Η λέξη “ανεύρυσμα” προκαλεί συχνά φόβο στους περισσότερους από εμάς. Έχουμε ακούσει για περιπτώσεις ατόμων που έχασαν τη ζωή τους, όπως ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, ή που βρέθηκαν σε κίνδυνο όταν το ανεύρυσμα έσπασε ξαφνικά, όπως ο Πέτρος Τατσόπουλος. Υπάρχουν επίσης άνθρωποι που γνωρίζουν για την ύπαρξή του και το παρακολουθούν για να προχωρήσουν σε προγραμματισμένη χειρουργική επέμβαση αν χρειαστεί, όπως ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Στο μυαλό μας, το ανεύρυσμα είναι κάτι ασαφές αλλά σίγουρα επείγον, απέναντι στο οποίο αισθανόμαστε ανίσχυροι. Ωστόσο, υπάρχουν πράγματα που μπορούμε να κάνουμε, με το πρώτο και σημαντικότερο να είναι η ενημέρωση. Η γνώση είναι δύναμη, και στην περίπτωση του ανευρύσματος, αυτή η φράση ισχύει απόλυτα.
Έχουμε σίγουρα πολλές ερωτήσεις σχετικά με τα ανευρύσματα, όπως: Πού μπορούν να αναπτυχθούν; Χρειάζεται πάντα χειρουργείο; Πώς δημιουργούνται; Έχουν κληρονομικότητα; Πότε μπορεί να σπάσουν; Πόσο επικίνδυνα είναι; Μπορούμε να κάνουμε κάτι για να τα προλάβουμε ή να τα διαχειριστούμε αν εμφανιστούν; Αυτές και άλλες απορίες θα εξετάσουμε στις επόμενες παραγράφους.
Το ανεύρυσμα είναι ένα εξόγκωμα που μοιάζει σαν μικρό μπαλόνι, και εντοπίζεται σε κάποιο σημείο μιας αρτηρίας, εκεί όπου το τοίχωμά της για κάποιον λόγο έχει παρουσιάσει λέπτυνση. Θεωρητικά τα ανευρύσματα μπορούν να αναπτυχθούν οπουδήποτε στο σώμα αλλά τα δύο πιο συνηθισμένα σημεία είναι ο εγκέφαλος και η αορτή, η αρτηρία που μεταφέρει το αίμα από την καρδιά στο υπόλοιπο σώμα.
Το δεύτερο αυτό ανεύρυσμα μπορεί να αναπτυχθεί στο τμήμα της αορτής που είναι στον θώρακα ή σε εκείνο που εντοπίζεται στην κοιλιά, όπως συμβαίνει στο 80% των περιπτώσεων. Επίσης, υπάρχει και το διαχωριστικό ανεύρυσμα αορτής, περίπτωση στην οποία χωρίς να προϋπάρχει ανεύρυσμα η αορτή παθαίνει ρήξη και η κατάσταση είναι εξαιρετικά επείγουσα και επικίνδυνη.
Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο;
Δεν είναι ξεκάθαρο γιατί προκύπτουν τα ανευρύσματα. Οι υποψίες πέφτουν κυρίως στην κληρονομικότητα, στην υπέρταση, σε ατυχήματα που έχουν προκαλέσει πίεση στο κεφάλι ή στον θώρακα και στην κοιλιά αντίστοιχα, στο κάπνισμα αλλά και σε γενετικούς λόγους (π.χ. επειδή υπήρχε εκ γενετής κάποια αρτηρία που το τοίχωμά της είχε υποστεί λέπτυνση). Ειδικά για τα ανευρύσματα του εγκεφάλου έχει βρεθεί ότι στην πλειονότητά τους εμφανίζονται σε καπνιστές ή σε πρώην καπνιστές (χωρίς οι γιατροί να μπορούν να βρουν την ακριβή σύνδεση ανάμεσα στο κάπνισμα και στο ανεύρυσμα), ειδικά όταν υπάρχει και σχετική κληρονομικότητα.
