Το άγχος δεν είναι πια «προνόμιο» των ενηλίκων. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται όλο και συχνότερα ότι παιδιά, ακόμη και σε πολύ μικρές ηλικίες, εκδηλώνουν συμπτώματα άγχους. Οι απαιτήσεις της καθημερινότητας, οι γονεϊκές προσδοκίες, το σχολικό περιβάλλον, ακόμα και οι δραστηριότητες που υποτίθεται πως είναι ευχάριστες, συχνά λειτουργούν πιεστικά για τα παιδιά.
Ένα παιδί μπορεί να αγχωθεί από πράγματα που στους ενήλικες φαίνονται ασήμαντα. Μια απλή εργασία για το σχολείο, μια διαγωνίστηση, μια κοινωνική εκδήλωση ή η ανησυχία μήπως απογοητεύσει τους γονείς του, μπορεί να προκαλέσουν έντονη πίεση. Το πρόβλημα επιδεινώνεται όταν το παιδί δεν έχει τα εργαλεία ή τις λέξεις για να εκφράσει αυτό που νιώθει. Συχνά το άγχος εκδηλώνεται σωματικά, με πονοκεφάλους, στομαχόπονους, αϋπνία ή επιθετική συμπεριφορά.
Η υπερφόρτωση του καθημερινού προγράμματος είναι ένας βασικός παράγοντας. Πολλά παιδιά σήμερα δεν έχουν ελεύθερο χρόνο για παιχνίδι, ξεκούραση ή απλώς… να βαρεθούν. Από το σχολείο στο φροντιστήριο, από τη μουσική στο άθλημα και ξανά πίσω, ο ρυθμός θυμίζει περισσότερο ενήλικη ρουτίνα παρά παιδική ηλικία.
Οι γονείς παίζουν καθοριστικό ρόλο. Όταν οι ίδιοι λειτουργούν υπό πίεση και αγωνία, το παιδί το εισπράττει. Η συνεχής αξιολόγηση, η έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας και η απουσία συναισθηματικής ασφάλειας ενισχύουν το άγχος.
Για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο, χρειάζεται προσοχή, κατανόηση και χρόνος. Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να δημιουργούν ένα περιβάλλον αποδοχής, να δίνουν χώρο στα παιδιά να εκφράζονται και –το σημαντικότερο– να θυμούνται ότι η παιδική ηλικία δεν πρέπει να μοιάζει με διαρκή αγώνα επιβίωσης. Γιατί, τελικά, τα παιδιά δεν είναι «μικροί ενήλικες». Είναι απλώς παιδιά. Και έχουν δικαίωμα να ζουν σαν τέτοια.