Απαντήσεις σε αυτά τα θέματα, με αφορμή μια ενημερωτική ημερίδα με τίτλο «Εμμηνόπαυση: Όχι παύση από τη ζωή», θα δώσουν η μαιευτήρας-γυναικολόγος και αναπληρώτρια καθηγήτρια Κλινικής Φαρμακολογίας του ΑΠΘ, Χρυσάνθη Σαρδέλη, και η ψυχολόγος υγείας και αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΑΠΘ, Εύχαρις Παναγοπούλου.
Η ημερίδα, την οποία διοργανώνει η Ελληνική Εταιρεία Εμμηνόπαυσης (ΕΛ.ΕΤ.ΕΜ.) σε συνεργασία με την 3η Υγειονομική Περιφέρεια, θα λάβει χώρα αύριο, Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2023, από τις 09:00 έως τις 13:30, στην αίθουσα «Μανώλης Αναγνωστάκης» του δήμου Θεσσαλονίκης, με ελεύθερη είσοδο για το κοινό.
Κλιμακτήριος και εμμηνόπαυση
Η κλιμακτήριος αρχίζει από 2 έως 10 χρόνια, πριν από την οριστική διακοπή της έμμηνης ρύσης και διαρκεί έως και τον πρώτο χρόνο μετά τη διακοπή, ενώ εμμηνόπαυση είναι η περίοδος μετά την οριστική διακοπή της έμμηνης ρύσης, διευκρινίζει η κυρία Σαρδέλη. Κατά μέσο όρο, η έμμηνος ρήση διακόπτεται οριστικά γύρω στην ηλικία των 52 ετών, ενώ θεωρείται φυσιολογικό να συμβεί μεταξύ της ηλικίας των 45 και 55. Η διακοπή της περιόδου νωρίτερα από τα 45 θεωρείται παθολογική και, όπως σημειώνει η κυρία Σαρδέλη, συνοδεύεται από πολλούς κινδύνους για την υγεία και για αυτό στις γυναίκες αυτές χορηγείται θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης για την προστασία της γενικότερης υγείας τους.
Φυσιολογική κατάσταση με ή χωρίς συμπτώματα
«Πολλές γυναίκες ταλαιπωρούνται ιδιαιτέρως από ιδρώτες και εξάψεις. Άλλες γυναίκες ταλαιπωρούνται πάρα πολύ μετά την είσοδο στην εμμηνόπαυση από την εικόνα τους. Κάποιες ταλαιπωρούνται επειδή έχουν κατάθλιψη. Περίπου μία στις τρεις γυναίκες βιώνουν μια μόνιμη ή παροδική κατάσταση κατάθλιψης πάνω στην αλλαγή και κάποιες άλλες αρχίζουν μετά την εμμηνόπαυση να έχουν σοβαρά προβλήματα από το ουρογεννητικό. Βιώνουν μεγάλα προβλήματα, που έχουν να κάνουν με τη σεξουαλική ζωή αλλά και τη σωματική τους υγεία γενικότερα, με κάποιες κυστίτιδες, με κάποια φοβερή ξηρότητα στον κόλπο. Επίσης αντιμετωπίζουν θέματα που έχουν να κάνουν με την οστεοπόρωση και την καρδιακή λειτουργία. Πολλές γυναίκες, όλα αυτά μπορούν να τα βιώσουν ως ένα σημαντικό πρόβλημα για την υγεία τους, ενώ κάποιες άλλες περνούν την εμμηνόπαυση πάρα πολύ ελαφριά και δεν έχουν κανένα θέμα. Με αυτή αυτή την έννοια, για κάποιες μπορεί να είναι πάθηση και για κάποιες άλλες μπορεί να είναι απλώς μια μετάβαση σε μία επόμενη φάση της ζωής μας, που είναι απολύτως φυσιολογική. Όμως σε ένα γενικότερο πλαίσιο, είναι μία φυσιολογική κατάσταση, η οποία σε κάποιες γυναίκες μπορεί να πυροδοτήσει παθήσεις, λόγω των ορμονικών αλλαγών, και σε κάποιες να μην προκαλέσει τίποτα» εξηγεί η κυρία Σαρδέλη.
