Η βουβωνοκήλη είναι μια συχνή πάθηση και μια μορφή κήλης του κοιλιακού τοιχώματος.
Πώς δημιουργείται;
Οι περισσότερες βουβωνοκήλες είναι ιδιοπαθείς, δηλαδή εμφανίζονται σε σημεία του βουβωνικού πόρου που είναι κατασκευαστικά ασθενή από την εμβρυϊκή μας ζωή. Σε μεγαλύτερες ηλικίες, η φθορά και το αδυνάτισμα των κοιλιακών τοιχωμάτων μπορούν επίσης να προκαλέσουν την εμφάνιση ευένδοτων σημείων. Παράγοντες που αυξάνουν την ενδοκοιλιακή πίεση, όπως χρόνια δυσκοιλιότητα, χρόνιος βήχας ή πνευμονοπάθειες, εγκυμοσύνη, ή άρση μεγάλων βαρών, μπορούν να οδηγήσουν στην εμφάνιση βουβωνοκήλης. Άλλα πιθανά αίτια είναι παλαιότερος τραυματισμός ή χειρουργική επέμβαση.
Πόσο συχνή είναι;
Η βουβωνοκήλη είναι η συχνότερη κήλη: 75% των κηλών του κοιλιακού τοιχώματος είναι βουβωνοκήλες. Είναι οκτώ φορές συχνότερες στους άνδρες: ένας άνδρας έχει δια βίου πιθανότητα 25% να αναπτύξει βουβωνοκήλη, σε αντίθεση με τις γυναίκες, όπου το ποσοστό είναι 5%. Παρά ταύτα, η βουβωνοκήλη παραμένει η συχνότερη γυναικεία κήλη. Στις Ηνωμένες Πολιτείες πάσχει από βουβωνοκήλη το 10% του πληθυσμού, ενώ πάνω από 20.000.000 ασθενείς παγκοσμίως υποβάλλονται ετησίως σε χειρουργική θεραπεία.
Πώς θα καταλάβω αν έχω βουβωνοκήλη; Κινδυνεύω από κάτι;
Συχνά ο ασθενής ανακαλύπτει μόνος του ένα εξόγκωμα στη βουβωνική χώρα, το οποίο διογκώνεται όταν βήχει ή σφίγγεται, και εξαφανίζεται όταν χαλαρώνει, ενώ μπορεί και να πονάει. Ενίοτε, ο πόνος είναι ακόμη και το πρώτο σύμπτωμα που οδηγεί τον ασθενή στο ιατρείο, χωρίς καν να ψηλαφάται μόρφωμα. Ένα ποσοστό 8%-13% των ασθενών που επισκέπτονται χειρουργό για βουβωνοκήλη από τη μία πλευρά, έχουν ταυτόχρονα και αδιάγνωστη αντίπλευρη βουβωνοκήλη. Σε μεγαλύτερες κήλες, το εξόγκωμα ενοχλεί και επηρεάζει τον ασθενή στην καθημερινότητά του, ενώ μπορεί να εμφανιστεί γενικότερος κοιλιακός πόνος ή διαταραχές των κενώσεων. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι η περίσφιξη: κάθε ασθενής με βουβωνοκήλη διατρέχει πάντοτε το ρίσκο να εγκλωβιστεί κάποιο ενδοκοιλιακό σπλάγχνο μέσα στην κήλη, ώστε αυτό να μη μπορεί να αιματωθεί ικανοποιητικά. Σε τέτοιες περιπτώ-σεις, το εγκλωβισμένο σπλάγχνο ισχαιμεί και νεκρώνεται, με ολέθρια αποτελέσματα όπως διάτρηση εντέρου και περιτονίτιδα, που διακινδυνεύουν ακόμη και τη ζωή του ασθενούς.
Τι μπορώ να κάνω;
Αν υποψιάζεστε πως έχετε βουβωνοκήλη, σοφό είναι να κλείσετε ραντεβού με χειρουργό. Αν ως τότε νιώσετε έντονο πόνο στη βουβωνική χώρα που δεν περνάει μόνος του ή με λήψη απλών παυσίπονων, ή αν έχετε ψηλαφητή μάζα στη βουβωνική χώρα που πονάει και δεν εξαφανίζεται όταν ξαπλώνετε, τότε είναι πιθανόν να έχετε περισφιγμένη βουβωνοκήλη, και καλό θα ήταν να απευθυνθείτε επειγόντως σε χειρουργό χωρίς καθυστέρηση.
Πώς θεραπεύεται μια βουβωνοκήλη;
Δυστυχώς, δεν υπάρχει συντηρητική θεραπεία για τις βουβωνοκήλες: η μόνη λύση είναι η χειρουργική επέμβαση, γι’ αυτό και προτείνεται στους ασθενείς να χειρουργηθούν το συντομότερο δυνατόν. Υπάρχουν διάφορες τεχνικές για την αποκατάσταση μιας βουβωνοκήλης, και η επιλογή της κατάλληλης είναι πάντα εξατομικευμένη για κάθε μοναδικό ασθενή, Μία βουβωνοκήλη μπορεί να χειρουργηθεί είτε με την ανοικτή προσπέλαση, δηλαδή με μία τομή στη βουβωνική περιοχή, είτε ελάχιστα επεμβατικά, δηλαδή με τρεις πολύ μικρότερες τομές, δια μέσου των οποίων ο χειρουργός επισκευάζει την κήλη εκ των έσω, με χρήση λαπαροσκοπικής κάμερας και λεπτών εργαλείων που χειρίζεται με τα χέρια του, ή μέσω ενός ρομποτικού συστήματος.
Αυτή η προσέγγιση προσφέρει μειωμένο ως και καθόλου μετεγχειρητικό πόνο, μειωμένα ποσοστά μετεγχειρητικής λοίμωξης των τραυμάτων, ανώτερο αισθητικό αποτέλεσμα, άμεση επιστροφή του ασθενούς στην καθημερινότητα και τις δραστηριότητες του, και δυνατότητα για αποκατάσταση αμφοτερόπλευρων βουβωνοκηλών στο ίδιο χειρουργείο. Υπάρχουν βέβαια ασθενείς όπου η ελάχιστα επεμβατική προσπέλαση αντενδείκνυται, όπως σε υποτροπή βουβωνοκήλης μετά από λαπαροσκοπική επέμβαση, ασθενείς με βεβαρυμένο ιστορικό που δε μπορούν να λάβουν αναισθησία, ή ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε θεραπευτική ακτινοβόληση στην κάτω κοιλιά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, προτιμούμε την ανοικτή προσπέλαση.
Υπάρχει κίνδυνος να επανεμφανιστεί η κήλη;
Δεν υπάρχει θεραπεία με μηδενικό ποσοστό υποτροπής: το εφ’ όρου ζωής ποσοστό επανεμφάνισης της κήλης φτάνει ως και 7%, ασχέτως προσπελάσεως. Η άρτια κατάρτιση του χειρουργού, η χρήση ποιοτικών εργαλείων, και η μετεγχειρητική προσοχή του ασθενούς, είναι κρίσιμες για την ελαχιστοποίηση του ποσοστού αυτού.
Είναι σημαντική η επιλογή χειρουργού έμπειρου στη χειρουργική των κηλών, συζητήσιμου και επεξηγηματικού, που θα φροντίσει τον ασθενή, θα του εξηγήσει όλες τις εναλλακτικές που είναι διαθέσιμες, και θα τον βοηθήσει να επιλέξει την κατάλληλη για να λύσει το πρόβλημά του.