Σοκαριστικά είναι τα στοιχεία που λένε πως η έλλειψη ύπνου μπορεί να ισούται με συγκέντρωση αλκοόλ στο αίμα σχεδόν 1,5 φορές πάνω από το νόμιμο όριο κατά τη διάρκεια της οδήγησης.
Ερευνητές του Ιδρύματος για την Ασφαλή Οδήγηση των ΗΠΑ, υποστηρίζουν ότι ο κίνδυνος τροχαίου είναι μεγαλύτερος όταν κάποιος είναι άυπνος. Μάλιστα, η οδήγηση με έλλειψη ύπνου είναι σαν να έχει κανείς συγκέντρωση αλκοόλ στο αίμα του σχεδόν 1,5 φορές πάνω από το νόμιμο όριο. Ακόμα και εκείνοι οι οδηγοί που έχουν κοιμηθεί λιγότερες από επτά ώρες είναι πιθανότερο να εμπλακούν σε τροχαίο και να το έχουν προκαλέσει.
Όπως εξηγεί ο συγγραφέας της μελέτης Μπράιαν Τεφτ, οι ενήλικοι θα πρέπει να κοιμούνται επτά με εννέα ώρες κάθε βράδυ. Αλλά όλο και περισσότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 20% των Αμερικανών κοιμούνται λιγότερο από το συνιστώμενο. Μάλιστα, υπολογίζεται ότι το 7% των τροχαίων ατυχημάτων στις ΗΠΑ και το 16% των τροχαίων δυστυχημάτων προκαλούνται από νυσταγμένους οδηγούς.
Οι ερευνητές μελέτησαν στοιχεία για 5.470 τροχαία, όπου είχαν ληφθεί και συνεντεύξεις από τους εμπλεκόμενους οδηγούς, στο πλαίσιο έρευνας του υπουργείου Μεταφορών των ΗΠΑ.
«Ακόμα κι αν είχαν καταφέρει να μείνουν ξύπνιοι, οι νυσταγμένοι οδηγοί είχαν αυξημένο κίνδυνο να κάνουν λάθη, όπως να μην προσέξουν κάτι σημαντικό ή να αξιολογήσουν λάθος κάποια κενά στην κυκλοφορία, με τραγικές συνέπειες για τους ίδιους και τους άλλους οδηγούς», εξηγεί ο Δρ Τεφτ.
Οι οδηγοί που είχαν παραδεχθεί ότι είχαν κοιμηθεί λιγότερες από τέσσερις ώρες είχαν πάνω από 15πλάσιες πιθανότητες να ευθύνονται για τροχαίο ατύχημα, από εκείνους που είχαν κοιμηθεί τουλάχιστον επτά ώρες. Επίσης, είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να τρακάρουν μόνοι τους, με αποτέλεσμα τραυματισμό ή θάνατο. Οι νυσταγμένοι οδηγοί είχαν τις ίδιες πιθανότητες ατυχήματος με οδηγούς που είχαν συγκέντρωση αλκοόλ στο αίματος 1,5 φορά πάνω από το νόμιμο όριο.
Οι οδηγοί που είχαν κοιμηθεί τέσσερις με έξι ώρες ήταν σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να προκαλέσουν τροχαίο, συγκριτικά με αυτούς που είχαν κοιμηθεί επτά με εννέα ώρες. Τέλος, όσοι είχαν αλλάξει ωράριο ύπνου ή εργασίας εντός της προηγούμενης εβδομάδας και όσοι είχαν οδηγήσει τρεις ή περισσότερες ώρες συνεχόμενα είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο τροχαίου ατυχήματος