Αυτή τη στιγμή ο καρκίνος του μαστού είναι ο συχνότερος καρκίνος που προσβάλλει τις γυναίκες παγκοσμίως. Με τα ποσοστά να συνεχίζουν να αυξάνονται, επείγει ο εντοπισμός νέων τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου για τον συγκεκριμένο τύπο καρκίνου.
Νέα έρευνα με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ υποδηλώνει ότι η υψηλότερη λιπώδης δομή στην παιδική ηλικία, οδηγεί στο σχηματισμό λιγότερο πυκνού ιστού του μαστού, γεγονός που συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού.
Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω έρευνα για την κατανόηση του μηχανισμού της συνολικής προστατευτικής επίδρασης της παιδικής παχυσαρκίας, προκειμένου να εντοπιστούν νέοι στόχοι για παρέμβαση και πρόληψη.
Οι ερευνητές εξέτασαν λεπτομερέστερα μία από τις πιο εύλογες συνδέσεις – την πυκνότητα των ιστών του μαστού. Η υψηλότερη πυκνότητα του μαστού, που μετριέται με μαστογραφία, αποτελεί γνωστό παράγοντα κινδύνου για καρκίνο του μαστού και είναι γνωστό ότι επηρεάζεται από το μέγεθος του σώματος.
Όταν μια μαστογραφία δείχνει πυκνό ιστό του μαστού, σημαίνει ότι υπάρχει μεγαλύτερο ποσοστό αδενικού ή ινώδους ιστού σε σύγκριση με τον λιπώδη ιστό. Αντίθετα, όταν ο ιστός του μαστού είναι λιγότερο πυκνός, υπάρχει περισσότερος λιπώδης ιστός σε σχέση με τον αδενικό ή ινώδη ιστό.
Υπάρχουν όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι η παχυσαρκία στην παιδική ηλικία μπορεί να οδηγήσει σε διάφορες ασθένειες στην ενήλικη ζωή. Ωστόσο, στην περίπτωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού, οι επιδημιολογικές μελέτες παρατήρησης και πιο πρόσφατα οι μελέτες που χρησιμοποίησαν γενετικά δεδομένα, έχουν δείξει ότι το μεγαλύτερο σωματικό μέγεθος στην παιδική ηλικία μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Οι ερευνητές έδειξαν ότι το μεγαλύτερο μέγεθος του σώματος στην παιδική ηλικία, κοντά στην έναρξη της εφηβείας, οδηγεί στο σχηματισμό λιγότερο πυκνού ιστού στο στήθος. Η πυκνή περιοχή είναι το τμήμα του μαστού (αδενικός και ινώδης ιστός) όπου αναπτύσσεται κανονικά ο καρκίνος.
Η ύπαρξη λιγότερης πυκνής περιοχής στο μαστό οδηγεί στη συνέχεια σε μειωμένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού στην ενήλικη ζωή. Αυτός είναι ο προτεινόμενος μηχανισμός μέσω του οποίου το μεγαλύτερο σωματικό μέγεθος στην παιδική ηλικία μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Ωστόσο, ο βιολογικός μηχανισμός είναι πιο πολύπλοκος και ο εντοπισμός μικρότερων βημάτων σε αυτή τη διαδικασία με τη χρήση γενετικών δεδομένων αποτελεί μέρος της αποκάλυψης της βάσης αυτής της ανεξήγητης αιτιώδους σχέσης.
Η Δρ. Marina Vabistsevits από το τμήμα Επιδημιολογίας MRC του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ και την Ιατρική Σχολή του Μπρίστολ, δήλωσε: «Η μελέτη του μηχανισμού της προστατευτικής επίδρασης της παιδικής παχυσαρκίας είναι σημαντική, καθώς η αύξηση του σωματικού βάρους στην παιδική ηλικία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί προληπτικό μέτρο για τον καρκίνο του μαστού. Η διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί αυτή η συνολική “προστασία” είναι ζωτικής σημασίας για την κατανόηση των υποκείμενων μηχανισμών που οδηγούν στον καρκίνο και τον προλαμβάνουν, καθώς μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό νέων στόχων για παρέμβαση και πρόληψη».