Γάλα: Αυξάνει ή μειώνει τη χοληστερίνη;

Το γάλα αποτελεί βασικό μέρος της διατροφής πολλών ανθρώπων, παρέχοντας ασβέστιο, πρωτεΐνες και βιταμίνες. Ωστόσο, συχνά τίθεται το ερώτημα: αυξάνει ή μειώνει τη χοληστερίνη; Η απάντηση εξαρτάται κυρίως από τον τύπο του γάλακτος και την ποσότητα που καταναλώνεται.

Το πλήρες γάλα περιέχει κορεσμένα λιπαρά, τα οποία είναι γνωστό ότι συμβάλλουν στην αύξηση της LDL (κακής) χοληστερίνης, όταν καταναλώνονται σε υπερβολικές ποσότητες. Η αυξημένη LDL συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων. Ένα ποτήρι πλήρες γάλα περιέχει περίπου 5 γραμμάρια κορεσμένων λιπαρών, που αντιστοιχούν σε σημαντικό ποσοστό της ημερήσιας συνιστώμενης πρόσληψης.

Αντίθετα, το γάλα με χαμηλά λιπαρά (1% ή άπαχο) προσφέρει τα ίδια θρεπτικά συστατικά με πολύ λιγότερα κορεσμένα λιπαρά, γεγονός που το καθιστά πιο φιλικό προς την καρδιά. Μελέτες έχουν δείξει ότι η κατανάλωση άπαχου ή ημι-άπαχου γάλακτος δεν αυξάνει τη χοληστερίνη και μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση υγιών επιπέδων λιπιδίων στο αίμα.

Παράλληλα, το γάλα είναι πηγή καλίου, το οποίο βοηθά στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, και πρωτεϊνών υψηλής βιολογικής αξίας, που είναι σημαντικές για τη μυϊκή υγεία και τον μεταβολισμό.

Εναλλακτικά, φυτικά υποκατάστατα όπως γάλα αμυγδάλου, βρώμης ή σόγιας, συνήθως δεν περιέχουν κορεσμένα λιπαρά και είναι κατάλληλα για όσους προσέχουν τη χοληστερίνη τους, αρκεί να είναι εμπλουτισμένα με ασβέστιο και να μην περιέχουν πρόσθετη ζάχαρη.

Συμπερασματικά, το γάλα μπορεί να αυξήσει τη χοληστερίνη αν είναι πλήρες και καταναλώνεται σε μεγάλες ποσότητες, αλλά όταν επιλέγεται με χαμηλά λιπαρά, εντάσσεται άνετα σε μια ισορροπημένη και καρδιοπροστατευτική διατροφή.

Μοιραστείτε την ανάρτηση::