Τι συστήνεται να κάνουν οι γυναίκες που είναι σε εμμηνόπαυση και αντιμετωπίζουν προβλήματα;
Δεν υπάρχει μια λύση που να ταιριάζει σε όλες τις γυναίκες και η επιλογή του τρόπου αντιμετώπισης γίνεται αναλόγως των προβλημάτων που έχουν, αναφέρει η κυρία Σαρδέλη και προσθέτει: «Η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης είναι η τέλεια επιλογή για δύο λόγους: είναι η αποτελεσματικότερη επιλογή για την αντιμετώπιση των αγγειοκινητικών φαινομένων. Αγγειοκινητικά φαινόμενα είναι οι εξάψεις, οι ιδρώτες και σε έναν βαθμό όλη αυτή η σχέση που έχει να κάνει με τη θερμορύθμιση και την αίσθηση του σώματος. Επίσης η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης είναι η αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Επειδή όμως ούτε μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε μακροχρονίως, ούτε είναι τελείως άμοιρη και κάποιων προβλημάτων που σχετίζονται με μικρή μεν αλλά στατιστικά σημαντική αύξηση κάποιων καρκίνων, η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης αυτή τη στιγμή ενδείκνυται μόνο για την αντιμετώπιση των αγγειοκινητικών φαινομένων. Για όλα τα υπόλοιπα, όπως π.χ. για την κατάθλιψη, για τη μείωση κινδύνου εμφάνισης οστεοπόρωσης και κυρίως για την αντιμετώπισή της, για την ελάττωση του κινδύνου από καρδιαγγειακά -ο οποίος εκτοξεύεται μετά την οριστική διακοπή της περιόδου, καθώς και για άλλα προβλήματα, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε όλες τις υπόλοιπες θεραπείες που υπάρχουν και οι οποίες έχουν να κάνουν είτε με συμπτωματική θεραπεία ή με κάποιες προληπτικές θεραπείες. Τέτοιες θεραπείες είναι η φαρμακοθεραπεία, οι φυσικοθεραπείες, οι ψυχοθεραπείες, η γυμναστική κ.λπ.».
Μια γυναίκα με καρκίνο μπορεί να πάρει θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης;
«Δεν υπάρχει λόγος να μην χρησιμοποιήσει θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μια γυναίκα που δεν έχει οιστρογονοεξαρτώμενο καρκίνο ή εξαρτώμενο από προγεστερόνη. Ο φόβος μας όμως και η στατιστική ανάλυση δεδομένων, μας κάνει να είμαστε απόλυτοι στο να λέμε “όχι”. Είναι σημαντικό να κάνουμε και διάκριση τι είδους οιστρογόνα ή προγεστερόνη θα δώσουμε και από ποια οδό θα τα χορηγήσουμε. Η γυναίκα δεν θα έχει κανένα πρόβλημα από την τοπική χορήγηση οιστρογόνων, στον κόλπο π.χ. με μορφή ζελέ, ακόμη κι αν είναι καρκινοπαθής. Δηλαδή δεν αυξάνεται ο κίνδυνος, ούτε όσον αφορά την αντιμετώπιση του καρκίνου τώρα ούτε ενός παλαιότερου καρκίνου. Αυτό όμως χρειάζεται αφενός πάρα πολύ καλή γνώση των δεδομένων από τους γιατρούς που τα συνταγογραφούν και πολλή συζήτηση με τις γυναίκες που είναι υποψήφιες να τα χρησιμοποιήσουν, ακριβώς λόγω αυτής της λανθασμένης αντίληψης για τον κίνδυνο που υπάρχει» αναφέρει η κυρία Σαρδέλη.
