Η αλλεργία αποτελεί μία από τις συχνότερες παθήσεις παγκοσμίως, επηρεάζοντας παιδιά και ενήλικες. Πρόκειται για υπερβολική αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος σε ουσίες συνήθως αβλαβείς, όπως η γύρη, η σκόνη, ορισμένα τρόφιμα, τα φάρμακα ή το τρίχωμα ζώων. Τα συμπτώματα μπορεί να κυμαίνονται από ήπια, όπως φτέρνισμα και κνησμό, έως σοβαρά, όπως αναπνευστική δυσχέρεια ή αναφυλαξία.
Η διάγνωση της αλλεργίας βασίζεται αρχικά στο αναλυτικό ιατρικό ιστορικό. Ο γιατρός θα διερευνήσει πότε εμφανίζονται τα συμπτώματα, σε ποιες συνθήκες, τη διάρκειά τους και αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό αλλεργιών. Στη συνέχεια, μπορεί να ακολουθήσει κλινική εξέταση και ειδικές δοκιμασίες.
Οι πιο συνηθισμένες εξετάσεις είναι τα δερματικά τεστ νυγμού, κατά τα οποία μικρή ποσότητα αλλεργιογόνου τοποθετείται στο δέρμα για να διαπιστωθεί αν προκαλεί αντίδραση. Εναλλακτικά ή συμπληρωματικά, μπορεί να γίνει εξέταση αίματος για τον προσδιορισμό ειδικών αντισωμάτων (IgE). Σε ειδικές περιπτώσεις, ο γιατρός μπορεί να συστήσει δοκιμασία πρόκλησης, πάντα υπό αυστηρή ιατρική παρακολούθηση.
Η πρόληψη της αλλεργίας εστιάζει κυρίως στον περιορισμό της έκθεσης στα αλλεργιογόνα. Η συχνή καθαριότητα του σπιτιού, η χρήση καλυμμάτων κατά των ακάρεων, ο σωστός αερισμός και η αποφυγή καπνίσματος συμβάλλουν σημαντικά. Για τις εποχικές αλλεργίες, η παρακολούθηση των επιπέδων γύρης και η αποφυγή εξωτερικών δραστηριοτήτων σε ώρες αιχμής μπορούν να μειώσουν τα συμπτώματα.
Σημαντικό ρόλο παίζει και η ενίσχυση του οργανισμού, με ισορροπημένη διατροφή, επαρκή ύπνο και μείωση του άγχους. Σε άτομα με γνωστές αλλεργίες, η πιστή τήρηση των ιατρικών οδηγιών και η έγκαιρη λήψη αγωγής είναι καθοριστικής σημασίας.
Η αλλεργία δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται επιπόλαια. Η σωστή διάγνωση και η πρόληψη μπορούν να βελτιώσουν ουσιαστικά την ποιότητα ζωής και να αποτρέψουν σοβαρές επιπλοκές.



