Σήμα κινδύνου από τους εργαστηριακούς γιατρούς: «Οι υποχρεωτικές επιστροφές μας οδηγούν στο λουκέτο»

Οι εργαστηριακοί γιατροί αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες στην εκπλήρωση των τρεχουσών υποχρεώσεών τους, λόγω των υπερβολικών περικοπών στα έσοδα που έχουν υποστεί τα τελευταία 12 χρόνια, θέτοντας σε κίνδυνο την επιβίωσή τους, όπως αναφέρθηκε σε συνέντευξη Τύπου στα γραφεία του ΙΣΑ.

Η υποκοστολόγηση των εξετάσεων, η ανεπαρκής χρηματοδότηση του προϋπολογισμού και η δραματική αύξηση των ποσών των αυτόματων επιστροφών οδηγούν τον κλάδο των εργαστηριακών γιατρών στην εξαφάνιση, προειδοποίησαν οι εκπρόσωποι του κλάδου σε συνέντευξη Τύπου που διοργανώθηκε από τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών (ΙΣΑ), με κύριο θέμα την κατάργηση του μέτρου του clawback.

Η δαπάνη του ΕΟΠΥΥ για εξετάσεις ανέρχεται σε 482 εκατ. ευρώ, ωστόσο εκτιμάται πως η πραγματική δαπάνη όπως υποβλήθηκε από τα εργαστήρια, θα ξεπεράσει τα 680 εκατ. ευρώ, φθάνοντας πιθανώς και τα 700 εκατ. ευρώ.

Το ποσό αυτό της υπέρβασης (clawback), δηλαδή μεταξύ 200 και 220 εκατ. ευρώ, θα πρέπει να επιστραφεί από τα εργαστήρια, με τον πρόεδρο του Συντονιστικού Οργάνου Φορέων ΠΦΥ και αντιπρόεδρο του ΙΣΑ, Φώτη Πατσουράκο να χαρακτηρίζει το μέτρο ως «υφαρπαγή».

«Το 2013 το clawback ήταν στο 7%, το 2023 έφτασε ακόμη και το 52% στις βιοπαθολογικές εξετάσεις και πάνω από 40% στις απεικονιστικές», τόνισε ο πρόεδρος του ΙΣΑ, Γιώργος Πατούλης και πρόσθεσε πως «σε συνδυασμό με παλαιότερες δόσεις ανείσπρακτων clawback έως το 2019 και με την παρακράτηση φόρου ένα παραπεμπτικό πληρώνεται από τον ΕΟΠΥΥ περίπου στο 30% της τιμής που αναγράφεται, με τιμές εργαστηριακών εξετάσεων του 1991».

Απανωτά χτυπήματα

Το 2012 οι τιμές των εργαστηριακών εξετάσεων αντι να αυξηθούν, αφου παρέμεναν καθηλωμένες πάνω από 20 χρόνια (είχαν τιμές βάσει ΦΕΚ του 1991), μειώθηκαν μεσοσταθμικά κατά 30%. Καθιερώθηκαν τότε οι ασφαλιστικές τιμές μέσω ΕΟΠΥΥ.

Το «αγκάθι» του clawback, όμως, «εισχώρησε» στον κλάδο το 2013 όταν θεσπίστηκε ο κλειστός προϋπολογισμός, στο πλαίσιο των μνημονιακών υποχρεώσεων, και ορίστηκε η εφαρμογή του μέτρου της υποχρεωτικής επσιτροφής της υπέρβασης της δαπάνης, ως προσωρινό μέτρο, αλλά και του rebate που είναι η κλιμακωτή έκπτωση επι του συνολικού τζίρου και κυμαίνεται από 5-40%.

«Ο προϋπολογισμός για την εργαστήρια είναι κλειστός και ελλειμματικός και οποιοδήποτε ποσό υπερβαίνει αυτόν το προϋπολογισμό ουσιαστικά χρεώνεται στους ιδιώτες εργαστηριακούς γιατρούς», τόνισε η Ρουμπίνη Γεωργακοπούλου Ακτινολόγος και μέλος της Επιτροπής Εργαστηριακών Ιατρών ΙΣΑ.

Εν τω μεταξύ, το 2016 όταν και το ποσοστό του clawback ήταν στο 11%, εισήχθησαν στη συνταγογράφηση 86 νέες κοστοβόρες εξετάσεις (ΦΕΚ Πολάκη), χωρίς να αυξηθεί ανάλογα ο προϋπολογισμός. Αποτέλεσμα ήταν το 2017 το ποσοστό του clawback να εκτοξευθεί στο 24% και έκτοτε να ανεβαίνει φθάνοντας πλέον, μαζί με το rebate, το 70%!

Η πολιτεία «πρόσθετε εξετάσεις με υπουργικές αποφάσεις, συνολικά καμιά δεκαριά, με μια μόνιμη επωδό ότι δεν πρόκειται να δημιουργηθεί επιπρόσθετη δαπάνη αφού μέσω clawback δεν επιβαρύνεται ο ΕΟΠΥΥ », τόνισε ο Θεόδωρος Χατζηπαναγιώτου, Πυρηνικός Ιατρός.

