Εκδήλωση με αφορμή την αυριανή Παγκόσμια Ημέρα κατά της νόσου Πάρκινσον πραγματοποίησε ο Πανελλήνιος Σύλλογος Ασθενών και Φροντιστών ΠΑΡ.ΚΙΝ.Σ.Ο.Ν.
Η νόσος του Πάρκινσον θα έχει ξεπεράσει σε συχνότητα εμφάνισης τον καρκίνο έως το 2040, εκτιμά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Σήμερα στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 25.000 ασθενείς με Πάρκινσον.
Η Γενική Γραμματέας Δημόσιας Υγείας, Φωφώ Καλύβα, αναγνώρισε ότι η νόσος αποτελεί πρόβλημα δημόσιας υγείας, που επηρεάζει την κοινωνία αφού δεν περιορίζεται στη διαχείριση εντός ενός ιατρείου και χρειάζεται ευρύτερη ενεργοποίηση και συνεργασία όλων των φορέων που εμπλέκονται με τους ασθενείς και τους φροντιστές. «Πρέπει να εξασφαλίσουμε ίση πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες για όλους τους ασθενείς με Πάρκινσον και να επιτύχουμε τη μείωση των ανισοτήτων στη θεραπεία με σύγχρονα επιστημονικά πρωτόκολλα. Να αυξηθεί η δημόσια και επαγγελματική ευαισθητοποίηση σχετικά με τη νόσο του Πάρκινσον και να ελαχιστοποιηθεί το στίγμα και οι διακρίσεις. Το Υπουργείο Υγείας απαντά με στρατηγικό σχεδιασμό και εφαρμογή προγραμμάτων. Όσα οφείλουν να βελτιωθούν, θα βελτιωθούν και όσα οφείλουν ν’ αλλάξουν, θα αλλάξουν γιατί η προστασία της Δημόσιας Υγείας αποτελεί κυβερνητική προτεραιότητα» ανέφερε μεταξύ άλλων.
Στην αναμονή για επέμβαση που επιφέρει 70% βελτίωση
Την ίδια ώρα, όμως, σοβαρά προβλήματα στην πρόσβαση των ασθενών σε θεραπείες παρουσίασαν οι τρεις καθηγητές Νευρολογίας που συμμετείχαν στην εκδήλωση. Συγκεκριμένα, στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο «Αττικόν» από τον Ιούνιο του 2023 δεν πραγματοποιούνται επεμβατικές θεραπείες με ηλεκτροδιέγερση σε ασθενείς με προχωρημένη νόσο Πάρκινσον. Ο λόγος είναι ο ανεπαρκής προϋπολογισμός του νοσοκομείου, με αποτέλεσμα η διοίκηση να μην δίνει το «πράσινο φως» να συνεχιστούν οι συγκεκριμένες επεμβάσεις. Έτσι, 49 ασθενείς είναι στην αναμονή χωρίς να υπάρχει χρονοδιάγραμμα επανέναρξης των χειρουργείων. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η θεραπευτική μέθοδος βελτιώνει κατά 70% την ποιότητα ζωής των ασθενών, εφόσον όμως γίνει στο σωστό χρόνο και δεν καθυστερήσει. Την κατάσταση αυτή περιέγραψαν τόσο ο κ. Γεώργιος Τσιβγούλης, καθηγητής Νευρολογίας ΕΚΠΑ, διευθυντής Β’ Νευρολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ, ΠΓΝ «ΑΤΤΙΚΟΝ» και πρόεδρος της Ελληνικής Νευρολογικής Εταιρείας, όσο και ο κ. Λεωνίδας Στεφανής, καθηγητής Νευρολογίας, διευθυντής Α‘ Νευρολογικής Κλινικής, Αιγινήτειο Νοσοκομείο, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, έκαναν λόγο για την αδυναμία του νοσοκομείου Αττικόν να διενεργήσει συγκεκριμένη επεμβατική θεραπεία με ηλεκτροδιέγερση. Το πρόβλημα της χρηματοδότησης και της κατανομής των πόρων είναι κοινό και για τα υπόλοιπα νοσοκομεία, συμφώνησαν ο κ. Σπυρίδων Κονιτσιώτης, καθηγητής Νευρολογίας, διευθυντής Νευρολογικής Κλινικής ΠΓΝΙ, πρόεδρος Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και ο κ. Κυριάκος Σουλιώτης, καθηγητής Πολιτικής Υγείας, κοσμήτορας της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.
