Η δυσπεψία, γνωστή και ως “βαρυστομαχιά”, είναι ένα από τα πιο συχνά γαστρεντερικά ενοχλήματα που επηρεάζουν την καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων. Πρόκειται για ένα σύνολο συμπτωμάτων που περιλαμβάνουν φούσκωμα, αίσθημα πληρότητας, πόνο ή κάψιμο στο άνω μέρος της κοιλιάς, ναυτία και ρεψίματα. Αν και συχνά είναι παροδική, η επαναλαμβανόμενη δυσπεψία μπορεί να υποδεικνύει βαθύτερες αιτίες που αξίζουν προσοχής.
Η πιο συχνή αιτία είναι οι κακές διατροφικές συνήθειες. Η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων φαγητού, τα πολύ λιπαρά ή πικάντικα γεύματα, το πρόχειρο φαγητό και η γρήγορη κατάποση χωρίς επαρκή μάσηση επιβαρύνουν το στομάχι, καθυστερώντας την πέψη. Επίσης, η υπερβολική πρόσληψη καφέ, αλκοόλ και αναψυκτικών με ανθρακικό μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό του γαστρικού βλεννογόνου.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι το άγχος. Το στρες επηρεάζει άμεσα τη λειτουργία του πεπτικού συστήματος, διαταράσσοντας την παραγωγή οξέων και τις φυσιολογικές κινήσεις του στομάχου. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί άνθρωποι βιώνουν δυσπεψία σε περιόδους έντονης ψυχολογικής πίεσης.
Επιπλέον, ορισμένα φάρμακα — όπως τα αντιφλεγμονώδη, τα παυσίπονα και τα αντιβιοτικά — μπορεί να προκαλέσουν ή να επιδεινώσουν τη δυσπεψία, ειδικά όταν λαμβάνονται χωρίς τροφή ή για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η παρουσία του βακτηρίου Helicobacter pylori, που ευθύνεται για τη γαστρίτιδα και τα έλκη, αποτελεί επίσης συχνή αιτία. Σε αυτή την περίπτωση, απαιτείται ιατρική διάγνωση και κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Τέλος, η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας και οι κακές συνήθειες μετά το φαγητό — όπως η άμεση κατάκλιση ή το κάπνισμα — δυσκολεύουν την πέψη και αυξάνουν την πιθανότητα δυσφορίας.
Η πρόληψη της δυσπεψίας βασίζεται σε μικρές αλλαγές: τακτικά και ελαφριά γεύματα, ήρεμη κατανάλωση τροφής, επαρκής ύπνος και περιορισμός καφεΐνης και αλκοόλ. Αν τα συμπτώματα επιμένουν ή συνοδεύονται από πόνο, απώλεια βάρους ή εμετό, απαιτείται ιατρική αξιολόγηση για να αποκλειστούν πιο σοβαρές παθήσεις του πεπτικού.



