Η ιγμορίτιδα, γνωστή και ως ρινική παραρρινοκολπίτιδα, είναι μια φλεγμονή των ιγμορείων — των αεροφόρων κοιλοτήτων που βρίσκονται γύρω από τη μύτη και τα μάτια. Πρόκειται για μια αρκετά συχνή πάθηση που επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα ζωής, ιδιαίτερα όταν γίνει χρόνια.
Η ιγμορίτιδα διακρίνεται σε οξεία και χρόνια. Η οξεία ιγμορίτιδα εμφανίζεται συνήθως έπειτα από ένα κοινό κρυολόγημα ή γρίπη και διαρκεί λιγότερο από τέσσερις εβδομάδες. Η χρόνια ιγμορίτιδα επιμένει για περισσότερο από δώδεκα εβδομάδες ή εμφανίζεται επανειλημμένα μέσα στο χρόνο.
Αιτίες της ιγμορίτιδας περιλαμβάνουν ιογενείς ή βακτηριακές λοιμώξεις, αλλεργίες, ανατομικές ανωμαλίες της ρινικής κοιλότητας (όπως το στραβό ρινικό διάφραγμα), ρινικούς πολύποδες ή καπνίσματος. Η συσσώρευση βλέννας και η απόφραξη των ρινικών κόλπων δημιουργούν ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξη μικροβίων και φλεγμονών.
Τα συμπτώματα της πάθησης περιλαμβάνουν πόνο ή πίεση στο πρόσωπο (κυρίως γύρω από τα μάτια και το μέτωπο), βουλωμένη μύτη, παχύρρευστο ρινικό έκκριμα (συχνά κιτρινοπράσινο), μείωση ή απώλεια της όσφρησης, πονοκέφαλο και ενίοτε πυρετό.
Η αντιμετώπιση της ιγμορίτιδας εξαρτάται από την αιτία και τη διάρκεια των συμπτωμάτων. Σε οξείες περιπτώσεις, συνήθως συστήνονται αποσυμφορητικά, ρινικά σπρέι με κορτικοστεροειδή, πλύσεις με φυσιολογικό ορό και αναλγητικά. Αν υπάρχει βακτηριακή λοίμωξη, ο γιατρός μπορεί να προτείνει αντιβιοτική αγωγή. Στη χρόνια μορφή, απαιτείται συστηματικότερη θεραπευτική προσέγγιση, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις ενδείκνυται χειρουργική παρέμβαση για αποκατάσταση της σωστής ρινικής ανατομίας ή αφαίρεση πολύποδων.
Η πρόληψη περιλαμβάνει την αποφυγή αλλεργιογόνων, τον καλό αερισμό των χώρων, την ενίσχυση του ανοσοποιητικού και τη διακοπή καπνίσματος. Η έγκαιρη διάγνωση και σωστή θεραπεία είναι καθοριστικές για την αποφυγή επιπλοκών και τη διατήρηση της ρινικής υγείας.