Ο ιός του Δυτικού Νείλου (West Nile Virus) μεταδίδεται κυρίως μέσω των τσιμπημάτων μολυσμένων κουνουπιών και αποτελεί μια λοίμωξη που μπορεί να έχει ήπια έως σοβαρή μορφή. Παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που μολύνονται δεν εμφανίζουν καθόλου συμπτώματα, η έγκαιρη αναγνώριση των χαρακτηριστικών ενδείξεων είναι σημαντική για την πρόληψη επιπλοκών, ιδίως σε ηλικιωμένους ή άτομα με αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα.
Στα ήπια περιστατικά, ο ιός προκαλεί συνήθως συμπτώματα παρόμοια με εκείνα μιας κοινής ίωσης. Αυτά περιλαμβάνουν πυρετό, πονοκέφαλο, πόνους στους μυς, κόπωση και αίσθημα αδιαθεσίας. Συχνά εμφανίζεται και ερυθρό εξάνθημα στο σώμα, ενώ ορισμένοι μπορεί να νιώσουν πρήξιμο στους λεμφαδένες. Τα ήπια αυτά συμπτώματα συνήθως διαρκούν λίγες ημέρες και η αποθεραπεία είναι πλήρης χωρίς ειδική θεραπεία.
Στα σοβαρά περιστατικά, ο ιός μπορεί να προκαλέσει νευρολογικές επιπλοκές, όπως μηνιγγίτιδα ή εγκεφαλίτιδα, που επηρεάζουν τον εγκέφαλο και το κεντρικό νευρικό σύστημα. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν έντονο πονοκέφαλο, υψηλό πυρετό, δυσκαμψία στον αυχένα, σύγχυση, σπασμούς και ακόμη παράλυση σε ακραίες περιπτώσεις. Άλλα σημάδια σοβαρής λοίμωξης μπορεί να είναι ναυτία, εμετός και έντονη αδυναμία, με αποτέλεσμα την ανάγκη άμεσης ιατρικής παρέμβασης.
Η διάγνωση γίνεται κυρίως με αιματολογικές εξετάσεις που ανιχνεύουν τα αντισώματα έναντι του ιού. Δεν υπάρχει ειδική αντιϊκή θεραπεία, γι’ αυτό η υποστηρικτική φροντίδα είναι κρίσιμη, ιδιαίτερα για σοβαρές λοιμώξεις, ώστε να αντιμετωπιστούν οι επιπλοκές και να διατηρηθούν ζωτικά όργανα σε καλή λειτουργία.
Η πρόληψη παραμένει ο πιο αποτελεσματικός τρόπος προστασίας: αποφυγή τσιμπημάτων κουνουπιών με χρήση εντομοαπωθητικών, κατάλληλα ρούχα και προστασία σε παράθυρα ή οικιακούς χώρους μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μόλυνσης. Η ενημέρωση για τα συμπτώματα του ιού του Δυτικού Νείλου μπορεί να κάνει τη διαφορά μεταξύ ήπιας λοίμωξης και σοβαρών επιπλοκών.