Φτώχεια και παχυσαρκία: Πώς σχετίζονται και πώς…αντιμετωπίζονται;

Σύμφωνα με δεδομένα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την περίοδο 2007-2012, το συνολικό εισόδημα των νοικοκυριών στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 30%. Παρά την αυξανόμενη ανάγκη για οργανωμένη βοήθεια, η υποστήριξη προς τις φτωχότερες οικογένειες παραμένει ανεπαρκής. Επιπλέον, πρόσφατες έρευνες της UNICEF καταδεικνύουν ότι τα παιδιά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα ανέρχονταν το 2012 σε 686,000, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 35,4%.

Επιπλέον μελέτες, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες, έχουν αποδείξει τη σχέση μεταξύ της παιδικής φτώχειας και της παχυσαρκίας. Μια πρόσφατη έρευνα σε 1,134 παιδιά σε πόλεις των ΗΠΑ αποκάλυψε ότι τα παιδιά που αντιμετωπίζουν φτώχεια από νεαρή ηλικία έχουν αυξημένες πιθανότητες να είναι παχύσαρκα στην εφηβεία, θέμα το οποίο εξαρτάται από πολύπλοκους κοινωνικούς και βιολογικούς παράγοντες που πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω (Lee et al., 2014).

Τις επιπτώσεις των παραπάνω προσπαθούν να αντιμετωπίσουν προγράμματα τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι και το Πρόγραμμα Σίτισης και Προώθησης Υγιεινής Διατροφής /σε μαθητές/, ΔΙΑΤΡΟΦΗ που (αφορά μαθητές και) υλοποιείται από το Ινστιτούτο Προληπτικής, Περιβαλλοντικής και Εργασιακής Ιατρικής, Prolepsis, με κύρια δωρεά από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

Το Πρόγραμμα ξεκίνησε πιλοτικά τον Απρίλιο του 2012 και εφαρμόστηκε για τρία συνεχόμενα σχολικά έτη. Κατά τη σχολική χρονιά 2013-14 συμμετείχαν 406 σχολεία και 61.870 συνολικά μαθητές. Απευθύνεται σε μαθητές δημοσίων σχολείων κοινωνικοοικονομικά ευπαθών περιοχών όλης της χώρας, που πλήττονται περισσότερο από την οικονομική κρίση, και εκπληρώνει διττό στόχο: προσφέρει καθημερινά σε όλους τους μαθητές των σχολείων που συμμετέχουν ένα δωρεάν, υγιεινό γεύμα, ειδικά προσαρμοσμένο στις ανάγκες τους και προάγει την υγεία, μέσω της προώθησης της υγιεινής διατροφής, τόσο των μαθητών όσο και των οικογενειών τους.

Το Πρόγραμμα ΔΙΑΤΡΟΦΗ παρέχοντας αυτό το καθημερινό μικρογεύμα κατάφερε να μειώσει σημαντικά την επισιτιστική ανασφάλεια στις οικογένειες των μαθητών καθώς επίσης άλλαξε και τις διατροφικές συνήθειές τους με αποτέλεσμα να μειωθεί το ποσοστό υπερβαρότητας-παχυσαρκίας. Το «υγιεινό» γίνεται καθημερινή συνήθεια πλέον στους μαθητές, την οποία μεταφέρουν και στις οικογένειές τους.

Το 2011 πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα και ειδικότερα στην περιοχή της Καβάλας μια μελέτη για τη συσχέτιση φτώχειας και παχυσαρκίας όπου συμμετείχαν εθελοντικά 331 οικογένειες, με παιδιά ηλικίας 11 και 12 ετών, από δώδεκα δημοτικά σχολεία. Έγιναν μετρήσεις στα παιδιά, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν το ύψος και το βάρος. Επίσης δόθηκε στους γονείς ένα δομημένο ερωτηματολόγιο (το απαντούσε ένας από τους δύο) με ερωτήσεις για την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση της οικογένειας, το μορφωτικό επίπεδο των γονέων, τις διατροφικές συνήθειες και την ύπαρξη στο σπίτι διαφόρων προϊόντων διατροφής και ποτών, καθώς και την πρόσληψη τροφής, τη σωματική δραστηριότητα και το χρόνο που αφιερώνει η οικογένεια στον ύπνο και μπροστά στην οθόνη. Τα αποτελέσματα είχαν ως εξής: Οι οικογένειες με παχύσαρκα μέλη συσχετίστηκαν με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο των γονέων, ενώ το υψηλότερο ποσοστό τους κατοικούσε σε αγροτικές περιοχές και είχαν χαμηλό εισόδημα. Στις ίδιες οικογένειες παρατηρήθηκε με μεγαλύτερη συχνότητα η παράλειψη του πρωινού και ο πολύς χρόνος (περισσότερο από 3 ώρες καθημερινά) μπροστά σε οθόνη. (Christoforidis A1, Batzios S, Sidiropoulos H, Provatidou M, Cassimos D., 2011).

Σύμφωνα με το Food and Research Center (FRAC) οι άνθρωποι που είναι επισιτιστικά ανασφαλείς ή έχουν χαμηλό εισόδημα τείνουν να γίνονται υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, επειδή έρχονται αντιμέτωποι με προκλήσεις όσον αφορά την υιοθέτηση υγιεινών συμπεριφορών. Οι προκλήσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:

  • Έλλειψη πρόσβασης σε υγιεινά και οικονομικά τρόφιμα
  • Έλλειψη άσκησης
  • Hστέρηση ή η υπερκατανάλωση τροφής λειτουργεί σαν φαύλος κύκλος: Πολλές φορές αυτοί οι οποίοι τρώνε λιγότερο ή παραλείπουν γεύματα προκειμένου να έχουν αποθέματα φαγητού, μπορεί να καταλήξουν σε χρόνιες αυξομειώσεις βάρους με αποτέλεσμα την εμφάνιση υπερβαρότητας και ακολούθως παχυσαρκίας (Bruening et al., 2012; Dammann & Smith, 2010; Ma et al., 2003; Olson et al., 2007; Smith & Richards, 2008). Επιπλέον, η στέρηση ή/και η υπερκατανάλωση τροφής συμβάλλουν στην απορρύθμιση του μεταβολισμού που ευνοεί την αποθήκευση λιπώδους ιστού κάτω από το δέρμα και γύρω από τα ζωτικά όργανα (Alaimo et al., 2001; Dietz, 1995; Finney Rutten et al., 2010; Polivy, 1996). Δυστυχώς η εμφάνιση παχυσαρκίας καθίσταται πιο έντονη σε κοινωνίες με χαμηλό εισόδημα όπου οι πολίτες στρέφονται σε εύκολο, γρήγορο και πρόχειρο φαγητό πλούσιο σε θερμίδες και χαμηλό στην θρεπτική αξία (junk food) ((Drewnowski, 2009; Drewnowski & Specter, 2004).
  • Αυξημένο άγχος
  • Μεγαλύτερη έκθεση και επιρροή από διαφημίσεις προϊόντων που συμβάλλουν στην παχυσαρκία
  • Περιορισμένη πρόσβαση στην ιατρική περίθαλψη

Το Πρόγραμμα ΔΙΑΤΡΟΦΗ έχει άκρως υποστηρικτικό χαρακτήρα, καθώς έχει επιτύχει μείωση της επισιτιστικής ανασφάλειας των οικογενειών των μαθητών. Σύμφωνα με στοιχεία του σχολικού έτους 2012-2013, η επισιτιστική ανασφάλεια των οικογενειών των μαθητών που συμμετείχαν στο Πρόγραμμα μειώθηκε κατά 11%. Πιο αναλυτικά:

