Όταν δεν προσλαμβάνουμε τα θρεπτικά συστατικά που είναι απαραίτητα για την εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού μας μέσω της διατροφής, τότε δυσάρεστα συμπτώματα εμφανίζονται. Αυτά τα συμπτώματα είναι ο τρόπος που έχει το σώμα σας να σας επικοινωνεί πιθανή ανεπάρκεια σε μέταλλα και βιταμίνες. Η αναγνώρισή τους θα σας βοηθήσει να προσαρμόσετε αναλόγως τη διατροφή σας.
1. Εύθραυστα μαλλιά και νύχια
Η βιοτίνη, που είναι γνωστή και ως βιταμίνη Β7, βοηθά το σώμα να μετατρέψει το φαγητό σε ενέργεια. Η έλλειψή της είναι πολύ σπάνια, αλλά όταν υπάρχει, δημιουργεί εύθραυστα μαλλιά και νύχια. Άλλα συμπτώματα αυτής της ανεπάρκειας περιλαμβάνουν την χρόνια κόπωση, μυϊκό πόνο, κράμπες και αίσθηση φαγούρας σε χέρια και πόδια.
2. Στοματικά έλκη ή πληγές στο στόμα
Αυτό το σύμπτωμα συνδέεται με ανεπαρκή πρόσληψη ορισμένων βιταμινών ή μετάλλων. Είναι πιθανό οι πληγές στην κοιλότητα του στόματος να σημαίνει ανεπάρκεια σιδήρου ή βιταμινών Β (συνήθως ριβοφλαβίνη, βιταμίνη Β1 και Β6). Αυτές οι τελευταίες βιταμίνες εντοπίζονται στα δημητριακά, τα πουλερικά, το κρέας, το ψάρι, τα γαλακτοκομικά, τα όσπρια και τα αμυλώδη λαχανικά.
3. Ούλα που ματώνουν
Ορισμένες φορές, μια σκληρή οδοντόβουρτσα ή μια απρόσεκτη κίνηση κατά το βούρτσισμα φταίει για το αίμα στα ούλα, όμως, μπορεί να υπάρχει και πρόβλημα ανεπάρκειας βιταμίνης C. Αυτή η βιταμίνη παίζει σημαντικό ρόλο στην επούλωση πληγών, ο οργανισμός δεν την παράγει μόνος του, χρειάζεται να την προσλάβουμε από φρούτα και λαχανικά.
4. Κακή νυχτερινή όραση και λευκά σημάδια στα μάτια
Τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης Α συχνά συνδέονται με μια πάθηση που ονομάζεται νυχτερινή τύφλωση, η οποία μειώνει την ικανότητα του ασθενή να βλέπει σε χαμηλό φωτισμό ή στο σκοτάδι. Αυτό συμβαίνει επειδή η βιταμίνη Α είναι απαραίτητη για την παραγωγή ροδοψίνης, μιας χρωστικής που βρίσκεται στα μάτια. Η ίδια έλλειψη βιταμίνης μπορεί να οφείλεται και για την εμφάνιση λευκών σημαδιών στα μάτια.
5. Ξηρότητα στο κρανίο/ πιτυρίδα
Η πιτυρίδα και η υποδόρια δερματίτιδα προκαλούνται από πολλούς παράγοντες. Για παράδειγμα, τα χαμηλά επίπεδα ψευδαργύρου στο αίμα, νιασίνης, ριβοφλαβίνης και πυριδοξίνης μπορεί να παίζουν κάποιο ρόλο.