Εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως “πλήττονται” από απώλεια μνήμης, σύγχυση και γνωστική έκπτωση. Τα κύρια χαρακτηριστικά του αλτσχάιμερ είναι η συσσώρευση ανώμαλων πρωτεϊνικών συσσωματωμάτων, που ονομάζονται αμυλοειδή ινίδια και πλάκες, στον εγκέφαλο. Αυτές οι συσσωματώσεις παρεμβαίνουν στη φυσιολογική λειτουργία των εγκεφαλικών κυττάρων και μπορεί να προκαλέσουν φλεγμονή και κυτταρικό θάνατο.
Οι επιστήμονες προσπαθούν να κατανοήσουν πώς σχηματίζονται αυτά τα ινίδια και πώς μπορεί να αποτραπεί ο σχηματισμός τους. Μια στρατηγική είναι η χρήση πρωτεϊνών που μπορούν να προσκολληθούν σε συγκεκριμένες θέσεις στην επιφάνεια των ινιδίων και να εμποδίσουν τη δημιουργία νέων συσσωματωμάτων. Αυτές οι πρωτεΐνες ονομάζονται μοριακές συνοδοί και παράγονται φυσικά από τα κύτταρα για να βοηθούν άλλες πρωτεΐνες να διπλώνονται και να λειτουργούν σωστά.
Οι ερευνητές στο Τμήμα Βιοεπιστημών και Διατροφής του Ινστιτούτου Karolinska χρησιμοποίησαν προηγμένες τεχνικές δομικής βιολογίας, όπως Φασματοσκοπία Πυρηνικού Μαγνητικού Συντονισμού (NMR) και ηλεκτρονική μικροσκοπία, για να απεικονίσουν τη δομή και τις αλληλεπιδράσεις της BRICHOS και των ινιδίων σε ατομικό επίπεδο.
Ανακάλυψαν ότι η BRICHOS μπορεί να αντιληφθεί και να προσκολληθεί σε συγκεκριμένες περιοχές των ινιδίων, οι οποίες μπορεί να λειτουργούν ως εστίες συσσώρευσης.
Με τη δέσμευση σε αυτά τα σημεία υποδοχής, η BRICHOS μπορεί πιθανώς να αποτρέψει την περαιτέρω δημιουργία συσσωματωμάτων και να καταστείλει τις τοξικές τους επιδράσεις.
Σχεδιάζουν επίσης να διερευνήσουν αν παρόμοιοι μηχανισμοί εμπλέκονται και σε άλλες νευροεκφυλιστικές διαταραχές, όπως είναι η νόσος του Πάρκινσον, που επίσης χαρακτηρίζονται από τη δημιουργία συσσωματωμάτων πρωτεϊνών.
Η μελέτη διεξήχθη σε συνεργασία με ομάδες ερευνητών στη Λυών της Γαλλίας και στη Ρίγα της Λετονίας και τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Communications.