Από μισή έως 2 μονάδες από τον Δείκτη Μάζας Σώματος και από 2 έως 3 εκατοστά από την περιφέρεια της μέσης, μπορεί να χάσει κάποιος ο οποίος καταναλώνει καθημερινά για 6 μήνες ελαιόλαδο.
Χαρακτηριστικά και επιδημιολογία
Η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος (NAFLD) χαρακτηρίζεται από τη συσσώρευση λίπους στο ήπαρ, σε ασθενείς με τουλάχιστον έναν παράγοντα κινδύνου (παχυσαρκία, σακχαρώδη διαβήτη, δυσλιπιδαιμία, υπέρταση). Μπορεί να περιορίζεται σε απλή στεάτωση (λιπώδη διήθηση) στο ήπαρ ή να παρουσιάζει εικόνα φλεγμονής, η οποία μπορεί να φτάσει μέχρι την κίρρωση και τον ηπατοκυτταρικό καρκίνο.
“Είναι μια διάγνωση αποκλεισμού και δεν πρέπει τα άτομα να έχουν σημαντική κατανάλωση αλκοόλης, γιατί τότε η διάγνωση αλλάζει και γίνεται αλκοολική”, διευκρινίζει ο κ. Τσάμος, προσθέτοντας: “Οι οδηγίες ορίζουν κατανάλωση κάτω από 20 γραμμάρια (περίπου 1,5 ποτό) στις γυναίκες και κάτω από 30 (δύο ποτά) στους άνδρες σε χρόνια χρήση”.
Η μέση επίπτωση της νόσου είναι στο 32,4% σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην Ευρώπη κυμαίνεται από 20% μέχρι 30% και στις ΗΠΑ (με μεγαλύτερα ποσοστά παχυσαρκίας) υπολογίζεται στο 46%. Στην Ελλάδα, κάποιες μελέτες προσδιορίζουν την επίπτωση περίπου στο 30%, ενώ σε ασθενείς με συμπτωματολογία που προσέρχονται για έλεγχο μπορεί να ξεπερνάει και το 40%.
Η αντιμετώπιση της NAFLD είναι κυρίως συντηρητική, με στόχο τη μείωση βάρους, κάτι που φαίνεται να βελτιώνει τη φλεγμονή, τους ηπατικούς δείκτες, τη στεάτωση και την πρόγνωση για την πιθανή εξέλιξη της νόσου σε καρκίνο και κίρρωση, αναφέρει ο γιατρός, προσθέτοντας πως πρόσφατα έγινε έγκριση του πρώτου φαρμάκου στις ΗΠΑ. Ως ύστατη μορφή θεραπείας, σε περίπτωση που εξελιχθεί σε καρκίνο ή κίρρωση, επιλέγεται η μεταμόσχευση ήπατος.
“Η απώλεια βάρους πάνω από 10% συνήθως έχει πολύ θετικά αποτελέσματα, όπως και οι διαιτητικές οδηγίες, σε συνδυασμό με την άσκηση” λένε οι επιστήμονες.
Τι έδειξε η μελέτη
Στο πλαίσιο της συστηματικής ανασκόπησης – μετα-ανάλυσης, ελέγχθηκαν συνολικά πάνω από 5.820 μελέτες, οι 187 εξ αυτών σε επίπεδο πλήρους κειμένου, και τελικά συμπεριλήφθηκαν σύμφωνα με το πρωτόκολλο 7 μελέτες. Σε αυτές συμμετείχαν 529 άτομα (60% άνδρες – 40% γυναίκες), με διαγνωσμένη NAFLD, με μέση ηλικία 45 ετών και μέσο ΔΜΣ 32,44.
Σκοπός της εργασίας ήταν να διερευνηθεί η επίπτωση της κατανάλωσης ελαιολάδου στη NAFLD και κατά πόσο επηρεάζει τόσο τους βιοχημικούς δείκτες (AST, ALT, γ-GT, ALT,λιπίδια) όσο και τους ανθρωπομετρικούς δείκτες (ΔΜΣ και περίμετρος μέσης).
