Όλες οι σχετικές μελέτες που έχουν γίνει παγκοσμίως καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα. Ότι τα αυτοάνοσα νοσήματα προτιμούν κατά μεγάλο ποσοστό τις γυναίκες σε σχέση με τους άντρες. Αυτό υποστηρίζει και η νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ακαδημαϊκό περιοδικό Cell.
Τον όρο αυτοάνοσο νόσημα τον χρησιμοποιούν οι ειδικοί για να περιγράψουν μια ασθένεια ή μια κατάσταση η οποία προκύπτει όταν υγιής ιστός του σώματος δέχεται «επίθεση» – και τελικά καταστρέφεται – από το ανοσοποιητικό σύστημα του ίδιου του οργανισμού.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Οι γιατροί και οι επιστήμονες αναρωτιούνται εδώ και δεκαετίες για τον γυναικείο επιπολασμό των αυτοάνοσων νοσημάτων. Έχουν αναφερθεί στο παρελθόν στις ορμόνες του φύλου, στον διαφορετικό αριθμό χρωμοσωμάτων και σε άλλους παράγοντες όπως η εγκυμοσύνη.
Κι ενώ γνωρίζαμε ότι το ιδιαίτερο μεταβολικό προφίλ των γυναικών και οι πολλαπλές ορμονικές αλλαγές που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της ζωής τους μπορεί να συνδέονται με τα αυτοάνοσα, τώρα, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ υποστηρίζουν ότι γι’ αυτή τη διαφορά ανάμεσα στα δύο φύλα μπορεί να ευθύνεται ένας τύπος μορίου που απαντάται μόνο στις γυναίκες.
«Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα, αλλά τα ευρήματα μπορεί να βοηθήσουν στην ακριβέστερη διάγνωση ασθενών που φαίνονται κλινικά και ανοσολογικά αρκετά διαφορετικοί», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.
Από τα μέχρι τώρα στοιχεία φαίνεται, επίσης, ότι η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς τα αυτοάνοσα τείνουν να απασχολούν τα μέλη της ίδιας οικογένειας.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχουν γονίδια που προδιαθέτουν την εκδήλωση των αυτοάνοσων νοσημάτων, τα οποία και συναντάμε συχνά στους ανθρώπους που τα παρουσιάζουν.
Γι’ αυτό και βλέπουμε πολλά μέλη της ίδιας οικογένειας να εμφανίζουν αυτοάνοσα, τα οποία, μάλιστα, μπορεί να είναι διαφορετικά στον καθένα.
Δηλαδή, κάποιος στην οικογένεια να έχει θυρεοειδίτιδα Hashimoto, άλλος διαβήτη τύπου 1, άλλος λεύκη και άλλος σκλήρυνση κατά πλάκας.
Πέραν των βιολογικών, παθολογικών και περιβαλλοντολογικών παραγόντων που προκαλούν ή/και συμβάλλουν τόσο στη γένεση όσο και στη συντήρηση των αυτοάνοσων νοσημάτων, το στρες και η γενικότερη ψυχικά αναταραγμένη ή διαταραγμένη κατάσταση του ατόμου μπορεί να είναι παράγοντας που χρειάζεται να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν τόσο από τον θεράποντα ιατρό όσο και από τον ίδιο το πάσχοντα.
Πόσο σοβαρά είναι τα αυτοάνοσα νοσήματα;
Εκτός από την καταστροφή υγιούς ιστού, ένα αυτοάνοσο μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία ενός οργάνου ή να το οδηγήσει στο να μεγαλώσει σε μέγεθος.
Τα όργανα τα οποία συχνότερα βρίσκονται στο «στόχαστρο» των αυτοάνοσων είναι το πάγκρεας, το δέρμα, οι φλέβες, ο συνδετικός ιστός, οι μύες, τα ερυθρά αιμοσφαίρια, ο θυρεοειδής και οι αρθρώσεις.
Επίσης, δεν είναι σπάνιο να νοσούν περισσότερα από ένα όργανα αλλά και να συνυπάρχουν σε έναν άνθρωπο περισσότερα από ένα αυτοάνοσα νοσήματα ταυτόχρονα.
Πώς αντιμετωπίζονται;
Για τα αυτοάνοσα νοσήματα ουσιαστικά δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη θεραπεία.
Υπάρχουν όμως πολλές θεραπευτικές μέθοδοι που μπορούν να βοηθήσουν στον έλεγχο των συμπτωμάτων.
Η διενέργεια ειδικών εξετάσεων επιτρέπει στους ασθενείς να αλλάξουν την πορεία τους νόσου και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους.
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων αξιολογούνται από τους ειδικούς, ώστε να διαμορφωθεί το θεραπευτικό πλάνο, που ταιριάζει στον κάθε ασθενή.