Η διατροφή του Ατλαντικού, το παραδοσιακό πρόγραμμα διατροφής που ακολουθείται από τους κατοίκους της βορειοδυτικής Ισπανίας και της βόρειας Πορτογαλίας, φημίζεται για τη μείωση του κοιλιακού λίπους και τη βελτίωση των επιπέδων της «καλής» χοληστερόλης (HDL).
Η δίαιτα αυτή περιλαμβάνει άφθονα ψάρια και θαλασσινά, λαχανικά, φρούτα, δημητριακά ολικής αλέσεως, φασόλια, ελαιόλαδο, ξηρούς καρπούς (με ιδιαίτερη έμφαση στα κάστανα), γάλα, τυρί, καθώς και μέτρια κατανάλωση κρέατος και κρασιού.
Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο JAMA Network Open παρακολούθησε πάνω από 200 οικογένειες από την αγροτική ισπανική κοινότητα A Estrada, από τον Μάρτιο του 2014 έως τον Μάιο του 2015. Συγκεκριμένα, 121 οικογένειες κλήθηκαν να ακολουθήσουν τη διατροφή του Ατλαντικού, ενώ οι υπόλοιπες 110 συνέχισαν την κανονική τους διατροφή.
Οι οικογένειες που υιοθέτησαν τη δίαιτα του Ατλαντικού έλαβαν εκπαίδευση σε τρεις εκπαιδευτικές συνεδρίες, μαζί με επιπλέον υποστήριξη όπως μαθήματα μαγειρικής, ενημερωτικό υλικό και καλάθια με τρόφιμα για να τους βοηθήσουν να υιοθετήσουν το νέο πρόγραμμα διατροφής.
Στην αρχή της μελέτης και μετά από 6 μήνες, συλλέχθηκαν δεδομένα σχετικά με τη διατροφική πρόσληψη των συμμετεχόντων, τη σωματική δραστηριότητα, τη χρήση φαρμάκων και άλλες μεταβλητές.
Ερευνητές στην Ισπανία μέτρησαν επίσης την περίμετρο μέσης, τα επίπεδα τριγλυκεριδίων, τα επίπεδα HDL χοληστερόλης, την αρτηριακή πίεση και τα επίπεδα γλυκόζης νηστείας. Αυτοί είναι οι πέντε παράγοντες για το μεταβολικό σύνδρομο, μια ομάδα καταστάσεων που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών παθήσεων, διαβήτη τύπου 2 και εγκεφαλικού.
Τα αποτελέσματα της μελέτης
Από τους 457 συμμετέχοντες που δεν είχαν μεταβολικό σύνδρομο στην αρχή της δοκιμής, οι 23 το εμφάνισαν κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης 6 μηνών. Οι 17 από αυτούς (7,3%) ακολούθησαν την παραδοσιακή τους διατροφή και οι 6 (2,7%) είχαν μεταπηδήσει στη δίαιτα του Ατλαντικού.
Από τους 117 συμμετέχοντες που πληρούσαν τα κριτήρια για το μεταβολικό σύνδρομο στην αρχή της μελέτης, 18 από αυτούς που έκαναν τη δίαιτα του Ατλαντικού (28,6%) και 16 στην ομάδα ελέγχου (29,6%) εμφάνισαν το πρόβλημα.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι η δίαιτα του Ατλαντικού δεν είχε σημαντική επίδραση στην υψηλή αρτηριακή πίεση, τα υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων ή τα υψηλά επίπεδα γλυκόζης στον ορό νηστείας, αλλά βελτίωσε την περίμετρο της μέσης και τα επίπεδα της HDL χοληστερόλης.
«Η δίαιτα του Ατλαντικού παρουσιάζει σημαντικές δυνατότητες για την ενίσχυση της υγείας λόγω της έμφασης που δίνει σε τροφές με θρεπτικά συστατικά και οικογενειακές διατροφικές συνήθειες», δήλωσε στο Healthline η Michelle Routhenstein, διαιτολόγος διατροφολόγος που ειδικεύεται στις καρδιακές παθήσεις.
«Δίνοντας προτεραιότητα στα υγιεινά συστατικά και τις παραδοσιακές μεθόδους μαγειρέματος, όπως το βράσιμο, αυτή η δίαιτα ενισχύει τη βιοδιαθεσιμότητα των θρεπτικών συστατικών, διασφαλίζοντας ότι το σώμα μπορεί να τα απορροφήσει και να τα χρησιμοποιήσει καλύτερα», πρόσθεσε.
Ομοιότητες με τη μεσογειακή διατροφή
Ο Δρ. Cheng-Han Chen, επεμβατικός καρδιολόγος με έδρα την Καλιφόρνια που δεν συμμετείχε στη νέα έρευνα, είπε ότι τα αποτελέσματά της δεν προκαλούν έκπληξη καθώς η δίαιτα μοιάζει πολύ με την καλά μελετημένη και ευεργετική μεσογειακή διατροφή.
Η μεσογειακή διατροφή δίνει έμφαση στα λαχανικά, τα φρούτα, τα φασόλια, τις φακές, τους ξηρούς καρπούς, τα δημητριακά ολικής αλέσεως και το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο και επιτρέπει μέτρια ποσότητα ψαριού, τυριού, γιαουρτιού και κρασιού, αποφεύγοντας το κόκκινο κρέας, τα γλυκά, τα ζαχαρούχα ποτά και το βούτυρο.
Οι ερευνητές στην Ισπανία σημείωσαν επίσης ότι η διατροφή του Ατλαντικού μοιράζεται ομοιότητες με τη μεσογειακή διατροφή.
«Αυτά τα διατροφικά πρότυπα (Μεσογειακή και δίαιτα του Ατλαντικού) μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, διαβήτη, καρκίνου, εγκεφαλικού, ακόμη και γνωστικής έκπτωσης όπως η άνοια και η νόσος Αλτσχάιμερ και να βελτιώσουν τη λειτουργία του γαστρεντερικού και το μικροβίωμα του εντέρου», σημείωσε η Tracy Crane, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι.
Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2021 διαπίστωσε ότι η υψηλότερη προσκόλληση στη δίαιτα του Ατλαντικού, γνωστή και ως δίαιτα του Νότιου Ευρωπαϊκού Ατλαντικού, συσχετίστηκε σταθερά με χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου.
Υπάρχουν ορισμένοι περιορισμοί στη νέα μελέτη, με τους ερευνητές να αναγνωρίζουν ότι οι 6 μήνες μπορεί να μην ήταν αρκετοί για να αξιολογηθούν σωστά οι μεταβολικές αλλαγές. «Η παρακολούθηση των συμμετεχόντων επί σειρά ετών θα μπορούσε να ενισχύσει τα αποτελέσματά μας», καταλήγουν οι συγγραφείς.