Άγγλος γιατρός, που ανακάλυψε ότι η ελονοσία προέρχεται από τα κουνούπια και τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Ιατρικής το 1902.
Ο Ρόναλντ Ρος γεννήθηκε στις 13 Μαΐου 1857 στην Αλμόρα της τότε Βρετανικής Ινδίας. Ήταν ο πρεσβύτερος γιος του στρατηγού Κάμπελ Ρος και της Ματίλντα Έλντερτον. O παππούς του, αντισυνταγματάρχης Χιου Ρος είχε προσβληθεί από ελονοσία και ο μικρός Ρόναλντ έβαλε σκοπό της ζωής του να ανακαλύψει τη θεραπεία της θανατηφόρας αρρώστιας.
Το 1899 αφυπηρέτησε από τον στρατό και επαναπατρίστηκε στην Αγγλία, όπου ανέλαβε θέση ερευνητή τροπικών ασθενειών στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ. Το 1902 τιμήθηκε με το Νόμπελ Ιατρικής «για τις εργασίες του αναφορικά με την ασθένεια της ελονοσίας, μέσω των οποίων έδειξε τον τρόπο με τον οποίο εισβάλλει στον οργανισμό και με τον τρόπο αυτό έθεσε τα θεμέλια για την επιτυχή έρευνα σε αυτή την ασθένεια και τις μεθόδους καταπολέμησής της». Ο ινδός βοηθός του Μοχάν Μπαντιοπαντιαγί βραβεύτηκε με χρυσό μετάλλιο.
Μετά τη βράβευσή του με το Νόμπελ της Ιατρικής ανέλαβε την έδρα τροπικών ασθενειών στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου του Λίβερπουλ, θέση την οποία διατήρησε έως το 1912, οπότε διορίστηκε διευθυντής της πτέρυγας τροπικών ασθενειών του νοσοκομείου King’s College του Λονδίνου, παράλληλα με την έδρα τροπικής υγιεινής στο πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ (1912-1917).
Ο Ρόναλντ Ρος έγραψε πλήθος ιατρικών μελετών, μεταξύ των οποίων και Η πρόληψη από την ελονοσία (1911), ενώ είχε και λογοτεχνικές ανησυχίες, δημοσιεύοντας ποιήματα και πεζογραφήματα. Το 1923 εκδόθηκε η αυτοβιογραφία του με τίτλο Αναμνήσεις. Ήταν παντρεμένος με την Ρόζα Μπλόξαμ, με την οποία απέκτησε δύο γιους και δύο κόρες.
Πέθανε στο Λονδίνο στις 16 Σεπτεμβρίου 1932. Ο Ρόναλντ Ρος τιμάται ιδιαίτερα στην Ινδία, όπου πολλοί δρόμοι σε πόλεις και χωριά φέρουν το όνομά του.
πηγή: Σαν Σήμερα