Πώς διεξήχθη η έρευνα Οι ερευνητές συγκέντρωσαν δεδομένα από 402.982 άτομα από το Ηνωμένο Βασίλειο, τα οποία δεν είχαν διαγνωστεί με διαβήτη κατά την έναρξη της μελέτης. Οι ηλικίες των συμμετεχόντων κυμαίνονταν από 37 έως 73 ετών. Κατά τη διάρκεια των 11 χρόνων παρακολούθησης, καταγράφηκαν περισσότερες από 13.000 περιπτώσεις διαβήτη τύπου 2 μεταξύ των συμμετεχόντων.
Σε σύγκριση με εκείνους που «ποτέ» ή «σπάνια» χρησιμοποιούσαν αλάτι, οι συμμετέχοντες που πρόσθεταν νάτριο στο φαγητό τους «μερικές φορές», «συνήθως» ή «πάντα», είχαν αντίστοιχα 13%, 20% και 39% υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 2.
Παράλληλα, οι ίδιοι άνθρωποι είχαν περισσότερες πιθανότητες να αυξήσουν τον Δείκτη Μάζας Σώματος και να «ξεφύγουν» από την ευνοϊκή για τους γενικούς δείκτες υγείας αναλογία μέσης προς γοφούς. Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο Mayo Clinic Proceedings.
Συνδετικός κρίκος τα ποσοστά λίπους
Σύμφωνα με τον επικεφαλής συγγραφέα της μελέτης, Δρ. Lu Qi, τα ποσοστά λίπους που φαίνεται να είναι αυξημένα στους ανθρώπους που τείνουν να καταναλώνουν συχνότερα αλάτι, ίσως είναι ο κρίκος που συνδέει τα αποτελέσματα των παρατηρήσεων τους.
Η διαιτολόγος Michelle Routhenstein αναφερόμενη στα ευρήματα εκτιμά ότι μολονότι η έρευνα δεν κατάφερε να εντοπίσει ακριβώς τη σύνδεση ανάμεσα στην κατανάλωση αλατιού και τον διαβήτη τύπου 2, φαίνεται να την αποδίδει στην ύπαρξη φλεγμονής στο σώμα, ως αποτέλεσμα βλάβης στα αιμοφόρα αγγεία που μπορεί να προκληθεί από την συνδυαστική δράση κατανάλωσης νατρίου, υψηλής αρτηριακής πίεσης και αντίστασης στην ινσουλίνη, καθώς πολλά τρόφιμα πλούσια σε νάτριο είναι ταυτόχρονα πλούσια σε κορεσμένα λιπαρά.
Τελικά, πόσο αλάτι είναι… πολύ;
Η αξιολόγηση της πραγματικής ημερήσιας πρόσληψης αλατιού δεν είναι εύκολη σημειώνουν οι ειδικοί καθώς μια αντικειμενική μέτρηση θα περιελάμβανε καθημερινή ανάλυση ούρων ενώ είναι πολύ πιθανό τα επίπεδα νατρίου στο ίδιο άτομο να διαφέρουν από μέρα σε μέρα.
Η συγκεκριμένη μελέτη υιοθέτησε την προσέγγιση της καταγραφής της συχνότητας με την οποία οι συμμετέχοντες πρόσθεταν αλάτι στο φαγητό τους, συνυπολογίζοντας και το αλάτι που προστίθεται κατά την προετοιμασία των γευμάτων.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι το αλάτι στην πράξη «ενθαρρύνει» την κατανάλωση μεγαλύτερων μερίδων φαγητού, με αποτέλεσμα την αύξηση άλλων παραγόντων κινδύνου για την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2 όπως είναι η παχυσαρκία και η χρόνια φλεγμονή.
Οι επιστήμονες προσανατολίζονται τώρα στην διεξαγωγή επιπλέον κλινικών μελετών ώστε να έχουν περισσότερα στοιχεία για την διαφαινόμενη σύνδεση. Παράλληλα, υπενθυμίζουν και μια σειρά τροφίμων που έχουν επίσης συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη όπως είναι αυτά που περιλαμβάνουν επεξεργασμένα σάκχαρα και επεξεργασμένους υδατάνθρακες.
Η Αμερικανική Ένωση Διαβήτη πάντως συνιστά στα άτομα με διαβήτη να περιορίζουν την πρόσληψη νατρίου στα 2.300 χιλιοστόγραμμα (mg) ημερησίως, ποσότητα που αντιστοιχεί σε 1 κουταλάκι του γλυκού επιτραπέζιο αλάτι.