Η επιληψία είναι μια εξαιρετικά δυσάρεστη κατάσταση για τους πάσχοντες, αφού χαρακτηρίζεται από
· τη διαρκή κι επίμονη στο χρόνο προδιάθεση για τη δημιουργία επιληπτικών
κρίσεων, οι οποίες δεν προκαλούνται από κάποιο εξωγενές ερέθισμα, που προσβάλει το νευρικό σύστημα
· επαναλαμβανόμενες επιληπτικές κρίσεις
· τις νευροβιολογικές, γνωστικές, ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες των
υποτροπών των κρίσεων.
Οι επιληπτικές κρίσεις συμβαίνουν όταν πραγματοποιούνται μεταβολές διεγερτικών και ανασταλτικών επιδράσεων, με αποτέλεσμα υπερδιέγερση, υπερ-συγχρονισμό ή και τα δύο.
Τα αίτια εμφάνισης της επιληψίας ποικίλουν. Κυρίαρχες όμως είναι οι εξής:
· Γενετική προδιάθεση
· Συγγενείς δυσπλασίες
· Εγκεφαλικά επεισόδια
· Τραυματική εγκεφαλική βλάβη
· Λοιμώξεις
· Όγκοι
· Νευροεκφυλιστικές νόσοι
· Εγκεφαλοαγγειακή νόσος.
Οι υποκείμενες αιτίες και οι επιπτώσεις της πάθησης και της θεραπείας έχουν νευρολογικές, γνωστικές, ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες, οι οποίες επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των πασχόντων. Το στίγμα ακόμη και στις μέρες μας είναι έντονο και σε συνδυασμό με όλα τα παραπάνω καθιστά την επιληψία μία πολύπλοκη κλινική οντότητα.
Η επιληψία επηρεάζει παγκοσμίως αδιάκριτα όλες τις ηλικίες και τα φύλα. Ο επιπολασμός και η συχνότητα εμφάνισης είναι αμυδρά υψηλότερη στους άνδρες και τείνουν να κορυφώνονται στους ηλικιωμένους. Πρόκειται για μία ασθένεια που ενέχει χαμηλό κίνδυνο θνησιμότητας, εκτός από περιπτώσεις γενικευμένων τονικοκλονικών κρίσεων (grand mal), νυχτερινών εκδηλώσεων και επιληψίας ανθεκτικής σε φάρμακα. Σε αυτές τις συνθήκες είναι απαραίτητη μεγαλύτερη προσοχή.
Επιληψία και Επιληπτική κρίση
Σύμφωνα με τη Διεθνή Ένωση κατά της επιληψίας (ILAE), η επιληψία ορίζεται από οποιαδήποτε από τις ακόλουθες καταστάσεις:
· τουλάχιστον 2 απρόκλητες (ή αντανακλαστικές) κρίσεις που εμφανίζονται σε διάστημα ίσο ή μεγαλύτερο των 24 ωρών
· μία απρόκλητη (ή αντανακλαστική) κρίση και πιθανότητα περαιτέρω κρίσεων παρόμοιες με τον γενικό κίνδυνο υποτροπής (τουλάχιστον 60%).
Μία επιληπτική κρίση είναι η παροδική εμφάνιση σημείων ή / και συμπτωμάτων, ένα επεισόδιο λόγω μη φυσιολογικής υπερβολικής ή σύγχρονης νευρωνικής δραστηριότητας στον εγκέφαλο. Οι επιληπτικές κρίσεις μπορεί να εμφανιστούν μετά από οξεία προσβολή του κεντρικού νευρικού συστήματος (ΚΝΣ) (δομική, συστηματική, τοξική ή μεταβολική). Αυτά τα συμβάντα (οξείες συμπτωματικές ή προκληθείσες κρίσεις) προορίζονται ως οξείες εκδηλώσεις της προσβολής κι ενδέχεται να μην επαναληφθούν, όταν η υποκείμενη αιτία έχει αφαιρεθεί ή όταν η οξεία φάση έχει παρέλθει.
Επομένως, επιληψία είναι η κλινική οντότητα η νόσος, κατά την οποία κάποιος εμφανίζει συχνά επιληπτικές κρίσεις, ενώ μία επιληπτική κρίση είναι το επεισόδιο, το οποίο δεν προϋποθέτει απαραίτητα την ύπαρξη επιληψίας. Πολλά άτομα με απομονωμένη πρώτη κρίση δεν έχουν ποτέ ξανά άλλη. Ωστόσο, μετά από μια δεύτερη απρόκλητη κρίση, ο κίνδυνος επαναλαμβανόμενων κρίσεων είναι υψηλός.
