Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι καταφεύγουν στα φυσικά συμπληρώματα διατροφής. Δύο από αυτά που έχουν κερδίσει έδαφος είναι η σπιρουλίνα και το ιπποφαές. Ωστόσο ποιες είναι οι ομοιότητες και ποιες οι διαφορές τους;
Το ιπποφαές, είναι ένας φυλλοβόλος θάμνος που μας συστήνεται επίσημα ως Hippophae L. της οικογένειας των Ελαιαγνοειδών. Συνηθέστερη πρώτη ύλη για την παραγωγή συμπληρωμάτων διατροφής είναι το είδος rhamnoides, και συγκεκριμένα το ίζημα και ο χυμός που προκύπτει από την πολτοποίηση των καρπών του. Πρόκειται για ένα φυτό που κοινώς ονομάζεται ράμνος ή λευκαγκαθιά, το οποίο στις περιοχές που φύεται είναι μία αρκετά δημοφιλής επιλογή ως καλλωπιστικός θάμνος για την κηποτεχνία, καθώς και για τη δημιουργία προστατευτικών φρακτών, ενώ σε διάφορα μέρη του κόσμου αξιοποιείται λόγω του πλούσιου και δυνατού ριζικού συστήματός του για προστασία από τον αέρα και για τη σταθεροποίηση του εδάφους σε όχθες ποταμών και σε απότομες πλαγιές. Πώς όμως απέκτησε αυτό το πασίγνωστο παρατσούκλι και αυτήν τη φήμη;
Ετυμολογικά το ιπποφαές προκύπτει σαν όνομα από τις λέξεις ίππος (άλογο) και φαές (φωτεινό, λαμπερό) και το φυτό χαρακτηρίστηκε έτσι από τους στρατιώτες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι οποίοι παρατήρησαν ότι τα άρρωστα και τραυματισμένα άλογα που έτρωγαν από τα φύλλα και τους καρπούς του φυτού ανάρρωναν γρήγορα, αποκτούσαν μεγαλύτερη δύναμη, ενώ το τρίχωμά τους γινόταν πιο λαμπερό και δυνατό. Περιέχει μεγάλη αναλογία πολυακόρεστων λιπαρών οξέων, βιταμίνη C σε περιεκτικότητα 15 φορές μεγαλύτερη από το πορτοκάλι, φλαβονοειδή αντιοξειδωτικά, καροτενοειδή(ζεαξανθίνη,ασταξανθίνη), βιταμίνη Ε, αμινοξέα, μέταλλα και φυτικές στερόλες, δηλαδή ουσίες με πολύ ισχυρή αγγειοπροστατευτική και αντιοξειδωτική δράση που μπορούν να επιδράσουν θετικά σε φλεγμονές, καρκίνο ή οποιεσδήποτε άλλες παθήσεις που σχετίζονται με οξειδωτικό στρες του οργανισμού. Επίσης στη σύνθεσή του ανιχνεύονται οι περισσότερες βασικές βιταμίνες και πολλά αμινοξέα. Λόγω των παραπάνω συστατικών που περιέχει, λειτουργεί ως άριστο τονωτικό του οργανισμού αλλά και προληπτικά έναντι πολλών σύγχρονων παθήσεων όπως χοληστερίνη, ζάχαρο, εκφύλιση ωχράς κηλίδας, αγγειοπάθειες, προστάτης, κοινό κρυολόγημα,κ.ά. ενώ επιδρά θετικά ακόμη και στην εμφάνιση και ελαστικότητα του δέρματος.
Η σπιρουλίνα από την άλλη, αποτελεί στην ουσία έναν βρώσιμο φωτοσυνθετικό οργανισμό που ανήκει στη μεγάλη οικογένεια των κυανοβακτηρίων ή κυανοφυκών . Τα συνηθέστερα είδη είναι η Spirulina maxima και η Spirulina platensis, που φύονται σε Ευρώπη-Αφρική και Αμερική-Καναδά αντίστοιχα. Όπως πολύ εύκολα αντιλαμβανόμαστε και από την ονομασία της, πρόκειται για ένα φύκος, το οποίο απαιτεί πλούσια σε ανθρακικά και όξινα ανθρακικά άλατα ύδατα με αλκαλικό pH (έως 11) για τη διαβίωση και ανάπτυξή του, γεγονός που καθιστά δυνατή την καλλιέργειά του τόσο στο αλμυρό όσο και στο γλυκό νερό (ώστε να μπορεί να καταναλωθεί και από άτομα που ακολουθούν δίαιτα στερητική σε ιώδιο).Ονομάστηκε έτσι λόγω του σχήματός της, καθώς τα κύτταρά της οργανώνονται σε νημάτια τα οποία τις περισσότερες φορές παίρνουν τη μορφή σπείρας, με αποτέλεσμα να προκύπτουν σπειροειδή φύκη.
