Αν κοιτάξει κανείς τον πλανήτη μας από ψηλά, θα διαπιστώσει ότι ο άνθρωπος έχει πραγματοποιήσει τις πιο σημαντικές επεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον. Αν και ο πλανήτης φιλοξενεί εκατομμύρια είδη ζώων και φυτών, το ανθρώπινο είδος έχει επιβληθεί στο φυσικό περιβάλλον, το οποίο έχει επίσης προστατευτεί σε μεγάλο βαθμό από αυτόν και έχει εκμεταλλευτεί τα άλλα είδη του ζωικού και φυτικού βασιλείου προς όφελός του.
Η κυριαρχία αυτή του ανθρώπινου είδους δεν είναι τυχαία, αλλά αποτελεί μια εξέλιξη που συνοδεύεται από συσσώρευση γνώσεων και εμπειριών, οι οποίες μεταφέρονται από γενιά σε γενιά.
Το ισχυρότερο ωστόσο χαρακτηριστικό που επέτρεψε την επιβολή του ανθρώπου είναι η νοημοσύνη του. Η νοημοσύνη είναι ένα σύνολο πνευματικών λειτουργιών που χρησιμοποιούμε για να αντιμετωπίσουμε νέες καταστάσεις και να λύσουμε προβλήματα, αξιοποιώντας προηγούμενες εμπειρίες. Κατά τον Piaget, οι ουσιώδεις λειτουργίες της νοημοσύνης συνίστανται στην κατανόηση και στην ανακάλυψη, στο να κατασκευάζει δηλαδή η νοημοσύνη νέες δομές με βάση τις δομές που υπάρχουν μέσα στον πραγματικό κόσμο. Κοινό στοιχείων των περισσότερων ορισμών και απόψεων είναι ότι η νοημοσύνη αφενός αποβλέπει στην προσαρμογή του ατόμου στο περιβάλλον και αφετέρου είναι μια γενική και περίπλοκη λειτουργία που έχει σχέση με την συνολική ανάπτυξη του ψυχοσωματικού μηχανισμού του ατόμου με την επίδραση πολιτιστικών – φυσικών και κοινωνικών παραγόντων.
Ένα ερώτημα που απασχολεί συχνά γονείς οικογένειες και άτομα μεμονωμένα είναι το κατά πόσο η νοημοσύνη είναι επίκτητη χαρακτηριστικό και καλλιεργείται ή αν πρόκειται για γενετική συνιστώσα και ο καθένας γεννιέται με ένα συγκεκριμένο νοητικό πηλίκιο. Το ερώτημα αυτό στο παρελθόν αποτέλεσε αντικείμενο έρευνας ιδιαίτερα σε καθεστώτα απολυταρχικά στην προσπάθεια τους να δημιουργήσουν υπέρ νοήμονες, όπως και υπέρ αθλητές.
Κάθε άνθρωπος γεννιέται κληρονομώντας από τους γονείς του τα όρια μέσα στα οποία μπορεί να κινηθεί η νοημοσύνη του. Το γενετικό υλικό του πατέρα του και της μητέρας του θα καθορίσει το ανώτατο και το κατώτατο όριο μέσα στο οποίο θα αναπτυχθεί το νοητικό πηλίκιο του παιδιού. Είναι φανερό ότι εάν ένα παιδί γεννηθεί από ιδιαίτερα ευφυείς γονείς, μάλλον ξεκινά τη ζωή του με μια καλή προίκα, ενώ εάν γεννηθεί με γονείς που παρουσιάζουν νοητική υστέρηση η γενετική του προίκα θα είναι σχετικά φτωχή. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μπορεί το τέκνο της πρώτης περίπτωσης να μην αξιοποίησε τα καλά γονίδια που κληρονόμησε και να κινηθεί στα κατώτερα όρια αυτών, ενώ το τέκνο της δεύτερης περίπτωσης να αξιοποίησε στο μέγιστο δυνατό βαθμό αυτό και νε πετύχει ένα αρκετά υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με το πρώτο.
Ο άλλος παράγοντας τώρα που δρα καταλυτικά στη διαμόρφωση του δείκτη είναι η περιβαλλοντική συνιστώσα. Όπως η άσκηση οδηγεί το σώμα σε μια βελτιωμένη φυσική κατάσταση και σε υψηλές αθλητικές επιδόσεις με τον ίδιο τρόπο η εκπαίδευση η οποία ωστόσο παρέχεται στις δυο πρώτες δεκαετίες της ζωής του ατόμου έχουν καταλυτική επίδραση στην εξέλιξη του δείκτη νοημοσύνης. Ένα καλά οργανωμένο εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και λόγοι εσωτερικοί βασισμένοι σε κίνητρα μπορούν να οδηγήσουν σε καλλιέργεια της ευφυΐας και σε ανάπτυξη της. Η περιβαλλοντική συνιστώσα είναι ένας τροποποιήσιμος παράγοντας για αυτό και όλα τα εκπαιδευτικά συνθήματα έχουν επενδύσει στη γνώση, τη μάθηση τον ανταγωνισμό.
Δεν θα πρέπει να υποτιμά κανείς το ρόλο των κινήτρων που εμπλέκεται με ψυχολογικές συνιστώσες στη διαδικασία αυτή. Άτομα με χαρακτηριστικά στην προσωπικότητα τους θα αναπτύξουν το κίνητρο της επίτευξης, μίας δηλαδή εσωτερικής ώθησης που μας οδηγεί να βελτιωνόμαστε διαρκώς, την πρωτοβουλία να αναλαμβάνουμε δράση και να αδράττουμε ευκαιρίες καθώς και την αισιοδοξία, δηλαδή την επιμονή μας να επιδιώκουμε τους στόχους μας παρά τις δυσκολίες.
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι παρά την προίκα με την οποία μπορεί να ξεκινά κάποιος τη ζωή του, η νοημοσύνη είναι κάτι που μπορεί να χτισθεί και να αναπτυχτεί στα πρώτα όμως χρόνια της ζωής, που είναι καθοριστικά για την ανάπτυξη της προσωπικότητας και τη θεμελίωση της ψυχικής υγείας.