Ποιοι τύποι επιληπτικών κρίσεων υπάρχουν;
Ανάλογα με την προέλευση των κρίσεων στον εγκέφαλο, αυτές ταξινομούνται σε γενικευμένες και εστιακές. Οι γενικευμένες κρίσεις οφείλονται σε ανώμαλη εγκεφαλική δραστηριότητα και στα δύο ημισφαίρια κατά την έναρξη. Χωρίζονται σε αφαιρετικές (petit mal), μυοκλονικές, τονικές, ατονικές, κλoνικές και τονικοκλoνικές (grand mal). Οι εστιακές κρίσεις αφορούν κρίσεις με τοπική προέλευση. Χωρίζονται σε απλές εστιακές, σύνθετες εστιακές. Μία επιληπτική κρίση μπορεί να ξεκινήσει από ένα σημείο ως εστιακή, αλλά να γενικευθεί σε όλο τον εγκέφαλο και να καταλήξει δευτερογενώς ως γενικευμένη. Ο προσδιορισμός του συγκεκριμένου τύπου επιληψίας ενός ασθενούς είναι σημαντικός, επειδή η επιλογή αντιεπιληπτικού φαρμάκου εξαρτάται εν μέρει από αυτόν τον παράγοντα. Οι εστιακές κρίσεις είναι πιο συχνές από τις γενικευμένες κρίσεις τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες.
Οι επιληπτικές κρίσεις μπορεί να διακριθούν δευτερευόντως ως κινητικές ή μη κινητικές ανάλογα με τα συμπτώματα των σπασμών
Τα συμπτώματα της επιληψίας
Τα συμπτώματα μίας επιληπτικής κρίσης ποικίλουν ανάλογα με το είδος της και με τις περιοχές του εγκεφάλου που εμπλέκονται. Σε κάποιες περιπτώσεις, η έλευση μίας κρίσης συνοδεύεται από προειδοποιητικά σημάδια, γνωστά και ως «αύρα». Αυτή μπορεί να περιλαμβάνει στομαχική δυσφορία, οπτικές και οσφρητικές διαταραχές, αίσθημα πανικού ή φόβου, ζαλάδα ή ναυτία, ευχάριστο ή δυσάρεστο αίσθημα.
Τα συχνότερα συμπτώματα είναι τα εξής:
- Κλονικοί σπασμοί (τρέμουλο στα άκρα)
- Τονικοί σπασμοί (ακινητοποιημένα άκρα με συσπάσεις)
- Μυοκλονικοί σπασμοί (τινάγματα)
- Σπασμοί βλεφάρων
- Βολβοστροφή (γύρισμα ματιών)
- Σύγχυση & δυσκολία ανταπόκρισης
- Απώλεια επίγνωσης & συνείδησης
- Αισθητήρια συμπτώματα, όπως είναι οπτικές διαταραχές (αστεράκια), περίεργες μυρωδιές, ακουστικές διαταραχές Ξαφνικές περίεργες συμπεριφορές, όπως είναι η στερεοτυπίες και η καθήλωση του βλέμματος «στο κενό»
- Αισθητικά συμπτώματα, όπως είναι το μούδιασμα και η αίσθηση ηλεκτρικού ρεύματος
- Απώλεια μυϊκού τόνου
- Δυσκολία στην ομιλία.
Ποια είναι η θεραπεία;
Η θεραπεία βασίζεται στον τύπο και τη συχνότητα των επιληπτικών κρίσεων. Οι συχνότεροι τρόποι θεραπείας είναι οι εξής:
· Φαρμακευτική αγωγή με αντιεπιληπτικά σκευάσματα
· Χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση αυτής καθ’ αυτής της επιληψίας με αφαίρεση εγκεφαλικού ιστού που πυροδοτεί τις κρίσεις ή διακοπή της οδού εξάπλωσης της κρίσης
· Χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση της υποκείμενης αιτίας που την προκαλεί, πχ αφαίρεση όγκου ή μηνιγγιώματος.
Η επιληψία ελέγχεται με μεγάλη επιτυχία από τις προτεινόμενες φαρμακευτικές αγωγές ή ενδέχεται να υποχωρήσει από μόνη της συνήθως όσον αφορά τα παιδιά.