Η σπιρουλίνα θα μπορούσε αδιαμφισβήτητα να χαρακτηριστεί « σταρ των φυσικών συμπληρωμάτων διατροφής», μιας και οι ευεργετικές της επιδράσεις στον ανθρώπινο οργανισμό, πέρα από την εμπειρική γνώση, συνοδεύονται και από πολλές κλινικές μελέτες, ενώ η χρήση της έχει συστηθεί και από ορισμένες διακεκριμένες επιστημονικές ομάδες για την σωματική και πνευματική ενίσχυση ανθρώπων που υποβάλλονται σε ακραίες συνθήκες/καταπονήσεις, όπως αθλητές, αστροναύτες, κ.ά. Καταρχήν ως κυανοφύκος περιέχει μεγάλες ποσότητες χλωροφύλλης και φυκοκυανίνης(στην οποία οφείλει και το χρώμα της), οι οποίες αποτελούν φωτοσυνθετικές χρωστικές που έχει αποδειχθεί μέσω μελετών ότι αυξάνουν τις ανοσογλοβουλίνες Α και Μ( igA, igM), βασικές ουσίες του ανοσοποιητικού συστήματος που σχετίζονται και με το αίσθημα κόπωσης. Επίσης περιέχει πρωτεΐνη σε ποσοστό του βάρους της που ξεπερνά το 60%, αναλογία ασυνήθιστα υψηλή για φυτικό οργανισμό, ενώ η πρωτεΐνη της περιέχει όλα τα αμινοξέα, αλλά σε μειωμένες ποσότητες από αυτές του αυγού, κρέατος και γάλακτος. Επίσης περιέχει πολλές από τις βιταμίνες του συμπλέγματος Β, βιταμίνη Ε, ένα ευρύ φάσμα όλων των γνωστών αντιοξειδωτικών με προεξέχοντα ορισμένα πολύ βασικά μέταλλα και ιχνοστοιχεία όπως μαγγάνιο, σελήνιο, χαλκός και ψευδάργυρος. Παρέχει ένα φυσικό σύμπλεγμα 4 διαφορετικών μεσομορφών βιταμίνης Α( ως β-καροτένιο) το οποίο καθιστά όλα τα καροτενοειδή περισσότερο βιοδιαθέσιμα και λιγότερο τοξικά για τον άνθρωπο, και μάλιστα σε περιεκτικότητες έως 25 φορές μεγαλύτερες από τα ωμά καρότα. Τέλος, αποτελεί φυσική πηγή βιοχημικού οργανικού σιδήρου πλουσιότερη από το σπανάκι και το ήπαρ βοδινού, ενώ είναι πλούσια σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, όπως το γ-λινολεϊκό οξύ. Σε όλα τα παραπάνω συστατικά της οφείλει τις σημαντικές τις δράσεις ενάντια στην κακή διατροφή, κούραση και ατονία, ήπια σιδηροπενία, τριχόπτωση, οξειδωτικές βλάβες, καρκίνο, εμμηνόπαυση, αλλά και την ευεργετική επίδραση στην ανανέωση και αύξηση του μυϊκού ιστού σε αθλητές ή άτομα που ακολουθούν δίαιτες αδυνατίσματος, στο ανοσοποιητικό σύστημα κ.ά.
Τελικά λοιπόν, μπορούμε να καταλήξουμε στο να «χρίσουμε» κάποιο από τα δύο ως το «καλύτερο/ωφελιμότερο» συμπλήρωμα; Όπως θα φαντάζεστε, η απάντηση είναι αρνητική. Πρώτα από όλα, υπάρχουν πολύ σημαντικές ομάδες κύριων διατροφικών συστατικών τα οποία περιέχονται μεν και στα δύο, όμως βρίσκονται σε μεγαλύτερη ποσότητα στο ένα από ότι στο άλλο, πχ το ιπποφαές περιέχει μεγαλύτερες ποσότητες ω-λιπαρών οξέων και βιταμίνης C, ενώ η σπιρουλίνα περιέχει μεγαλύτερες ποσότητες σιδήρου και πρωτεΐνης. Στην περίπτωση λοιπόν που κρίνουμε ότι θέλουμε να προσθέσουμε στη διατροφή μας μεγαλύτερες ποσότητες από κάποιο συγκεκριμένο διατροφικό στοιχείο, αυτό θα αποτελέσει και το κριτήριο επιλογής μας μεταξύ των δύο. Επιπλέον, ο καθένας από μας αποτελεί ξεχωριστό οργανικό σύστημα και ανταποκρίνεται περισσότερο ή λιγότερο στο ίδιο συμπλήρωμα, ακριβώς όπως συμβαίνει και στα διάφορα τρόφιμα. Και τέλος, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και η πιο πλήρης και υγιεινή τροφή δεν μπορεί να αναπληρώσει την έλλειψη ποικιλίας στην διατροφή μας, επομένως ο κάθε οργανισμός, ανεξάρτητα από τις ιδιαίτερες ανάγκες του, μπορεί σίγουρα να ωφεληθεί σε κάποιο βαθμό και από τα δύο, ή ακόμη και να τα χρησιμοποιήσει ταυτόχρονα, μιας και δεν υπάρχει καμία αντένδειξη για τη συγχορήγησή τους.