Τα lockdown έφεραν απρόσμενες αλλαγές στην ποιότητα του ύπνου μας.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι άνθρωποι ονειρεύονταν περισσότερο, και τα όνειρά τους άλλαξαν, αντανακλώντας τις νέες συνθήκες. Αυτή η αλλαγή βοηθά τους ερευνητές να κατανοήσουν καλύτερα τα όνειρα.
Παρόλο που κάποιοι απορρίπτουν τη μελέτη των ονείρων, οι ερευνητές χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τα εργαλεία των κοινωνικών και βιοϊατρικών επιστημών για να τα μελετήσουν. Υπάρχουν εργαστήρια ύπνου σε πανεπιστήμια παγκοσμίως που μελετούν τα όνειρα με μαγνητική νευροαπεικόνιση και ηλεκτροεγκεφαλογραφήματα, δημοσιεύοντας τα ευρήματά τους σε επιστημονικά περιοδικά.
Οι επιστήμονες εξετάζουν τη χρήση εικονικής πραγματικότητας για τη δημιουργία ονείρων και εμπειριών ύπνου, και χρησιμοποιούν σαρώσεις εγκεφάλου για να αναπτύξουν αλγόριθμους που μπορούν να προβλέψουν, με κάποια ακρίβεια, τις εικόνες που βλέπουν οι άνθρωποι στα όνειρά τους. Ο στόχος είναι να ξεπεράσουν τα εμπόδια που περιβάλλουν την κατανόηση των ονείρων.
Παρά τις προσπάθειες με τα εργαστήρια ύπνου και τις σαρώσεις εγκεφάλου, όπως δηλώνει στους «New York Times» ο Τορ Νίλσεν, διευθυντής του Εργαστηρίου Ονείρων και Εφιαλτών στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ, τα όνειρα παραμένουν δύσκολα να κατανοηθούν πλήρως. Η πανδημία πρόσφερε μια νέα οπτική, ένα φυσικό πείραμα που βασίζεται στη συλλογική εμπειρία, προσθέτοντας μια νέα διάσταση στη μελέτη των ονείρων.
Περισσότερος αλλά χειρότερος ύπνος
Καθώς ο κορωνοϊός εξαπλώθηκε και μεγάλο μέρος του κόσμου κινήθηκε προς την απομόνωση, οι ερευνητές των ονείρων άρχισαν να οργανώσουν έρευνες που θα μπορούσαν να τους επιτρέψουν να έχουν στα ονειρικά τοπία που εκτυλίσσονται μέσα στον εγκέφαλο. Το πρώτο πράγμα που παρατήρησαν σχεδόν όλοι ήταν ότι για πολλούς ανθρώπους, οι κόσμοι των ονείρων τους έμοιαζαν ξαφνικά μεγαλύτεροι και πιο έντονοι.
Οι Ιταλοί
Μια μελέτη σε περισσότερους από 1.000 Ιταλούς που ζούσαν μέσα σε αυστηρό lockdown διαπίστωσε ότι περίπου το 60% κοιμόταν άσχημα – προ πανδημίας, μόνο το 1/3 των Ιταλών ανέφεραν προβλήματα ύπνου – και επίσης θυμούνταν περισσότερα από τα όνειρά τους από ό,τι σε κανονικές περιόδους. Ανέφεραν επίσης ότι αυτά τα όνειρα τα ένιωθαν ασυνήθιστα αληθινά και συναισθηματικά.
Οι Κινέζοι
Στην Ουχάν της Κίνας, μελέτη 100 νοσοκόμων που στρατολογήθηκαν για να εργαστούν στην πρώτη γραμμή διαπίστωσε ότι το 45% εξ αυτών έβλεπε εφιάλτες – «ποσοστό διπλάσιο», σημειώνει ο Νίλσεν, «μεταξύ των κινέζων ψυχιατρικών εξωτερικών ασθενών και πολλές φορές υψηλότερο από το 5% του γενικού πληθυσμού που έχει διαταραχές με εφιάλτες».
Αλλά και οι Γάλλοι
Στη Γαλλία, το Ερευνητικό Κέντρο Νευροεπιστημών της Λυών διαπίστωσε ότι η ανάκληση ονείρων αυξήθηκε κατά 35% τον μήνα μετά την έναρξη του lockdown, ενώ έρευνα σε 3.000 Αμερικανούς κατέγραψε ότι σχεδόν το 1/3 παρατήρησε ότι ξαφνικά θυμάται περισσότερα όνειρα.
Ακόμη και οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης, όπως ανακάλυψαν οι ερευνητές, ήταν γεμάτοι από ανθρώπους που εκπλήσσονταν με το πόσο πιο ενεργή και ζωντανή είχε γίνει η ζωή των ονείρων τους. «Είναι ιδέα μου;» ρωτούσαν πολλοί από αυτούς. Δεν ήταν.