Άλλο ένα πλήγμα ήρθε, κατά τους εργαστηριακούς γιατρούς, το 2022 όταν εφαρμόστηκε και η προκαταβολή του clawback, που όπως τονίζεται στραγγαλίζει οικονομικά, ακόμη περισσότερο τα εργαστήρια. Όπως υπογραμμίζουν, οι εργαστηριακοί γιατροί έχουν καταστεί χρηματοδότες του ΕΟΠΥΥ και της ΠΦΥ, ενώ στις πλάτες τους το κράτος ασκεί κοινωνική πολιτική.

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στους εργαστηριακούς γιατρούς που είναι κοντά στη σύνταξη, καθώς το υφιστάμενο τεχνητό χρέος καθιστά αδύνατο να συνταξιοδοτηθούν. Μάλιστα, σε γιατρούς οι οποίοι έφυγαν από τη ζωή το χρέος μετακύλησε στους κληρονόμους οι οποίοι αποποιήθηκαν κληρονομιές, περιουσίες, τους κόπους μια ολόκληρης ζωής.

Υπερ ΕΟΠΥΥ το 1 και 3 ευρω

Αναφερόμενοι στην επιβολή των ποσών του 1 ευρώ στις εργαστηριακές εξετάσεις και 3 ευρώ στις απεικονιστικές εξετάσεις, υπογραμμίζουν πως πρόκειται για παρακράτηση «υπέρ ΕΟΠΥΥ», με στόχο τη μακροπρόθεσμη μείωση του clawback.

«Μοιάζει αβάσιμη και υπεραισιόδοξη διακήρυξη για την ώρα και όχι ικανή να διασφάλιση τη βιωσιμότητα μας», σημείωσε η Ευαγγελία Κανδρή Βιοπαθολόγος. Διευκρίνισε μάλιστα πως τα ποσά αυτά δεν μπαίνουν στην τσέπη των εργαστηριακών ιατρών, αλλά φορολογούνται για αυτά και αφαιρούνται από τα μηνιαία ποσά που αιτούνται προς αποζημίωση.

Το εν λόγω ποσό εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 60 εκατ. ευρώ το οποίο.

Αναφορά έγινε και στα “ποιοτικά” κριτήρια σε CT και ΜRI που εφαρμόστηκαν το 2023 και τα οποία, κατά τους γιατρούς, «συνδέουν την αμοιβή-αποζημίωση του εργαστηριακού ιατρού από τον ΕΟΠΥΥ ( ποιοτικό rebate ) με τα τεχνικά χαρακτηριστικά του εξοπλισμού του και όχι με την ποιότητα των εξετάσεων του».

Από την άλλη, τα διαγνωστικά πρωτόκολλα που έχουν θεσπιστεί από το 2014, παράλληλα με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες, δεν έχουν έως σήμερα τεθεί πλήρως σε εφαρμογή.

«Το πρόβλημα δεν είναι οικονομικό είναι πολιτικό», πρόσθεσε ο Γεώργιος Βιδάκης, Βιοπαθολόγος και μέλος της επιτροπής και σημείωσε πως θα υπάρξουν αντιδράσεις και κινητοποιήσεις με στόχο την κατάργηση του clawback.

«Είμαστε διατεθειμένοι να αγωνιστούμε έως την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων μας», πρόσθεσε η κα Κανδρή, καταγγέλλοντας όμως πως εν μέσω κινητοποιήσεων ενεργοποιήθηκε η δυνατότητα διακοπής συμβάσεων, στην πράξη αποτρέποντας τους γιατρούς από το να απεργήσουν. Υποστήριξε δε, πως οι εργαστηριακοί γιατροί έχουν καταστεί εργατοσκλάβοι του ΕΟΠΥΥ.

Συνάντηση με Πρωθυπουργό

Για την επίλυση των ζητημάτων οι εργαστηριακοί γιατροί ζητούν συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, ώστε να δοθεί πολιτική λύση. Προϋπόθεση αναδεικνύεται η ενίσχυση της χρηματοδότησης της ΠΦΥ.

Βασικό αίτημα των εργαστηριακών γιατρών είναι η κατάργηση του claw back, με παράλληλη εφαρμογή πλαφόν στις εξετάσεις ή «στην εσχάτη των περιπτώσεων σταθερό ποσοστό clawback που να μην υπερβαίνει το 5%».

Πρόκειται για το ανώτερο ποσοστό που ισχύει σε όλη την Ευρώπη. Συνεπώς, κάθε υπέρβαση θα πρέπει να καλύπτεται από το κράτος.

Παράλληλα, ζητούν τη διαγραφή του τεχνητού χρέους, όπως χαρακτηρίζουν τα ποσά που έχουν επιβληθεί να επιστρέψουν.

Ακόμη υπογραμμίζουν την ανάγκη εφαρμογής των διεθνών κατευθυντήριων οδηγιών ορθής ιατρικής συνταγογράφησης με διαγνωστικά πρωτόκολλα τα οποία έχουν νομοθετηθεί και μέχρι σήμερα δεν έχουν εφαρμοστεί πλήρως.

Τέλος, επιδιώκεται η σύναψη συλλογικής σύμβασης με τους Ιατρικούς Συλλόγους, υπό την αιγίδα του ΠΙΣ.

Μοιραστείτε την ανάρτηση::