Η πρόωρη εμμηνόπαυση – η διακοπή της εμμήνου ρύσεως πριν την ηλικία των 40 ετών – επηρεάζει περίπου 1 στις 100 γυναίκες και μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στη γονιμότητα όσο και στη συνολική υγεία. Αν και συχνά αποδίδεται σε γενετικούς ή ορμονικούς παράγοντες, νεότερες έρευνες αναδεικνύουν τον ρόλο του σωματικού βάρους ως κρίσιμο παράγοντα στην εμφάνισή της.
Γυναίκες με χαμηλό δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) – δηλαδή κάτω του φυσιολογικού – φαίνεται να έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης πρόωρης εμμηνόπαυσης. Αυτό συνδέεται με το γεγονός ότι το λίπος στο σώμα παίζει σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση των ορμονών, κυρίως των οιστρογόνων. Η έλλειψη επαρκούς λιπώδους ιστού μπορεί να οδηγήσει σε ορμονικές διαταραχές που επηρεάζουν τον κύκλο και τελικά οδηγούν σε πρόωρη διακοπή της λειτουργίας των ωοθηκών.
Από την άλλη πλευρά, η παχυσαρκία σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα φλεγμονής, αντίστασης στην ινσουλίνη και διαταραχές στο ενδοκρινικό σύστημα, οι οποίες επίσης επηρεάζουν αρνητικά την ωοθηκική λειτουργία. Παρότι οι παχύσαρκες γυναίκες συχνά εμφανίζουν εμμηνόπαυση σε λίγο μεγαλύτερη ηλικία από τις πολύ αδύνατες, ο κίνδυνος για συνοδές παθήσεις – όπως καρδιοπάθειες και διαβήτη – παραμένει υψηλός.
Η ισορροπία είναι το κλειδί. Η διατήρηση ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους, μέσα από σωστή διατροφή και τακτική άσκηση, μπορεί να βοηθήσει στην ορμονική ισορροπία και να καθυστερήσει την εμφάνιση της εμμηνόπαυσης.
Είναι σημαντικό οι γυναίκες, ειδικά από την ηλικία των 30 και μετά, να παρακολουθούν την υγεία τους προληπτικά και να συζητούν με τον γιατρό τους τυχόν αλλαγές στον κύκλο τους, ώστε να εντοπιστούν έγκαιρα οι πιθανοί κίνδυνοι πρόωρης εμμηνόπαυσης και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα.