Εκτός από το ότι το να μαζεύει κανείς μόνος του τα άγρια χόρτα από το βουνό είναι μια ευχάριστη δραστηριότητα, τα περισσότερα έχουν και πολλές ευεργετικές ιδιότητες για τον οργανισμό μας. Ένα από αυτά τα αγριόχορτα είναι ο ζοχός. Ο ζοχός (Sonchus oleraceus) είναι ένα μονοετές φυτό το οποίο βρίσκουμε τόσο σε καλλιεργημένα όσο και σε ακαλλιέργητα χωράφια ή σε πάρκα τα οποία συγκρατούν υγρασία. Ο μίσχος του είναι κούφιος και φτάνει έως και τα 100 εκατοστά σε μήκος ενώ αν τον σπάσουμε εκκρίνει έναν γαλακτώδη χυμό.
Έχει απλά και οδοντωτά φύλλα τα οποία περιβάλουν τον βλαστό του φυτού όταν είναι ακόμα τρυφερό, στην κατάσταση δηλαδή όπου και το μαζεύουμε για κατανάλωση. Στην δε βάση των φύλλων και στο βλαστό, ειδικά στα μεγάλα φυτά του ζοχού, παρατηρείται πως αλλάζει το χρώμα τους από πράσινο σε έντονο κόκκινο – μωβ. Κατά την πλήρη ωρίμανση του φυτού, αυτό φτάνει έως και το ένα μέτρο και βγάζει τα χαρακτηριστικά κίτρινα άνθη του.
Ο ζοχός στην κουζίνα
Η συγκομιδή και κατανάλωση του ζοχού γίνεται όταν το φυτό είναι ακόμα τρυφερό, ξεκινώντας από τις αρχές του φθινοπώρου έως τις πρώτες ημέρες τις άνοιξης. Μπορεί να καταναλωθεί με ποικίλους τρόπους όπως ως βραστή σαλάτα, ωμό τα νεαρά κεντρικά του φύλλα ή να σοταριστεί και να προστεθεί ως γέμιση σε χορτόπιτες.
Η γεύση του ζοχού είναι χαρακτηριστικά πικρή και ίσως δυσάρεστη για κάποιους ανθρώπους. Για να μετριαστεί η πικράδα, μετά το καθάρισμα και το πλύσιμο των ζοχών, σε αντίθεση με την τεχνική που χρησιμοποιείτε κατά κόρον για τα πράσινα λαχανικά, βράζουμε τους ζοχούς σε βραστό νερό το οποίο όμως δεν έχει κοχλάζει. Στην συνέχεια και μετά από αρκετά παρατεταμένο βράσιμο, σερβίρονται σε συνδυασμό πάντα με άλλα χόρτα με ελαιόλαδο και λεμόνι. Η οξύτητα του λεμονιού και ο τρόπος βρασίματος γλυκαίνουν αρκετά τα πικρόχορτα αυτά, κάνοντας τα πολύ εύγευστα. Ο ζοχός, εκτός από εδώδιμο χορταρικό, φέρεται να χρησιμοποιείται ευρέως και ως θεραπευτικό βότανο, όχι μόνον στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.