  • Από τις οικογένειες που αντιμετώπιζαν πολύ σοβαρή πείνα κατά την έναρξη, το 27,3% αντιμετώπιζε μέτρια πείνα κατά τη λήξη του Προγράμματος.
  • Από τις οικογένειες που αντιμετώπιζαν πολύ σοβαρή πείνα κατά την έναρξη,το 25,1% δεν αντιμετώπιζε πείνα κατά τη λήξη.
  • Σχεδόν οι μισές οικογένειες (45,7%) που αντιμετώπιζαν μέτρια πείνα κατά την έναρξη, δεν αντιμετώπιζαν πείνα κατά τη λήξη.

Επιπλέον, όσον αφορά την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και γενικώς της ρύθμισης του βάρους, το Πρόγραμμα ΔΙΑΤΡΟΦΗ έχει εκπαιδευτικό χαρακτήρα, καθώς έχει επιτύχει αξιοσημείωτη βελτίωση των διατροφικών συνηθειών παιδιών και οικογενειών και μείωση του αριθμού των παχύσαρκων και ελλιποβαρών παιδιών. Συγκεκριμένα, σύμφωνα πάλι με στοιχεία της σχολικής χρονιάς 2012-2013:

  • 13,4% των μαθητών που ήταν παχύσαρκοι στην έναρξη, είχαν φυσιολογικό βάρος στη λήξη
  • 32,0% των μαθητών που ήταν υπέρβαροι στην έναρξη, είχαν φυσιολογικό βάρος στη λήξη
  • 48,1% των μαθητών που ήταν ελλιποβαρείς στην έναρξη, είχαν φυσιολογικό βάρος στη λήξη

Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα που υλοποιεί Πρόγραμμα σίτισης σε σχολεία. Σύμφωνα με έρευνα του World Food Programme (2013), σε παραπάνω από 169 χώρες υλοποιούνται ανάλογες δράσεις, ειδικά μετά το 2008 που η οικονομική κρίση μας χτύπησε την πόρτα. Η παγκόσμια επένδυση σε προγράμματα σίτισης που γίνεται κυρίως από το κράτος φτάνει περίπου τα 75 δισεκατομμύρια το χρόνο• ποσό ικανό για να σιτίζονται καθημερινά πάνω από 368 εκατομμύρια παιδιά. Σε χώρες με υψηλό και πάνω από το μεσαίο εισόδημα, περίπου όλα τα παιδιά έχουν πρόσβαση σε φαγητό στο σχολείο και τα παιδιά που βρίσκονται σε λιγότερη πλεονεκτική θέση δικαιούνται επιδοτούμενη ή δωρεάν σίτιση. Αντίθετα, σε χώρες με χαμηλό εισόδημα, μόνο το 18% των παιδιών μπορούν να έχουν πρόσβαση σε σχολικό γεύμα. Επισημαίνεται δηλαδή ότι στις χώρες όπου υπάρχει πραγματική ανάγκη και πείνα η υλοποίηση προγραμμάτων σίτισης είναι πολύ ασθενής.

Αναφορικά με το κόστος της σχολικής σίτισης, υπάρχει η τάση να γίνεται πολύ μικρότερο σε χώρες που το εισόδημα γίνεται υψηλότερο. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι γιατί ενώ υπάρχει αυξανόμενη επένδυση στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση σαν ακαθόριστο εγχώριο προϊόν η επένδυση στη σίτιση παραμένει σταθερή.

Οι δυσμενείς συνθήκες που επικρατούν στη χώρα μας και η έγνοια για την υγιεινή διατροφή κάνουν επιτακτική την ανάγκη για ανάληψη τέτοιων πρωτοβουλιών, όχι μόνο από ιδιωτικούς φορείς αλλά και από το κράτος. Η εμπειρία άλλων χωρών μπορεί να είναι για μας αξιοποιήσιμη.

Μοιραστείτε την ανάρτηση::