Πότε μπορεί να αρχίσει η χορήγηση της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης;
«Όσο πιο κοντά ξεκινήσει, είτε στη φάση της κλιμακτηρίου είτε στη φάση της εμμηνόπαυσης. Δύο έως πέντε χρόνια είναι ένα βέλτιστο χρονικό διάστημα χωρίς να ανησυχούμε ιδιαιτέρως για αύξηση κινδύνου και σε αυτό το διάστημα θα ανακουφιστεί η συντριπτική πλειονότητα των γυναικών που έχουν πρόβλημα και την επιλέγουν. Σαφώς υπάρχουν και γυναίκες που μπορεί να έχουν αυτά τα περιεμμηνοπαυσιακά ή εμμηνοπαυσιακά ενοχλήματα ακόμα και 10 έως 20 χρόνια μετά τη διακοπή της περιόδου, αλλά ευτυχώς αυτές είναι πολύ λίγες» σημειώνει η καθηγήτρια του ΑΠΘ
Υπάρχει κάτι που πρέπει να κάνουν οι γυναίκες που μπήκαν στην εμμηνόπαυση χωρίς προβλήματα;
«Αν έχουν μία φυσιολογική διατροφή και μία φυσιολογική φυσική δραστηριότητα για να προστατεύσουν την υγεία των οστών τους και τη γενικότερή τους υγεία και έχουν κανονικό βάρος, δεν έχουν προδιαθεσικούς παράγοντες, δεν εμφανίζουν προβλήματα με την πίεσή τους ή κάτι άλλο, δεν είναι απαραίτητο να κάνουν κάτι. Εφόσον τρώνε σωστά και παίρνουν την απαραίτητη ποσότητα ασβεστίου και εκτίθενται στον ήλιο -αυτό το ελάχιστο που πρέπει κάθε μέρα- δεν χρειάζεται να πάρουν κάποιο ιδιαίτερο συμπλήρωμα. Οι περισσότερες όμως από εμάς, είτε γιατί δεν αθλούμαστε όσο είναι απαραίτητο, είτε επειδή δεν τρώμε με τον σωστό τρόπο, είτε γιατί δεν είχαμε χτίσει μια καλή υγεία (είτε μιλάμε για το καρδιαγγειακό μας, είτε μιλάμε για τα οστά μας, είτε μιλάμε για την ψυχική μας σφαίρα), μπορεί να χρειαστούμε κάποια ειδική παρέμβαση. Αυτό όμως διαφέρει από γυναίκα σε γυναίκα και χρειάζεται μια αξιολόγηση, μια εκτίμηση κινδύνου και μια αξιολόγηση του γενικότερου τρόπου ζωής και της υγείας και των απαιτήσεων που έχει κάθε γυναίκα» αναφέρει η κυρία Σαρδέλη.
Είναι μύθος ή πραγματικότητα οι ψυχοσωματικές συνέπειες στην εμμηνόπαυση;
Την απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνει η κυρία Παναγοπούλου επισημαίνοντας ότι η εμμηνόπαυση από μόνη της δεν προκαλεί τίποτα, αν όμως συνδυαστεί με κάποιους ή πολλούς άλλους παράγοντες, μπορεί να προκύψουν προβλήματα.
«Η δική μου θεώρηση και πλευρά είναι ότι ουσιαστικά από μόνη της η εμμηνόπαυση, όπως και πάρα πολλά σωματικά θέματα που αντιμετωπίζουμε, δεν αποτελεί παράγοντα για να πάθουμε κατάθλιψη ή να έχουμε ψυχοσωματικές ενοχλήσεις. Η κάθε γυναίκα βιώνει την εμμηνόπαυση με τον δικό της τρόπο. Δεν μπαίνουμε δηλαδή σε μία λογική, επειδή είσαι στην εμμηνόπαυση, είναι πιθανόν να πάθεις κατάθλιψη. Υπάρχουν γυναίκες, οι οποίες δεν έχουν κανένα σύμπτωμα, ούτε εξάψεις ούτε τίποτα. Δεν είναι η εμμηνόπαυση αυτή καθ’ εαυτή, που θα οδηγήσει σε κατάθλιψη ή σε ψυχοσωματικές ενοχλήσεις, είναι όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες. Για παράδειγμα, έχει να κάνει με την ικανοποίηση που έχει η γυναίκα σε σχέση με την ερωτική, την οικογενειακή και την εργασιακή της ζωή, με τους πολλαπλούς ρόλους που έχει μια γυναίκα. Ουσιαστικά αυτό που συμβαίνει πολλές φορές με την εμμηνόπαυση είναι ότι λειτουργεί σαν ένας σηματοδότης για το τι δεν έχουμε κάνει. Κι αυτό είναι που δημιουργεί, πολλές φορές, όλα τα ψυχολογικά φαινόμενα και όχι η εμμηνόπαυση αυτή καθαυτή. Είναι πιο πολύ αυτό που σηματοδοτεί μια μετάβαση. Εάν δεν την αντιμετωπίσουμε ως μετάβαση, δεν σηματοδοτεί τίποτα. Δηλαδή τα ψυχικά φαινόμενα είναι δευτερογενή στη μετάβαση. Από μόνες τους οι ορμόνες δεν είναι αρκετές για να δημιουργήσουν όλη αυτή τη σωρεία των ψυχικών φαινομένων, ακόμη και την κατάθλιψη».