Πολλές έρευνες κατά το παρελθόν έχουν αποδείξει πως οι ημικρανίες συνδέονται με διάφορες δυσλειτουργίες του οργανισμού, μεταξύ αυτών και το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.
Νέα μελέτη ερευνητών από το Εθνικό Κολέγιο Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Σεούλ στη Νότια Κορέα, συνδέει τις ημικρανίες με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης φλεγμονώδους νόσου του εντέρου (ΦΝΕ), δηλαδή νόσου του Crohn και ελκώδους κολίτιδας.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα υγείας για περισσότερα από 10 εκατομμύρια άτομα. Περίπου το 3% του πληθυσμού της μελέτης είχε διαγνωστεί με ΦΝΕ. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η συχνότητα εμφάνισης ΦΝΕ ήταν σημαντικά υψηλότερη σε άτομα που υπέφεραν από ημικρανίες.
Με βάση αυτά τα ευρήματα, η ερευνητική ομάδα προτείνει την τακτική παρακολούθηση των ασθενών που υπέφεραν από ημικρανίες για την εμφάνιση ΦΝΕ.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής του τμήματος Γαστρεντερολογίας, Ηπατολογίας και Διατροφής στο UTHealth Houston στο Τέξας, Μπρουκς Κας, ο οποίος δεν συμμετείχε στην εν λόγω μελέτη, ο τομέας της γαστρεντερολογίας έχει αναγνωρίσει εδώ και πολλά χρόνια ότι οι ημικρανίες σχετίζoνται με πολλά χρόνια γαστρεντερικά σύνδρομα και ασθένειες.
Αυτή δεν είναι η πρώτη μελέτη που εξετάζει τη σχέση μεταξύ ημικρανίας και ΦΝΕ. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2021 σε άτομα στις Ηνωμένες Πολιτείες διαπίστωσε υψηλότερο επιπολασμό ημικρανίας ή έντονων πονοκεφάλων μεταξύ των ενηλίκων με ΦΝΕ από ό,τι σε εκείνους χωρίς την πάθηση. Έρευνα που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2023 ανέφερε αυξημένα περιστατικά εμφάνισης ΦΝΕ σε άτομα που υπέφεραν από ημικρανίες.
«Αυτή τη στιγμή, το μόνο που έχουμε είναι υποθέσεις. Υπάρχουν αλλαγές στις οδούς επικοινωνίας εντέρου-εγκεφάλου ή στις αισθητηριακές αντιλήψεις στο εντερικό και στο κεντρικό νευρικό σύστημα; Εμπλέκεται το μικροβίωμα του εντέρου; Υπάρχουν ψυχολογικοί παράγοντες και παράγοντες που διαμεσολαβούνται από το στρες;», είπε ο Κας.
«Μόλις εντοπιστούν κλινικές συσχετίσεις όπως αυτές, πρέπει να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε γιατί μπορεί να υπάρχουν αυτές οι συσχετίσεις», πρόσθεσε. «Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να μας οδηγήσει στην ανάπτυξη πιο στοχευμένων και αποτελεσματικών θεραπειών που μπορούν να αντιμετωπίσουν πολλαπλά συμπτώματα/σύνδρομα», κατέληξε ο ερευνητής.