Ένας ουρανός γεμάτος αστέρια
Η πρόσβαση σε αρκετό ύπνο έχει γίνει προνόμιο. Ο Αντόντιο Ζάντρα, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ και ερευνητής στο Κέντρο Προηγμένης Ερευνας στην Ιατρική του Υπνου, παρατηρεί ότι πριν από 1,5 χρόνο ήρθαν τα lockdown και ξαφνικά πολλοί άνθρωποι δεν έβαλαν ξυπνητήρια. Κοιμόντουσαν περισσότερο και κοιμόντουσαν αργότερα.
Οταν οι άνθρωποι που ήταν σε lockdown παρατήρησαν μια ξαφνική αύξηση στα όνειρα, λέει ο Ζάντρα, ήταν «σαν ένα καταστροφικό γεγονός να έσβησε όλα τα εξωτερικά φώτα και οι άνθρωποι έμειναν έκπληκτοι βλέποντας τόσα πολλά αστέρια στον ουρανό».
Και λοιπόν; θα ρωτούσε κάποιος. Ενα πράγμα στο οποίο όλοι συμφωνούν είναι ότι ο ύπνος, και ειδικά ο ύπνος REM, είναι σημαντικός. Η εξέλιξη δεν θα είχε ευνοήσει μια τόσο «επικίνδυνη» δραστηριότητα – κατά την οποία είμαστε αποκομμένοι από την πραγματικότητα – αν δεν ήταν βαθιά βοηθητικός για την επιβίωση.
Τέρατα που κρύβονται ή επιτίθενται αόρατα
Η Ντίντρε Μπάρετ είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας του Χάρβαρντ. Λίγο καιρό αφότου ξεκίνησε η πανδημία, εκείνη ξεκίνησε μια έρευνα στο Διαδίκτυο, όπου μαζί με τις βασικές πληροφορίες των χρηστών ζητούσε να περιγράψουν πρόσφατα όνειρά τους, που πίστευαν ότι αφορούσαν την πανδημία. Σε πολλούς, η σύνδεση ήταν προφανής: όνειρα εργασίας σε εντατικές ή κάποιο θετικό τεστ Covid ή να κρυφτεί από ασθένεια.
Αλλα όνειρα ήταν πιο μεταφορικά, αλλά παρ’ όλα αυτά πρόσφεραν διαισθητικές συνδέσεις, το είδος της μεταφοράς συναισθημάτων που οι ερευνητές των ονείρων συνηθίζουν να αναγνωρίζουν. Ενα κοινό όνειρο αυτού του τύπου περιελάμβανε τέρατα που κρύβονται ή επιτίθενται αόρατα στους ανθρώπους γύρω τους. Σε ένα όνειρο, το αόρατο τέρας μπορούσε να σκοτώσει μόνο ανθρώπους που βρίσκονταν σε απόσταση έξι μέτρων από το πιο πρόσφατο θύμα του.
Καθώς προχωρούσε η πανδημία, τα όνειρα για την ίδια την ασθένεια άρχισαν να αναμειγνύονται με όνειρα για τις δευτερεύουσες επιπτώσεις της, ειδικά τη ζωή υπό lockdown. Αυτά τα όνειρα, επίσης, ήταν σε γενικές γραμμές παρόμοια σε όλες τις χώρες, με τη διαφορά ότι ήρθαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, καθώς διάφορες χώρες επέβαλαν ή σταματούσαν τους περιορισμούς στις μετακινήσεις.
Οι άνθρωποι που βρίσκονταν μόνοι τους σε καραντίνα συχνά ονειρευόντουσαν αυτό που η ίδια αποκαλεί «υπερβολικά σενάρια απομόνωσης, εγκατάλειψης»: κρατούμενοι στη φυλακή ή εγκλωβισμένοι σε διαστημόπλοιο. Αντίθετα, εκείνοι που βρέθηκαν να ζουν με πολλά άτομα είχαν το αντίθετο όνειρο: ότι χάνουν τον έλεγχο του σπιτιού τους από τα πλήθη.
Καθώς ο χρόνος περνούσε και η πανδημία συνεχιζόταν, η Μπάρετ παρατήρησε περισσότερα όνειρα που περιέγραψε ως μετα-αποκαλυπτικά – συχνά αφορούσαν μικρές ομάδες επιζώντων που ζούσαν σε αλλαγμένους, επικίνδυνους κόσμους.
«Ονειρευόμουν ότι δεν θα επιστρέψω ποτέ στη συνηθισμένη ζωή, ότι είμαι γέρος και σε καραντίνα με τα μελλοντικά εγγόνια μου», έγραψε κάποιος. «Ονειρευόμουν ότι όλη η ανθρωπότητα σιγά – σιγά εξαφανιζόταν», ανέφερε ένας άλλος, «και διατηρήθηκε μόνο από εμένα που ήθελα να συντηρήσω τους πάντες στη μνήμη μου».