Επτά προτάσεις για τη διαχείριση της νόσου
«Άνθρωποι και στην πλέον παραγωγική ηλικία μπορεί να νοσήσουν. Ακόμη και όσοι είναι μεγαλύτεροι σε ηλικία, είναι άνθρωποι που αγωνίζονται να παραμείνουν λειτουργικοί και δραστήριοι. Τα συμπτώματα της νόσου οδηγούν σε σοβαρή μορφή αναπηρίας, με δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος για τους ασθενείς και για την πολιτεία» ανέφερε εισαγωγικά, η πρόεδρος του Συλλόγου Ασθενών και Φροντιστών ΠΑΡ.ΚΙΝ.Σ.Ο.Ν, Φωτεινή Σκόνδρα.
Η κυρία Σκόνδρα παρατήρησε ότι η διαχείριση της νόσου στην Ελλάδα δεν είναι η βέλτιστη παρότι γίνονται προσπάθειες από την πολιτεία. Παράλληλα, επισήμανε τα σημαντικότερα θέματα που χρήζουν προσοχής είναι: 1. η ισότιμη πρόσβαση στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, 2. η δημιουργία κέντρων πολυεπιστημονικής αντιμετώπισης, 3. η δυνατότητα φροντίδας στο σπίτι και η επικοινωνία μέσω τηλε-ιατρικής ώστε να μειωθούν οι δαπανηρές επισκέψεις των ασθενών στα ιατρεία και στα Νοσοκομεία, 4. η έγκαιρη εφαρμογή των επεμβατικών θεραπειών, 5. η επιμόρφωση των ηλικιωμένων στη χρήση ψηφιακών υπηρεσιών, 6. η δημιουργία ψηφιακού μητρώου και 7. η ενίσχυση των κλινικών μελετών. Συνοψίζοντας, αιτήθηκε τη δημιουργία Επιτροπής Διαβούλευσης για την εκπόνηση εθνικού σχεδίου δράσης για το Πάρκινσον, όπως και σε άλλα νευρολογικά νοσήματα.
Ο κ. Τσιβγούλης ανέφερε ότι «οι κινητικές διαταραχές που περιλαμβάνουν τη νόσο Πάρκινσον, τα επαυξημένα παρκινσονικά σύνδρομα, τον τρόμο, και αρκετές άλλες ακούσιες υπερκινησίες και δυσκινησίες, αποτελούν συχνή αιτία νοσηρότητας και θνητότητας στον γενικό πληθυσμό». Επίσης, σημείωσε ότι: «τα τελευταία τέσσερα έτη η Ελληνική Νευρολογική Εταιρεία έχει δραστηριοποιηθεί με την οργάνωση και υλοποίηση ετησίων εκπαιδευτικών δράσεων εστιασμένων στα νοσήματα των εξωπυραμιδικών διαταραχών. Στόχος είναι η καλύτερη εκπαίδευση και ενημέρωση των νευρολόγων για τις νεότερες εξελίξεις στη διάγνωση και θεραπεία των εξωπυραμιδικών νοσημάτων και η ενημέρωση των ασθενών και του κοινωνικού συνόλου για τις υπάρχουσες και μελλοντικές διαγνωστικές και θεραπευτικές προοπτικές», ενώ συμπλήρωσε ότι: «με τη συνδρομή της ελληνικής πολιτείας έχουμε αναλάβει ενεργό δράση για την απρόσκοπτη διάθεση φαρμακευτικών σκευασμάτων στους Έλληνες ασθενείς με νόσο Πάρκινσον και εξωπυραμιδικές διαταραχές». Ο κ. Τσιβγούλης ως διευθυντής της Β’ Πανεπιστημιακής Νευρολογικής Κλινικής του ΕΚΠΑ στο Π.Γ.Ν. «Αττικόν», σημείωσε ότι: «η κλινική συμμετέχει ενεργά στη διάγνωση και θεραπεία των ασθενών, με τη λειτουργία ιατρείου κινητικών διαταραχών, τη νοσηλεία των ασθενών για διαγνωστικούς και θεραπευτικούς σκοπούς και με την εφαρμογή φαρμακευτικών παρεμβάσεων πρώτης και δεύτερης γραμμής συμπεριλαμβανομένης και της εφαρμογής παρεμβατικής χορήγησης φαρμάκων για την προχωρημένη νόσο Πάρκινσον».
