Ένα ακόμη κρούσμα της γρίπης των πτηνών, το τρίτο κατά σειρά, επιβεβαιώθηκε από το Κέντρο Ελέγχου και Νοσημάτων των ΗΠΑ. Όπως και τα προηγούμενα δύο κρούσματα, ένα στο Τέξας και ένα στο Μίσιγκαν, πρόκειται για εργάτη σε φάρμα με αγελάδες γαλακτοπαραγωγής στο Μίσιγκαν ξανά, σε διαφορετική ωστόσο φάρμα, συνεπώς η μετάδοση έγινε το πιθανότερο από μολυσμένη αγελάδα.
Πρόκειται για το πρώτο κρούσμα υψηλής παθογονικότητας ιού Η5Ν1 που αναφέρει τυπικά συμπτώματα οξείας αναπνευστικής νόσου, παρόμοια με αυτά που προκαλούν και άλλοι ιοί της γρίπης. Ο ασθενής ανέφερε στις υγειονομικές αρχές εκδηλώσεις από το ανώτερο αναπνευστικό, συμπεριλαμβανομένου βήχα χωρίς πυρετό και ερεθισμένα, υδαρή μάτια. Έλαβε αντιγριπικά φάρμακα (οσελταμιβίρη) και παραμένει στο σπίτι, ενώ τα συμπτώματά του έχουν υποχωρήσει.
Οι στενές επαφές του κρούσματος και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι στη φάρμα παρακολουθούνται. Μέχρι στιγμής δεν έχουν αναφερθεί συμπτώματα, ούτε υπάρχουν ενδείξεις ανθρώπινης μετάδοσης του ιού A(H5N1).
Εκτίμηση Κινδύνου
Κατά την ενημέρωση από το CDC, ο αναπληρωτής διευθυντής του κέντρου Δρ. Nirav Shah, ανέφερε ότι δεν υπάρχουν ακόμη ενδείξεις ότι ο ιός H5N1 μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο, ο κίνδυνος ωστόσο αυξάνεται με τα αναπνευστικά συμπτώματα: «Απλά, κάποιος που βήχει είναι πιθανότερο να μεταδώσει τον ιό από κάποιον που έχει λοίμωξη στα μάτια, όπως επιπεφυκίτιδα».
Σκέψεις για εμβολιασμούς
Σύμφωνα με ανακοίνωση του αμερικανικού Υπουργείου Υγείας, η κυβέρνηση ξεκίνησε τη διαδικασία παραγωγής περίπου 4,8 εκατομμυρίων δόσεων εμβολίου για τη γρίπη των πτηνών, μια διαδικασία που αναμένεται να διαρκέσει έως τα τέλη του καλοκαιριού, για να ακολουθήσει ο έλεγχος από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) σχετικά με την έγκριση.
Ο δεύτερος αγρότης στο Μίσιγκαν αποτελεί το τέταρτο κρούσμα H5N1 συνολικά στις ΗΠΑ. Η πρώτη διάγνωση έγινε το 2022. Επρόκειτο για έναν κρατούμενο στο Κολοράντο, που εργαζόταν σε φάρμα ελέγχου πουλερικών και είχε αναφέρει ως μόνο σύμπτωμα την κόπωση.
Παγκοσμίως, έχουν εντοπιστεί λιγότερα από 1.000 κρούσματα H5N1 σε ανθρώπους. Στοιχεία του CDC δείχνουν ότι περισσότεροι από τους μισούς πέθαναν, πρόκειται ωστόσο για αριθμό μάλλον υπερβολικό, καθώς κρούσματα που νοσούν ήπια πιθανώς δεν ανιχνεύονται.