Και όμως, η παιδική συνήθειά μας να μασάμε τσίχλα, συνδέεται με την καλύτερη διατροφή και την δίαιτα. Η δρ Sandra Sunram-Lea, καθηγήτρια βιολογικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Lancaster με άρθρο της στο The Conversation μελετά τα διαθέσιμα ερευνητικά στοιχεία που αφορούν τη μάσηση τσίχλας και την επίδραση αυτής της συνήθειας στη διαχείριση του βάρους και της συνολικής υγείας.
Σε έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Journal of the American Nutrition Association το 2024, δόθηκε μια ασυνήθιστη οπτική για τις τσίχλες. Μελετήθηκε λοιπόν, εάν η μάσηση τσίχλας -με ή χωρίς ζάχαρη- σε συνδυασμό με τον χρόνο μάσησής της, μπορεί να αποτρέψει την τερηδόνα, την ουλίτιδα και την περιοδοντίτιδα. Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από συμμετέχοντες μεγάλης πληθυσμιακής μελέτης (2013 -2019), που αφορούσαν στη στοματική τους υγιεινή, στη διατροφή τους, στο βάρος, στην περίμετρο και το μέγεθος της μέσης τους.
Η έρευνα δεν διαπίστωσε κάποιο συσχετισμό ανάμεσα στη μάσηση τσίχλας και την στοματική υγεία. Παρατηρήθηκε, ωστόσο, ότι από τους 15,178 συμμετέχοντες στη μελέτη το 2,4% ανέφεραν ότι μασούσαν τσίχλες καθημερινά. Οι λάτρεις της τσίχλας φάνηκε να έχουν πιο υγιεινή διατροφή και χαμηλότερη συνολική πρόσληψη σακχάρων συγκριτικά με όσους δεν μασούσαν τσίχλες.
Η δρ Sandra Sunram-Lea εξηγεί ότι η μελέτη δεν λέει στην πραγματικότητα ότι το μάσημα τσίχλας οδηγεί σε καλύτερες διατροφικές επιλογές. Το μόνο που αποκαλύπτουν τα στοιχεία είναι ότι κάποιοι από τους συμμετέχοντες που μασάνε τσίχλα τυχαίνει επίσης να καταναλώνουν λιγότερα ραφιναρισμένα σάκχαρα και να έχουν πιο υγιεινή διατροφή. Η έρευνα επομένως δεν βρίσκει κάποια αιτιώδη συνάφεια μεταξύ του μασήματος τσίχλας και της βέλτιστης υγείας.
Συνιστάται επομένως για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και τη ρύθμιση του βάρους να ακολουθούνται συνολικές αλλαγές του τρόπου ζωής και διατροφής, μετά από σύσταση του ειδικού και όχι παροδικές μόδες και τάσεις όπως το μηλόξυδο ή η μάσηση τσίχλας.