Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για τις διαγνώσεις διαφόρων μορφών καρκίνου στο μέλλον λένε οι επιστήμονες.
Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC), ο αριθμός των κρουσμάτων καρκίνου αυξάνεται παγκοσμίως. 20 εκατομμύρια νέες διαγνώσεις καρκίνου έγιναν το 2022 και ο αριθμός προβλέπεται να αυξηθεί κατά 77% σε 35 εκατομμύρια ετησίως μέχρι το 2050, ανέφερε την Πέμπτη ο IARC.
Περίπου 1 στους 5 ανθρώπους θα αναπτύξει καρκίνο κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ένας στους 9 άνδρες και 1 στις 12 γυναίκες πεθαίνουν από αυτόν. Η Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου είναι σήμερα, 4 Φεβρουαρίου.
Σύμφωνα με τον IARC, 9,7 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν από καρκίνο το 2022. Οι πιο συνηθισμένοι τύποι καρκίνου ήταν ο καρκίνος του πνεύμονα, του μαστού και του παχέος εντέρου. Στις γυναίκες, ο καρκίνος του μαστού είναι η πιο διαδεδομένη μορφή, ακολουθούμενη από τον καρκίνο του πνεύμονα και του παχέος εντέρου. Στους άνδρες, ο καρκίνος του πνεύμονα ήταν η συχνότερη μορφή, ακολουθούμενος από τον καρκίνο του προστάτη και τον καρκίνο του παχέος εντέρου. Η IARC ανέλυσε δεδομένα από 185 χώρες.
Ο καρκίνος του πνεύμονα διαγνώστηκε σε 2,5 εκατομμύρια άτομα το 2022. Αυτό σντιστοιχούσε στο 12,4% του συνόλου των καταγεγραμμένων περιπτώσεων καρκίνου. Ο καρκίνος του μαστού διαγνώστηκε σε 2,3 εκατομμύρια γυναίκες, που αντιστοιχεί στο 11,6% όλων των περιπτώσεων καρκίνου. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου διαγνώστηκε σε 1,9 εκατομμύρια άτομα (9,6%). Ακολουθούσαν σε συχνότητα, ο καρκίνος του προστάτη και του στομάχου.
Ο καρκίνος του πνεύμονα ήταν επίσης υπεύθυνος για τους περισσότερους θανάτους από καρκίνο, ανερχόμενος συνολικά στα 1,8 εκατομμύρια. Σύμφωνα με τα στοιχεία της IARC, αυτό αντιστοιχεί στο 18,7% του συνόλου των ατόμων που πέθαναν από καρκίνο το 2022. 900.000 άνθρωποι πέθαναν από καρκίνο του παχέος εντέρου (9,3%) και 670.000 από καρκίνο του μαστού (6,9%).
Σύμφωνα με τον IARC, ο αριθμός των ανθρώπων που θα είναι ακόμη εν ζωή πέντε χρόνια μετά τη διάγνωση του καρκίνου θα είναι 53,5 εκατομμύρια το 2022.
Το 2020, ο αριθμός αυτός ήταν 50,6 εκατομμύρια σύμφωνα με την τότε έκθεση της IARC – αλλά και εδώ, ο Οργανισμός θεωρεί ότι οι άμεσες συγκρίσεις είναι δύσκολες λόγω της συνεχούς βελτίωσης των μεθόδων συλλογής δεδομένων.