Σύμφωνα με τα ευρήματα, η συστηματική κατανάλωση ελαιολάδου κατ’ ελάχιστο για περίοδο 6 μηνών είχε ως αποτέλεσμα την στατιστικά σημαντική μείωση του ΔΜΣ, κατά περίπου μισή μονάδα σε όλες τις μελέτες, με κάποιες να δείχνουν μείωση 1,5 με 2 μονάδων. Επίσης, μείωσε την περιφέρεια μέσης κατά 2 με 3 εκατοστά, που δεν θεωρείται στατιστικά σημαντική.
Σε ό,τι αφορά τους δείκτες ηπατικής λειτουργίας, μείωσε το ένζυμο ALT στο ήπαρ κατά περίπου 2 μονάδες, σε μέγεθος που αφενός δεν θεωρείται στατιστικά σημαντικό, όμως αλλάζοντας το μοντέλο της ανάλυσης η μείωση έφτασε μέχρι και τις 12 μονάδες. Οι αλλαγές στο ήπαρ άρχισαν να εδραιώνονται μετά από ένα χρόνο.
“Ο FDA συστήνει την κατανάλωση άνω των 20 γραμμαρίων ελαιολάδου (πάνω από 1,5 κουτάλι της σούπας) καθημερινά στη σαλάτα για τη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου και τη βελτίωση του λιπαιδιμικού προφίλ. Δεν έχουν βγει συγκεκριμένα οδηγίες για τη μη αλκοολική λιπώδη νόσο, αλλά φαίνεται ότι 30 με 50 γραμμάρια ελαιολάδου την ημέρα έχουν θετικά αποτελέσματα στην στεάτωση, στα λιπίδια και απ΄ ό,τι δείχνουν οι μελέτες και σε άλλες παραμέτρους”, επισημαίνει ο κ. Τσάμος, προσθέτοντας: “και – όπως έδειξε μια μελέτη από το Harvard – αν αυτό το λάδι αντικαθιστά βούτυρα, μαργαρίνες, μαγιονέζες, αυξάνει και τη μακροζωία”.
Είδος, τρόπος και συχνότητα κατανάλωσης
Το τελικό μήνυμα είναι να αλλάξουμε το ποσοστό λίπους από άλλες, ‘κακές’ πηγές λίπους, σε ελαιόλαδο, και ιδανικά σε έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, καθώς έχει το καλύτερο προφίλ, μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε αντιοξειδωτικά, βιταμίνη Ε, Κ, φαινόλες, Ωμέγα-3, μονοακόρεστα, πολυακόρεστα λιπαρά και χαμηλά κορεσμένα λίπη.
Σύμφωνα με τον κ. Τσάμο, παρόλο που το μεγαλύτερο όφελος προκύπτει όταν καταναλώνεται ωμό, το ελαιόλαδο έχει την υψηλότερη ανθεκτικότητα στη θέρμανση και στο μαγείρεμα. “Αυτό αφορά τόσο στο προφίλ των λιπιδίων – δηλαδή δεν αλλάζουν από μονοακόρεστα και πολυακόρεστα σε κορεσμένα ή τρανς λιπαρά λόγω της θέρμανσης – τόσο και στον καλύτερο φαινολικό και αντιοξειδωτικό δείκτη, ο οποίος επίσης διατηρείται μετά τη θέρμανση. Οπότε καλό είναι να μαγειρεύουμε με ελαιόλαδο”, σημειώνει.
Ο μελετητής διευκρινίζει πως οι μελέτες που έχουν γίνει ως σήμερα για το αντικείμενο και συμπεριλήφθηκαν στην μετα-ανάλυση συνέκριναν το ελαιόλαδο με άλλα έλαια και όχι με placebo.
“Πιστεύω πως καλύτερα σχεδιασμένες μελέτες στο μέλλον, που θα συγκρίνουν το ελαιόλαδο με καθαρό placebo θα καταδείξουν πολύ περισσότερο την ευεργετική του δράση στη μη αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος, όπως έχει ήδη φανεί για τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, τη μακροζωία και τους καρκίνους”, καταλήγει.