Καθημερινά το 11 – 25% των ενηλίκων αντιμετωπίζει κάποια αναπνευστική ίωση που έχει ως κύριο σύμπτωμα τον επίμονο βήχα. Ο επίμονος, μετα-μολυσματικός βήχας είναι πολύ συχνότερος από όσο νομίζουμε, σύμφωνα με τους συγγραφείς σχετικού επιστημονικού άρθρου που δημοσιεύτηκε στις 12 Φεβρουαρίου, στο Canadian Medical Association Journal.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που είχαν στην διάθεση τους οι ερευνητές αναφέρουν ότι σχεδόν το ένα τέταρτο εκείνων που ανάρρωσαν πρόσφατα από μια αναπνευστική λοίμωξη, μπορεί να χρειαστεί να ανεχθούν έναν βήχα που δεν υποχωρεί ακόμα και για διάστημα που φτάνει τις 8 εβδομάδες.
Γιατί δεν υποχωρεί ο βήχας
Σύμφωνα με τον Omid Mehdizadeh, ωτορινολαρυγγολόγο στο Providence Saint John’s Health Center στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνια, ένας μετα-μολυσματικός βήχας μπορεί να εμφανιστεί μετά από λοίμωξη του αναπνευστικού η οποία έχει προκληθεί από οποιονδήποτε ιό, όπως αυτοί που είναι υπεύθυνοι για το κοινό κρυολόγημα.
«Ο μετα-ιικός βήχας οφείλεται συνήθως σε έντονη φλεγμονή του αναπνευστικού συστήματος, η οποία μπορεί να εκδηλωθεί στην μύτη, στο λαιμό και στα πνευμόνια», εξηγεί.
Σύμφωνα με τους συγγραφείς του άρθρου, αυτή η φλεγμονή μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη ευαισθησία των βρογχικών οδών και αντίστοιχα αυξημένη παραγωγή βλέννας.
Το UCLA Health σημειώνει ότι η φλεγμονή μπορεί να προκαλέσει πρήξιμο των αεραγωγών, ενώ η διαδικασία αποστράγγισης της βλέννας μπορεί να ερεθίσει το λαιμό και τις φωνητικές χορδές. Και οι δύο αυτοί παράγοντες μπορούν να συμβάλουν σε έναν βήχα που παραμένει ακόμα και όταν η λοίμωξη έχει υποχωρήσει.
Πώς μπορούμε να ανακουφιστούμε
Σύμφωνα με τον Chantel Strachan, Παθολόγο στο Ιατρικό Κέντρο Irving του Πανεπιστημίου Κολούμπια, ο βήχας που ακολουθεί μια ίωση δεν έχει ανησυχητικά χαρακτηριστικά παρά το γεγονός ότι είναι ενοχλητικός στην καθημερινότητα.
Η αντιμετώπιση του από τους γιατρούς συνήθως αφορά στην χορήγηση μη συνταγογραφούμενων κατασταλτικών σκευασμάτων, όπως είναι τα περισσότερα σιρόπια για τον βήχα. Επίσης, ανακούφιση προσφέρουν στις περισσότερες περιπτώσεις, ρινικές σταγόνες ή σπρέι καθώς και παστίλιες για τον λαιμό.
Οι γιατροί επισημαίνουν ότι αυτό το είδος βήχα υποχωρεί τελικά με την πάροδο του χρόνου ενώ δεν βελτιώνεται με την χρήση αντιβιοτικών τα οποία ούτως ή άλλως δεν έχουν θεραπευτικό αποτέλεσμα σε αυτή την περίπτωση.
Πώς όμως μπορούμε να διακρίνουμε αν όντως ο επίμονος βήχας μας είναι ακίνδυνος ή όχι; Οι επιστήμονες, διευκρινίζουν ότι το πιο ευκρινές χαρακτηριστικό του μετα-ιικού «αθώου» βήχα είναι ότι συνήθως είναι «ξηρός».
Στην περίπτωση που έχει άλλα χαρακτηριστικά, με απόχρεμψη, δύσπνοια και πόνο στο στήθος, αίμα στον βλεννογόνο, δυσκολία στην κατάποση, πυρετό και θορυβώδη αναπνοή, χρειάζεται να αξιολογηθεί από γιατρό ο οποίος με την σειρά του θα ζητήσει στις περισσότερες περιπτώσεις μια ακτινογραφία θώρακα ώστε να αποσαφηνίσει τα αίτια του βήχα.
Πιο προσεκτικοί στην αξιολόγηση των συμπτωμάτων πρέπει να είναι εκείνοι που έχουν ιστορικό υποτροπιάζουσας πνευμονίας ή είναι μακροχρόνιοι καπνιστές.
Ένας βήχας που επιμένει για περισσότερο από δυο μήνες, επίσης πρέπει να αξιολογηθεί αφού χαρακτηρίζεται πλέον χρόνιος και απαιτεί έλεγχο της πνευμονολογικής λειτουργίας για να αποκλειστεί το άσθμα ή η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια.