Ο Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, Γιάννης Κεφαλογιάννης, ανακοίνωσε ότι το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Ναυτικού Νοσοκομείου Κρήτης συνεχίζει να λειτουργεί κανονικά. Σε ερώτηση της βουλευτού Σέβης Βολουδάκη στη Βουλή, διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση έχει λάβει συγκεκριμένα μέτρα για την ενίσχυση των στρατιωτικών νοσοκομείων και την καλύτερη οργάνωση των υγειονομικών υπηρεσιών των Ενόπλων Δυνάμεων. Συγκεκριμένα, για το Ναυτικό Νοσοκομείο Κρήτης, εξασφαλίστηκε επαρκής στελέχωση από ιατρούς του Πολεμικού Ναυτικού, του Στρατού και της Αεροπορίας, ώστε να διασφαλίζεται η παροχή υπηρεσιών υγείας.
Ο κ. Κεφαλογιάννης τόνισε ότι η βελτίωση των υγειονομικών υπηρεσιών είναι απαραίτητη για την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα των Ενόπλων Δυνάμεων και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον στρατηγικό στόχο της «Ατζέντας 2030» για την ενίσχυση της ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων. Σχετικά με το σύστημα μεταθέσεων, υπογράμμισε ότι οι μεταθέσεις διέπονται από συγκεκριμένα κριτήρια, που λαμβάνουν υπόψη τις υπηρεσιακές ανάγκες, αλλά και κοινωνικές και οικογενειακές παραμέτρους, όπως προβλέπεται από το νόμο και τις υπουργικές αποφάσεις. Προσδιορίζονται, επίσης, ειδικές προβλέψεις για στελέχη με πολύτεκνες ή μονογονεϊκές οικογένειες, γονείς παιδιών με αναπηρίες και για όσους αντιμετωπίζουν θέματα υγείας.
Ο Υφυπουργός επισήμανε ότι η σταθερή τοποθέτηση σε μια οργανική θέση δεν ισχύει για τους στρατιωτικούς, οι οποίοι μετακινούνται βάσει των επιχειρησιακών αναγκών, με στόχο να διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας. Ωστόσο, τόνισε τη σημασία της διασφάλισης αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης, αναφέροντας ότι το Υπουργείο έχει ξεκινήσει προγράμματα στέγασης για τα στελέχη που αναγκάζονται να απομακρυνθούν από τις μόνιμες κατοικίες τους.
Στο ζήτημα της μετεγκατάστασης με βάση αποκλειστικά τα έτη υπηρεσίας, ο κ. Κεφαλογιάννης δήλωσε ότι μια τέτοια πολιτική θα μπορούσε να περιορίσει την ευελιξία και την επιχειρησιακή ετοιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων. Το Υπουργείο συνεχίζει να αξιολογεί προτάσεις από τα Γενικά Επιτελεία για να διατηρηθεί η ισορροπία μεταξύ της επιχειρησιακής ανάγκης και των ατομικών δικαιωμάτων των στρατιωτικών, ώστε να ενισχύεται η δικαιοσύνη και η αποτελεσματικότητα στη διοίκηση του προσωπικού.