Το σύνδρομο τεμπέλικου εντέρου είναι μια κατάσταση όπου το έντερο λειτουργεί με αργό ή υποτονικό ρυθμό. Αυτή η δυσλειτουργία του εντέρου επηρεάζει την κινητικότητά του. Οι ασθενείς αντιμετωπίζουν περιστατικά δυσκοιλιότητας και επώδυνων κενώσεων, καθώς το παχύ έντερο μετακινεί τα κόπρανα μέσω του πεπτικού συστήματος πολύ αργά.
Το σύνδρομο μπορεί να γίνει χρόνιο, και τα συμπτώματα να παρουσιάζουν περιόδους ύφεσης και έξαρσης.
Πού οφείλεται
Φυσιολογικά, με την έναρξη του γεύματος, τα νεύρα στέλνουν μήνυμα στο πεπτικό σύστημα για να ξεκινήσουν μια σειρά λειτουργιών. Αφού ολοκληρωθεί η πέψη στο λεπτό έντερο, οι άχρηστες ουσίες ωθούνται στο παχύ έντερο, όπου απορροφούνται το αλάτι και το νερό και σχηματίζονται τα κόπρανα, τα οποία ωθούνται προς το ορθό. Στη συνέχεια στέλνονται σήματα στον εγκέφαλο για την πληρότητά του, ο οποίος δίνει εντολή για κένωση. Κατά την εκτέλεση της εντολής, ο μυς του ορθού χαλαρώνει και τα κόπρανα κατευθύνονται προς τον πρωκτό και τελικά αποβάλλονται από τον οργανισμό.
Η βασική προωθητική κίνηση είναι η περισταλτική, η οποία μπορεί να παρεμποδιστεί, να γίνει πιο αργή από ό,τι πρέπει, ή η σύσπαση να μην είναι τόσο ισχυρή ώστε να προχωρήσει η τροφή. Αιτία αυτής της επιβράδυνσης της λειτουργίας του εντέρου συνήθως είναι:
- η περιορισμένη ποικιλομορφία στη διατροφή
- η χρήση καθαρτικών
- ορισμένες διατροφικές διαταραχές
- η χρήση ναρκωτικών ουσιών
- η αναισθησία λόγω χειρουργικής επέμβασης
Σε άτομα όμως με χρόνιες λειτουργικές διαταραχές της γαστρεντερικής οδού, μπορούν να επιβραδύνουν το έντερο και να οδηγήσουν σε συμπτώματα δυσκοιλιότητας, μετεωρισμού ή ναυτίας.
Στους ανθρώπους που υποφέρουν από διατροφικές διαταραχές (ανορεξία ή βουλιμία) ο κύκλος της πέψης παύει να είναι φυσιολογικός, επειδή το άτομο τρώει πάρα πολύ ή πολύ λίγο ή εσκεμμένα κάνει εμετό, οπότε εμφανίζονται αρκετές επιπλοκές.
Η ποσότητα του νερού και των θρεπτικών συστατικών που καταλήγουν στον οργανισμό περιορίζονται, οι ορμόνες απορυθμίζονται, χαλάει η ισορροπία του εντερικού μικροβιώματος και το κατώτερο γαστρεντερικό σύστημα ξεχνάει πώς να λειτουργεί σωστά.
Αντιμετώπιση
Η θεραπεία του συνδρόμου εξαρτάται από την αιτία της αργής κινητικότητας του εντέρου. Όταν οφείλεται σε φάρμακα, εκτιμάται η σχέση οφέλους/κινδύνου για τη διακοπή ή τη συνέχισή τους.
Μερικές φορές η αιτία μπορεί να κρύβεται στη μειωμένη πρόσληψη φυτικών ινών. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις μια διατροφή που δίνει έμφαση στα φρούτα και στα λαχανικά θα επιταχύνει την πέψη και θα επιφέρει τακτικότητα στις κενώσεις. Επίσης, η προσθήκη δύο έως τεσσάρων επιπλέον ποτηριών νερού στην ποσότητα που προσλαμβάνεται καθημερινά είναι εξίσου σημαντική. Ο περιορισμός των γαλακτοκομικών προϊόντων, που κάποιες φορές αφομοιώνονται δύσκολα, και η εξαίρεση επεξεργασμένων τροφών μπορεί επίσης να βοηθήσει. Επιπλέον, η προσθήκη συμπληρωμάτων φυτικών ινών τα οποία περιέχουν ψύλλιο, έχει καταδειχθεί από κλινικές μελέτες ότι επαναφέρει στο φυσιολογικό τις κενώσεις του εντέρου.
Επιπλέον, τα χημικά καθαρτικά μπορούν να αντικατασταθούν με φυσικά. Η λήψη προβιοτικών συμπληρωμάτων έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει τη μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου και το χρόνο ολοκλήρωσης της πέψης, επαναφέροντας την κανονικότητα των κενώσεων.
Άλλο ένα μέτρο για την εξομάλυνση των κενώσεων είναι η τακτική και ήπια άσκηση, η οποία «επανεκκινεί» το γαστρεντερικό σύστημα. Έχει φανεί από μελέτες ότι επιδρά στα συμπτώματα του τεμπέλικου εντέρου, διατηρώντας το πεπτικό σύστημα ενεργό και ρυθμισμένο.
Ευεργετική μπορεί να αποδειχθεί και η αλλαγή σωματικής στάσης κατά την κένωση. Η χρήση προϊόντων που αλλάζουν τη γωνία των ποδιών, σαν να κάθεται ο πάσχων σε «βαθύ κάθισμα», μπορεί να αποδώσει.
Εάν παρά τις αλλαγές στη διατροφή και τον τρόπο ζωής τα συμπτώματα επιμένουν, τότε πρέπει να ενημερωθεί ο γιατρός, ιδιαίτερα όταν ο πάσχων βιώνει και άλλα προβλήματα, όπως πόνο στην κοιλιά που δεν ανακουφίζεται από την αποβολή των κοπράνων, ρίγη, εμετό ή ζαλάδες. Ιατρική συμβουλή θα πρέπει να αναζητείται και όταν τα συμπτώματα διαρκούν περισσότερο από δύο εβδομάδες, καθώς υπάρχει πιθανότητα να γίνουν αιτία άλλων προβλημάτων.
Η καθυστέρηση κένωσης περισσότερο από κάθε 3 ημέρες, ισοδυναμεί με παραμονή τουλάχιστον 9-12 γευμάτων στο έντερο. Όταν αυτή η κατάσταση επαναλαμβάνεται τακτικά και καταστεί χρόνια, αυξάνονται τις πιθανότητες για καρκίνο του παχέος εντέρου και βλάβη στο ήπαρ, εξαιτίας της προσπάθειάς του να καθαρίζει συνεχώς τον οργανισμό από τις τοξίνες.