Την άμεση σύνδεση της κατάθλιψης με τις ώρες ύπνου διαπίστωσαν επιστήμονες από τη Βρετανία.
Μέχρι πρότινος οι επιστήμονες πίστευαν ότι ο κακός ύπνος ήταν σύμπτωμα κακής ψυχικής υγείας, αλλά τώρα, ερευνητές του University College του Λονδίνου ανατρέπουν τα δεδομένα για την κατάθλιψη.
Σύμφωνα με τη μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό Translational Psychiatry, οι άνθρωποι που κοιμόντουσαν λιγότερο από 7 με 9 ώρες κάθε βράδυ είχαν περισσότερες πιθανότητες να αισθάνονται πεσμένοι ή μόνοι τα επόμενα τέσσερα έως 12 χρόνια.
Εν τω μεταξύ, όσοι έπασχαν από κατάθλιψη είχαν κατά ένα τρίτο περισσότερες πιθανότητες να κοιμούνται λίγο.
«Διαπιστώσαμε ότι ο λιγοστός ύπνος πιθανότατα προηγείται των καταθλιπτικών συμπτωμάτων», υπογραμμίζει η ερευνητική ομάδα του UCL.
Επιπλέον, οι συγγραφείς της μελέτης παρατήρησαν ότι οι άνθρωποι που κοιμόντουσαν περισσότερο από εννέα ώρες είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη από εκείνους που κοιμόντουσαν επτά ώρες.
Το Εθνικό Ίδρυμα Ύπνου των ΗΠΑ προσθέτει ότι περισσότερο από το 90% των ενηλίκων που αναφέρουν κακή ποιότητα ύπνου παρουσιάζουν καταθλιπτικά συμπτώματα.
Το στρες και η κατάθλιψη οδηγεί σε αϋπνία ή το αντίστροφο;
Η απώλεια ύπνου, το άγχος και η κατάθλιψη φαίνεται να αλληλοτροφοδοτούνται, δημιουργώντας μια καθοδική σπείρα που είναι εξαιρετικά δύσκολο να σπάσει.
Οι άνθρωποι που υποφέρουν από αϋπνία έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη ή στρες στη ζωή τους σε σύγκριση με τα άτομα που κοιμούνται καλά. Μάλιστα, ακόμη και μετά από θεραπεία για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης και του άγχους, τα άτομα που συνεχίζουν να υποφέρουν από δυσκολίες στον ύπνο διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να επιστρέψουν στα ίδια συναισθήματα σε σχέση με εκείνους των οποίων ο ύπνος βελτιώνεται.
Από την άλλη, όταν αρνητικά συναισθήματα κάνουν επίμονα την εμφάνισή τους συχνά συνοδεύονται από προβλήματα ύπνου. Τα άτομα με κατάθλιψη ή υπέρμετρο άγχος μπορεί να δυσκολεύονται να κοιμηθούν κατά τη διάρκεια της νύχτας και να βιώνουν περιόδους υπνηλίας κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Η κατανόηση της περίπλοκης αυτής σχέσης ύπνου – στρες και κατάθλιψης είναι ένα σημαντικό βήμα για τη βελτίωση της ποιότητας της ανάπαυσης και την καλύτερη διαχείριση συναισθημάτων που προκαλούν δυσφορία.
Οι 7 συνήθειες που προστατεύουν από την κατάθλιψη
Σύμφωνα με προηγούμενη έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Mental Health, η πιο αποτελεσματική τακτική κατά της κατάθλιψης είναι ο καλός νυχτερινός ύπνος, ο οποίος μειώνει τον κίνδυνο κατά 22%.
Παλαιότερη μελέτη από ερευνητές από το τμήμα Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γιορκ, επιβεβαιώνει ότι το χρόνιο στρες είναι ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για μια σειρά από διαταραχές ψυχικής υγείας, συμπεριλαμβανομένης της κατάθλιψης και του παθολογικού άγχους.
Αλλά ο ύπνος καλής ποιότητας και στρατηγικές όπως η ικανότητα να βλέπει κανείς την θετική πλευρά ακόμα και σε μια δυσάρεστη κατάσταση, μπορούν να συμβάλλουν στην πρόληψη των προβλημάτων ψυχικής υγείας όταν το άτομο αντιμετωπίζει αρνητικές ή αγχωτικές εμπειρίες.
Άλλες συνήθειες που συμβάλλουν στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης κατάθλιψης είναι η θρεπτική διατροφή (6% χαμηλότερος κίνδυνος), η τακτική σωματική δραστηριότητα (14%), η αποχή από το κάπνισμα (20%) και η κοινωνικοποίηση (18%).