Στην Ελλάδα σπάνια γονιδιακή μετάλλαξη
Ο κ. Στεφανής ανέφερε ότι έχουν γίνει ήδη πολύ σημαντικές ανακαλύψεις στο επίπεδο της έρευνας των βιοδεικτών και των νοσοτροποποιητικών θεραπειών, με τη συμμετοχή και Ελλήνων ασθενών, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να ενισχυθεί περισσότερο η ερευνητική δραστηριότητα από την πολιτεία. Επισήμανε, μάλιστα, ότι «στην Ελλάδα υπάρχει η μεγαλύτερη ομάδα ασθενών και οικογενειών, παγκοσμίως, με γενετικές μορφές που σχετίζονται με τη νόσο», τονίζοντας τη σημασία της εντατικότερης μελέτης αυτών των οικογενειών. Πρόκειται για σπάνια μετάλλαξη που εντοπίστηκε για πρώτη φορά σε άτομα από την Κάτω Ιταλία και στη συνέχεια η ίδια μετάλλαξη ταυτοποιήθηκε και στην Ελλάδα. Η γενετική αυτή μορφή της νόσου αφορά σε μερικές δεκάδες ανθρώπων, ποσοστό όμως σημαντικό αναλογικά με τον πληθυσμό.
Ο κ. Στεφανής εστίασε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι «οι σύγχρονες θεραπευτικές επιλογές, ειδικά οι τεχνικά υποβοηθούμενες, παρά την τεκμηριωμένη ωφέλεια τους εφαρμόζονται με μεγάλη καθυστέρηση στα δημόσια νοσοκομεία, όταν η νόσος έχει εξελιχθεί σε προχωρημένο στάδιο και η ρύθμιση των συμπτωμάτων γίνεται με μεγάλη δυσκολία» και τόνισε «είναι ανάγκη να ενισχυθεί η ενεργητική αντιμετώπιση με σωματική άσκηση, φυσιοθεραπεία, λογοθεραπεία, ψυχολογική στήριξη και νευρολογική αποκατάσταση, που πρέπει να υποστηρίζεται με την οργάνωση πολυεπιστημονικών ομάδων σε εξειδικευμένα Κέντρα Πάρκινσον».
Ο κ. Κονιτσιώτης, υπερθεματίζοντας σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς, ανέφερε ότι «στην Ελλάδα οι τεχνολογικά υποβοηθούμενες θεραπείες δεν προσφέρονται στους ασθενείς στον ίδιο βαθμό που προσφέρονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες», ενώ εστίασε κι εκείνος στη σωστή διαχείριση του παρκινσονικού ασθενούς που απαιτεί διεπιστημονική ομάδα, υπό την καθοδήγηση ειδικού νευρολόγου. Παράλληλα, εκτίμησε ότι, καθώς η νόσος αλλάζει, υπάρχει ακόμη περιθώριο για επιμόρφωση των γενικών νευρολόγων, σχετικά με τις ανάγκες των ασθενών στα διαφορετικά στάδια της νόσου και τη μετάβαση σε διαφορετικές και καινοτόμες θεραπείες. Ο κ. Κονιτσιώτης επισήμανε, επίσης, ότι: «είναι θετική η επίδραση της ενημέρωσης απ’ όλους τους επιστημονικούς φορείς για την υποχώρηση του στίγματος της νόσου και για την ανακούφιση του τεράστιου βάρους των φροντιστών των ασθενών με νόσο Πάρκινσον», υπογραμμίζοντας την ανάγκη να γίνουν περισσότερα προγράμματα υποστήριξής τους. Κλείνοντας, αναφέρθηκε στις καινοτόμες παρεμβάσεις και στη χρήση αισθητήρων αντικειμενικής καταγραφής των συμπτωμάτων, τονίζοντας ότι: «ελπίζουμε ότι αυτή η μέθοδος – επανάσταση τα επόμενα χρόνια θα μπορεί να αποζημιώνεται πλήρως από την ελληνική πολιτεία».
Ο κ. Σουλιώτης συντονίζοντας την εκδήλωση, αναφέρθηκε στις προκλήσεις της ορθής και έγκαιρης διάγνωσης και στη συνέχεια της πρόσβασης των ασθενών στις διαθέσιμες, καινοτόμες θεραπείες, οι οποίες συμβάλλουν καθοριστικά στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. «Η διάσταση αυτή πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων αποζημίωσης, καθώς σχετίζεται άμεσα με τη δυνατότητα των ασθενών αλλά και των φροντιστών να εργάζονται και να συμμετέχουν στην οικονομική και κοινωνική ζωή, συνθήκη, η οποία με τη σειρά της έχει θετικό αντίκτυπο στην οικονομία. Επιπλέον, η απαραίτητη μετάβαση προς την τεκμηριωμένη λήψη αποφάσεων, τόσο σε κλινικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο προϋποθέτει τη συστηματική καταγραφή και παρακολούθηση των δεδομένων. Όπως, π.χ. με τη δημιουργία μητρώου ασθενών και με την εφαρμογή διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, τα οποία, μεταξύ άλλων, διασφαλίζουν και την ορθολογική κατανομή των σπάνιων πόρων του συστήματος υγείας».