Η ζάλη είναι ένα σύμπτωμα που οι περισσότεροι έχουμε βιώσει έστω και περιστασιακά. Όταν όμως γίνεται επίμονη και συνοδεύεται από την αίσθηση ότι χάνουμε την ισορροπία μας, τότε δεν πρέπει να αγνοείται. Η συνεχής αστάθεια μπορεί να επηρεάσει σοβαρά την καθημερινότητα και συχνά αποτελεί ένδειξη ότι κάτι στον οργανισμό δεν λειτουργεί σωστά.
Η ισορροπία του σώματος βασίζεται στη συνεργασία τριών συστημάτων: του αιθουσαίου συστήματος στο εσωτερικό αυτί, της όρασης και του νευρικού συστήματος. Όταν ένα από αυτά διαταραχθεί, ο εγκέφαλος λαμβάνει αντικρουόμενες πληροφορίες, με αποτέλεσμα το αίσθημα ζάλης ή «αστάθειας». Πολύ συχνή αιτία είναι οι διαταραχές του έσω ωτός, όπως ο καλοήθης παροξυσμικός ίλιγγος θέσεως, η αιθουσαία νευρίτιδα ή η νόσος Ménière.
Η επίμονη ζάλη, ωστόσο, δεν σχετίζεται μόνο με το αυτί. Χαμηλή αρτηριακή πίεση, αναιμία, αφυδάτωση ή διαταραχές του σακχάρου στο αίμα μπορούν να προκαλέσουν αίσθημα «κενού» ή τάση λιποθυμίας. Επίσης, παθήσεις του αυχένα, λόγω κακής στάσης ή μυϊκής έντασης, επηρεάζουν τη ροή των νευρικών σημάτων και την αίσθηση προσανατολισμού.
Σημαντικό ρόλο παίζει και το άγχος. Η χρόνια ψυχολογική ένταση μπορεί να εκδηλωθεί σωματικά, προκαλώντας ζάλη, αστάθεια και αίσθηση αποπροσανατολισμού, ακόμη και όταν δεν υπάρχει οργανικό πρόβλημα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα συμπτώματα συχνά επιδεινώνονται σε κλειστούς χώρους ή σε καταστάσεις στρες.
Η επίμονη ζάλη δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως «κάτι ασήμαντο», ιδιαίτερα όταν συνοδεύεται από πονοκέφαλο, διαταραχές όρασης, μούδιασμα ή δυσκολία στην ομιλία. Η έγκαιρη ιατρική αξιολόγηση είναι καθοριστική για τον εντοπισμό της αιτίας και την κατάλληλη αντιμετώπιση.
Τελικά, η ζάλη είναι ένα σύμπτωμα που μας «προειδοποιεί». Ακούγοντας το σώμα μας και αναζητώντας έγκαιρα βοήθεια, μπορούμε να προστατεύσουμε τόσο την ισορροπία μας όσο και τη συνολική μας υγεία.