Επίσης, τα ανευρύσματα του εγκεφάλου είναι συχνότερα στις γυναίκες, στους ανθρώπους που είναι μεγαλύτεροι από 40 ετών, που κάνουν χρήση κοκαΐνης ή που έχουν κάποια ασθένεια που προδιαθέτει στη δημιουργία ανευρύσματος (πρόκειται για σπάνιες ασθένειες). Τα ανευρύσματα της αορτής γίνονται πολύ συχνότερα όσο αυξάνεται η ηλικία και έτσι είναι πιο συνηθισμένα σε ανθρώπους άνω των 65 ετών, συχνά άνδρες, καπνιστές, υπερτασικούς, με υπερλιπιδαιμία, αρτηριοσκλήρυνση και με σχετική κληρονομικότητα.
Πώς θα τo καταλάβουμε;
Δυστυχώς τα ανευρύσματα του εγκεφάλου παρουσιάζουν συμπτώματα μόνο αφού σπάσουν. Αυτά τα συμπτώματα είναι ένας πολύ έντονος πονοκέφαλος, δυσκαμψία στον αυχένα, φωτοφοβία, ναυτία και εμετός. Το ανεύρυσμα της αορτής από την άλλη πλευρά μπορεί να ψηλαφίζεται ως μια παλλόμενη μάζα κοντά στην περιοχή του αφαλού ή να προκαλεί ευαισθησία ή πόνο στην κοιλιά ή στον θώρακα, ακόμη και πόνο χαμηλά στη μέση (αν είναι μεγάλο και συμπιέζει νεύρα ή όργανα).
Αν το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής σπάσει τότε υπάρχει ξαφνικός, έντονος και επίμονος πόνος στην κοιλιά, στο στήθος, στην πλάτη, στη μέση καθώς και εφίδρωση, ζάλη, χαμηλή πίεση, ταχυκαρδία, απώλεια συνείδησης και δύσπνοια. Το θωρακικό ανεύρυσμα παρουσιάζει συμπτώματα όταν γίνει πολύ μεγάλο. Αυτά είναι: ξερός βήχας, δυσκολία στην κατάποση, βραχνάδα και δύσπνοια. Αν το ανεύρυσμα αυτό σπάσει (ή σκιστεί χωρίς να σπάσει τελείως και προκαλέσει μια μικρή αιμορραγία, όπου το αίμα δεν βγαίνει εκτός της αρτηρίας) τότε το σύμπτωμα είναι πολύ έντονος πόνος, σαν αυτόν του εμφράγματος.
Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς οι ίδιοι;
Τόσο για να προλάβουμε τη δημιουργία αλλά και την αύξηση σε μέγεθος ή ακόμα χειρότερα τη ρήξη ενός ανευρύσματος (που σχετίζεται με το πόσο μεγάλο είναι) είναι πολύ σημαντική η τακτική παρακολούθησή του με την καθοδήγηση ενός ειδικού. Επίσης, πολύ βοηθητική αποδεικνύεται η διακοπή του καπνίσματος και η προσπάθεια διατήρησης της αρτηριακής πίεσης σε χαμηλά επίπεδα. Επίσης, θεωρείται ότι θα μας βοηθήσει μία δίαιτα χαμηλή σε λιπαρά καθώς και η απώλεια βάρους.
Πώς διαγιγνώσκονται;
Το ανεύρυσμα του εγκεφάλου (αν δεν είναι τυχαίο εύρημα σε μία αξονική ή μαγνητική τομογραφία) μπορεί να διαγνωστεί με την ψηφιακή, τη μαγνητική ή την αξονική αγγειογραφία. Η ύπαρξη ανευρύσματος στην κοιλιακή αορτή γίνεται αντιληπτή με το υπερηχογράφημα κοιλιάς ενώ το ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής με την ακτινογραφία, το υπερηχογράφημα, την αξονική ή τη μαγνητική τομογραφία.
