Ανησυχητικά είναι τα ευρήματα νέων ερευνών που υποστηρίζουν πως 6 στους 10 ενήλικες αναμένεται να έχουν κάποιο είδος καρδιαγγειακής νόσου μέσα στα επόμενα 30 χρόνια.
Αυτό υπολογίζεται ότι θα έχει άμεσο και έμμεσο κόστος 1,8 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με προβλέψεις της Αμερικανικής Ένωσης Καρδιολογίας.
Σύμφωνα με τα δεδομένα, που παρουσιάζονται σε δημοσιεύσεις στο περιοδικό της Ένωσης «Circulation», από το 2020 ως το 2050 οι προβλεπόμενες αυξήσεις των καρδιαγγειακών νοσημάτων και των παραγόντων κινδύνου στις ΗΠΑ περιλαμβάνουν:
- Αύξηση της υψηλής αρτηριακής πίεσης (υπέρταση), που αποτελεί έναν τύπο καρδιαγγειακού νοσήματος, από 51,2% σε 61%
- Αύξηση των καρδιαγγειακών παθήσεων, συμπεριλαμβανομένων των εγκεφαλικών επεισοδίων (αλλά χωρίς την υπέρταση) από 11,3% σε 15%, δηλαδή από 28 εκατομμύρια σε 45 εκατομμύρια ενήλικες
- Διπλασιασμό του επιπολασμού των εγκεφαλικών επεισοδίων από 10 εκατομμύρια σε σχεδόν 20 εκατομμύρια ενήλικες
- Αύξηση της παχυσαρκίας από 43,1% σε 60,6% επηρεάζοντας περισσότερα από 180 εκατομμύρια άτομα
- Αύξηση του διαβήτη από 16,3% σε 26,8%, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν περισσότερα από 80 εκατομμύρια άτομα
- Η υπέρταση και η παχυσαρκία θα αυξηθούν πολύ στους νέους και μεσήλικες ηλικίας 20-64 ετών.
Υπάρχουν και… νότες αισιοδοξίας
Πάντως, παρά την προβλεπόμενη αύξηση του επιπολασμού των καρδιαγγειακών παθήσεων, διαπιστώνονται και ορισμένες θετικές τάσεις:
- το ποσοστό σωματικής αδράνειας (καθιστική ζωή) αναμένεται να μειωθεί από 33,5% σε 24,2%
- το ποσοστό καπνίσματος τσιγάρων να μειωθεί σχεδόν στο μισό (από 15,8% σε 8,4%)
- προβλέπεται και μικρή βελτίωση των ανθρώπων που κάνουν κακή διατροφή (από 52,5% σε 51,1%)
“Πονοκέφαλος” η μελλοντική υγεία των παιδιών
- η αύξηση της παχυσαρκίας στις ηλικίες 2-19 ετών από 20,6% το 2020 σε 33% το 2050 (από 15 εκατομμύρια παιδιά σε 26 εκατομμύρια παιδιά) με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να είναι σε παιδιά ηλικίας 2-5 ετών και 12-19 ετών
- η ανεπαρκής σωματική δραστηριότητα και η κακή διατροφή στα παιδιά αναμένεται να παραμείνουν υψηλά, σχεδόν 60% το κάθε ένα
Πάντως, η συγγραφική ομάδα σημειώνει ότι οι εκτιμήσεις αυτές δεν είναι αμετάκλητες. Οι κατάλληλες παρεμβάσεις και οι επιθετικές προσεγγίσεις για τη μείωση των παραγόντων κινδύνου θα μπορούσαν να αλλάξουν τις εξελίξεις.