Το σουσάμι είναι ένας μικρός αλλά ιδιαίτερα θρεπτικός σπόρος, που χρησιμοποιείται εδώ και χιλιάδες χρόνια στη μεσογειακή και ασιατική διατροφή. Πέρα από τη χαρακτηριστική του γεύση, το σουσάμι ξεχωρίζει για τη θετική του επίδραση στην καρδιαγγειακή υγεία και ειδικότερα στη ρύθμιση της χοληστερόλης, όταν καταναλώνεται τακτικά και με μέτρο.
Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα του σουσαμιού είναι η υψηλή περιεκτικότητά του σε φυτοστερόλες. Οι φυτοστερόλες είναι φυτικές ενώσεις που μειώνουν την απορρόφηση της χοληστερόλης από το έντερο, συμβάλλοντας στη μείωση της «κακής» LDL χοληστερόλης στο αίμα. Παράλληλα, το σουσάμι περιέχει σησαμίνη και σησαμόλη, ισχυρά αντιοξειδωτικά που προστατεύουν τα αγγεία από το οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή.
Η τακτική κατανάλωση σουσαμιού μπορεί επίσης να βοηθήσει στη διατήρηση ή και στη μικρή αύξηση της «καλής» HDL χοληστερόλης. Αυτό οφείλεται στον συνδυασμό καλών λιπαρών, κυρίως πολυακόρεστων και μονοακόρεστων λιπαρών οξέων, που συμβάλλουν στη βελτίωση του λιπιδαιμικού προφίλ. Σε αντίθεση με τα κορεσμένα λιπαρά, τα λιπαρά του σουσαμιού δεν επιβαρύνουν τα αγγεία, όταν καταναλώνονται σε φυσικές ποσότητες.
Επιπλέον, το σουσάμι είναι πλούσιο σε φυτικές ίνες, οι οποίες βοηθούν στην απομάκρυνση της περίσσειας χοληστερόλης από τον οργανισμό. Οι φυτικές ίνες δεσμεύουν τη χοληστερόλη στο πεπτικό σύστημα, περιορίζοντας την επαναρρόφησή της και ενισχύοντας τη φυσική αποβολή της.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι το σουσάμι έχει υψηλή θερμιδική αξία. Η υπερκατανάλωση μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση βάρους, κάτι που επηρεάζει αρνητικά τη χοληστερόλη. Η ιδανική ποσότητα είναι 1–2 κουταλιές της σούπας ημερησίως, είτε ως ταχίνι, είτε πασπαλισμένο σε σαλάτες, γιαούρτι ή μαγειρευτά.
Συμπερασματικά, η τακτική και ισορροπημένη κατανάλωση σουσαμιού μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά για τη χοληστερόλη, ενισχύοντας την καρδιαγγειακή υγεία στο πλαίσιο μιας συνολικά υγιεινής διατροφής.