Πώς αντιμετωπίζονται;
Τα περισσότερα ανευρύσματα του εγκεφάλου δεν σπάνε, οπότε και η αντιμετώπιση αποφασίζεται μόνο όταν η πιθανότητα να συμβεί η ρήξη κρίνεται υψηλή. Βέβαια το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα ανευρύσματα συναντώνται συχνά σε νέους ανθρώπους οδηγεί συνήθως τους ειδικούς στο να λάβουν την απόφαση να παρέμβουν σε ένα εγκεφαλικό ανεύρυσμα. Για να ληφθεί αυτή η απόφαση οι ειδικοί παίρνουν υπόψη τους την ηλικία και το φύλο του ασθενούς (οι γυναίκες φαίνεται να είναι σε χειρότερη θέση από ό,τι οι άνδρες όσον αφορά τα εγκεφαλικά ανευρύσματα), τη θέση (όταν εντοπίζεται σε κάποια μεγάλη αρτηρία είναι πιο πιθανό να σπάσει) και το μέγεθος του ανευρύσματος (συνήθως χειρουργούνται τα ανευρύσματα που είναι μεγαλύτερα από 7 mm ή από 3 mm όταν συνυπάρχουν και άλλοι παράγοντες κινδύνου), το ιατρικό ιστορικό του ασθενούς αλλά και της οικογένειάς του.
Το ανεύρυσμα του εγκεφάλου αντιμετωπίζεται, είτε προληπτικά είτε αφού σπάσει, με ανοιχτό χειρουργείο ή με εμβολισμό (όταν η φυσιολογία του ανευρύσματος το επιτρέπει), όπου ένα πηνίο από πλατίνα φτάνει στον εγκέφαλο μέσω της μηριαίας αρτηρίας. Το ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής το παρακολουθούν οι καρδιολόγοι με υπέρηχο ή και αξονική μία φορά τον χρόνο ή και συχνότερα ανάλογα με το μέγεθός του. Το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής το παρακολουθούν κατά κανόνα οι αγγειοχειρουργοί με υπερήχους μία φορά τον χρόνο ή και συχνότερα ανάλογα με το μέγεθός του. Γενικά τα ανευρύσματα της αορτής θεωρούνται μεγάλα όταν είναι πάνω από 5 με 5,5 εκατοστά και τότε χρειάζεται να χειρουργηθούν, όσο για τα μικρότερα από αυτό οι ειδικοί συστήνουν να παρακολουθούνται τακτικά.
Τι γίνεται αν σπάσουν;
Κατ’ αρχάς θα πρέπει να πούμε ότι ο αριθμός των ανευρυσμάτων στον γενικό πληθυσμό είναι πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των ανευρυσμάτων που θα σπάσουν τελικά. Αν όμως συμβεί ρήξη και προκληθεί αιμορραγία, η κατάσταση είναι επείγουσα και μερικές φορές η έκβαση δεν είναι καλή. Πιο συγκεκριμένα, η πρόγνωση για ένα ανεύρυσμα του εγκεφάλου που έχει σπάσει δεν είναι πολύ καλή. Χρειάζεται επείγουσα αντιμετώπιση και περίπου οι 3 στους 5 ανθρώπους που τους συμβαίνει αυτό πεθαίνουν μέσα σε δύο εβδομάδες από τη στιγμή της αιμορραγίας ενώ οι μισοί από αυτούς που επιβιώνουν έχουν σοβαρή εγκεφαλική βλάβη και αναπηρίες. Από την άλλη πλευρά, αν σπάσει ένα ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής αντιμετωπίζεται επειγόντως με επέμβαση αλλά τα ποσοστά επιβίωσης δεν είναι υψηλά. Μόνο 2 στους 10 ανθρώπους επιβιώνουν σε τέτοια περίπτωση.