνη. Επιπλέον, η καθυστερημένη κατανάλωση φαγητού μείωσε την ενεργειακή δαπάνη κατά την αφύπνιση και τη μέση θερμοκρασία σώματος.
Οι γονιδιακές αναλύσεις κατέδειξαν μάλιστα ότι η καθυστερημένη κατανάλωση τροφής άλλαξε τα μονοπάτια που εμπλέκονται στο μεταβολισμό των λιπιδίων, ]σε κατεύθυνση που συνάδει με μειωμένη λιπόλυση και αυξημένη λιπογένεση. Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν συγκλίνοντες μηχανισμούς, με τους οποίους η καθυστερημένη κατανάλωση φαγητού μπορεί να οδηγήσει σε θετικό ενεργειακό ισοζύγιο και αυξημένο κίνδυνο παχυσαρκίας.
Η δεύτερη είναι μια τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή 12 εβδομάδων με 137 πυροσβέστες που εργάζονται σε 24ωρες βάρδιες (23-59 ετών, 9% γυναίκες). Τυχαιοποιήθηκαν οι μισοί σε συμβουλευτική για 10ωρο περιορισμό της πρόσληψης τροφής και συγκρίθηκαν με τους άλλους μισούς που μπορούσαν να τρώνε όποια ώρα της ημέρας. Οι πρώτοι επέλεξαν το χρονικό παράθυρο 09:00 με 19:00 ως στόχο. Όλοι οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν εφαρμογή smartphone για να καταγράφουν όλα τα συμβάντα κατάποσης κατά τη διάρκεια της μελέτης.
Κατά την έναρξη, και οι δύο ομάδες είχαν διατροφικό παράθυρο περίπου 14 ωρών. Και οι δύο ομάδες ακολούθησαν μια υγιεινή μεσογειακή διατροφή, χωρίς διαφορές στις θερμίδες συνολικά. Οι συμμετέχοντες που μείωσαν χρονικά το διατροφικό τους παράθυρο (σε 11,13 ώρες τελικά κατά μέσο όρο) δεν είχαν ανεπιθύμητες ενέργειες, ενώ ανέφεραν βελτιωμένη ποιότητα ζωής. Σε σύγκριση με την άλλη ομάδα, μείωσαν σημαντικά το μέγεθος των λιπιδίων VLDL. Μάλιστα, σε συμμετέχοντες με αυξημένο καρδιομεταβολικό κίνδυνο κατά την έναρξη παρατηρήθηκαν σημαντικές μειώσεις στη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) και στη διαστολική αρτηριακή πίεση.