Σοβαρές επιπτώσεις στην ανάπτυξη του εγκεφάλου των παιδιών και των γνωστικών τους ικανοτήτων έχουν οι ακραίες θερμοκρασίες, τόσο οι θερμές, όσο και οι ψυχρές.
Nέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Nature Climate Change, καταλήγει στο ανησυχητικό συμπέρασμα ότι οι ακραίες θερμοκρασίες, τόσο οι καύσωνες όσο και οι πολύ ψυχροί χειμώνες, μπορεί να έχουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη δομή της λευκής ουσίας του εγκεφάλου των παιδιών. Πρόκειται για εύρημα ιδιαίτερης βαρύτητας δεδομένης της κλιματικής αλλαγής που πλήττει τον πλανήτη.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από το Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Υγεία της Βαρκελώνης (ISGlobal) σε συνεργασία με το Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Erasmus στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας (Erasmus MC) και το Κέντρο Βιοϊατρικής Έρευνας CIBER στη Μαδρίτη.
Ευαίσθητοι παιδικοί εγκέφαλοι
Η Monica Guxens, ερευνήτρια στο ISGlobal, Erasmus MC και CIBER, ανέφερε ότι ο αναπτυσσόμενος εγκέφαλος των εμβρύων και των μικρών παιδιών είναι πολύ ευαίσθητος στους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ψυχική υγεία και τη γνωστική ικανότητα των παιδιών και εφήβων. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, υπήρχε έλλειψη μελετών που να αξιολογούν πιθανές αλλαγές στη δομή του εγκεφάλου λόγω έκθεσης σε ακραίες θερμοκρασίες.
Προβληματική ωρίμανση λευκής ουσίας
Η ανάλυση συμπεριέλαβε 2.681 παιδιά 9-12 ετών από τη μελέτη Generation R στο Ρότερνταμ. Με χρήση μαγνητικής τομογραφίας, οι επιστήμονες εκτίμησαν τη συνδεσιμότητα του εγκεφάλου μετρώντας τη διάχυση των μορίων του νερού στη λευκή ουσία. Αξιοποίησαν επιπλέον προηγμένες στατιστικές μεθόδους για να υπολογίσουν την έκθεση των παιδιών σε μέσες μηνιαίες θερμοκρασίες από τη σύλληψή τους μέχρι τα 8 έτη. Στη συνέχεια, αξιολόγησαν την επίδραση της έκθεσης σε διαφορετικές θερμοκρασίες στη συνδεσιμότητα του εγκεφάλου όταν στην ηλικία 9-12 ετών.
Η έκθεση σε πολύ κρύο κατά την κύηση και το πρώτο έτος ζωής, καθώς και η έκθεση σε πολλή ζέστη από τη γέννηση έως το τρίτο έτος ζωής, συνδέονταν με καθυστέρηση στην ωρίμανση της λευκής ουσίας του εγκεφάλου στην προεφηβεία.
«Οι ίνες της λευκής ουσίας είναι υπεύθυνες για τη συνδεσιμότητα των διαφόρων περιοχών του εγκεφάλου, επιτρέποντας την επικοινωνία μεταξύ τους. Καθώς αναπτύσσεται η λευκή ουσία, η επικοινωνία αυτή γίνεται ταχύτερη και πιο αποτελεσματική» εξήγησε η Laura Granés, ερευνήτρια στο ISGlobal και πρώτη συγγραφέας της μελέτης. Η αλλαγή αυτής της παραμέτρου, πρόσθεσε, έχει συνδεθεί με ασθενέστερη γνωστική λειτουργία και ορισμένα προβλήματα ψυχικής υγείας.
Ο ερευνητής Carles Soriano από το CIBER τόνισε ότι οι μεγαλύτερες αλλαγές στη συνδεσιμότητα του εγκεφάλου παρατηρούνται στα πρώτα χρόνια της ζωής. Η έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες κατά την περίοδο αυτή μπορεί να έχει μακροπρόθεσμη επίδραση στη μικροδομή της λευκής ουσίας.
Κοινωνικοί παράγοντες
Περαιτέρω ανάλυση έδειξε ότι τα παιδιά από λιγότερο προνομιούχες περιοχές ήταν πιο ευάλωτα στην έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες, που μπορεί να αποδοθεί στις συνθήκες διαβίωσης και στην ενεργειακή φτώχεια των υποβαθμισμένων περιοχών. Μεταξύ των πιθανότερων αιτιών για τις επιπτώσεις περιλαμβάνονται η χειρότερη ποιότητα ύπνου, η παρέμβαση στη φυσιολογική λειτουργία του πλακούντα και η ενεργοποίηση του ορμονικού άξονα που οδηγεί σε μεγαλύτερη παραγωγή κορτιζόλης ή σε φλεγμονώδεις διαδικασίες.
Τα ευρήματα της μελέτης υπογραμμίζουν την ανάγκη για στρατηγικές δημόσιας υγείας που θα προστατεύσουν τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, σύμφωνα με τη δρ. Guxens.